Από την εκπαίδευση ως τα δικαιώματα των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ επιβεβαίωσε αυτή την εβδομάδα τη δεξιά στροφή του, πλήττοντας την εικόνα του θεσμού στα μάτια πολλών Αμερικανών.
«Έχουμε πραγματικά ένα πολύ συντηρητικό Δικαστήριο», δήλωσε την Παρασκευή η Μαρία Σουλτς, ακτιβίστρια, μιλώντας μπροστά από το επιβλητικό, μαρμάρινο κτίριο.
Όπως εκείνη, η πλειονότητα των Αμερικανών - κυρίως οι πιο προοδευτικοί - διαφωνούν με τις αποφάσεις του Ανώτατου Δικαστηρίου. Ο άλλοτε αξιοσέβαστος θεσμός πλέον δεν χαίρει της ίδιας εκτίμησης, όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις, κυρίως μετά την περσινή του απόφαση για την άμβλωση.
«Σε σημαντικά θέματα οι συντηρητικοί δικαστές μίλησαν με μία φωνή για να ενισχύσουν τη συντηρητική και βαθιά μικροπολιτική τους προσέγγιση του νόμου», εκτιμά η Σούζαν Λίμπερ καθηγήτρια του πανεπιστημίου Saint Joseph.
«Πολιτισμικός πόλεμος»
Την Πέμπτη η συντηρητική πλειοψηφία του Δικαστηρίου ανέτρεψε ένα από τα κεκτημένα του αγώνα της δεκαετίας του 1960 για τα πολιτικά δικαιώματα τερματίζοντας τα προγράμματα που χρησιμοποιούν εδώ και χρόνια τα πανεπιστήμια ώστε να αυξηθεί ο αριθμός των Αφροαμερικανών, των ισπανόφωνων και των αυτόχθονων φοιτητών.
Την Παρασκευή ακύρωσε μέτρο της κυβέρνησης του Τζο Μπάιντεν που προέβλεπε τη διαγραφή μέρους των φοιτητικών δανείων, ενώ επέτρεψε για πρώτη φορά σε επιχειρήσεις να αρνούνται να εξυπηρετήσουν ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα, επικαλούμενο την ελευθερία του λόγου.
Οι συντηρητικοί δικαστές βρίσκονται στην πρώτη γραμμή του «πολιτισμικού πολέμου» που διχάζει την Αμερική, παρατηρεί ο Καρλ Τομπίας καθηγητής νομικής στο πανεπιστήμιο Richmont. «Και δυσκολεύομαι να δω πώς αυτό μπορεί να αλλάξει», προσθέτει.
«Δεν είναι ένα κανονικό δικαστήριο», σχολίασε ο Μπάιντεν την Πέμπτη. Ο Δημοκρατικός πρόεδρος εμφανίζεται συχνά ανίσχυρος μπροστά στον ανώτατο δικαστικό θεσμό της χώρας, στον οποίο ο προκάτοχός του Ντόναλντ Τραμπ διόρισε τρεις συντηρητικούς δικαστές, αλλάζοντας την ισορροπία.
Επανειλημμένα σκάνδαλα
Οι πιο έντονες επικρίσεις ωστόσο προέρχονται από το εσωτερικό του Δικαστηρίου.
«Έξι μη εκλεγμένα μέλη της πλειοψηφίας ανέτρεψαν το στάτου κβο με βάση τις πολιτικές τους προτιμήσεις», σχολίασε η προοδευτική δικαστής Σόνια Σοτομαγιόρ.
Η κρίση νομιμοποίησης οξύνθηκε φέτος από μια σειρά ντροπιαστικών αποκαλύψεων σχετικά με δώρα που δέχθηκαν κάποιοι δικαστές, η θητεία των οποίων είναι ισόβια.
Επί περισσότερα από 20 χρόνια δισεκατομμυριούχος, γνωστός δωρητής του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, προσέφερε πολυτελείς διακοπές στον πλέον συντηρητικό από τους δικαστές του Ανώτατου Δικαστηρίου, τον Κλάρενς Τόμας.
«Η υποκρισία είναι κατάφωρη: οι ίδιοι δικαστές που δέχονται δώρα αξίας εκατοντάδων χιλιάδων δολαρίων αρνούνται να βοηθήσουν τους Αμερικάνους που υποφέρουν υπό το βάρος των φοιτητικών δανείων», κατήγγειλε ο επικεφαλής των Δημοκρατικών στη Γερουσία Τσακ Σούμερ.
Μικρές πιθανότητες μεταρρυθμίσεων
Έπειτα από κάθε αμφιλεγόμενη απόφαση ακούγονται οι ίδιες εκκλήσεις για μεταρρυθμίσεις στο Ανώτατο Δικαστήριο, είτε αυξάνοντας τον αριθμό των δικαστών είτε περιορίζοντας τη διάρκεια της θητείας του.
«Χρειαζόμαστε μια δικαστική μεταρρύθμιση», τόνισε η φιλελεύθερη βουλεύτρια Κέιτι Πόρτερ.
Προς το παρόν όμως το σενάριο αυτό δεν μοιάζει πιθανό καθώς απαιτείται η σύμφωνη γνώμη των δύο σωμάτων του Κογκρέσου. Αυτή την περίοδο τη Βουλή των Αντιπροσώπων ελέγχουν οι Ρεπουμπλικάνοι, οι οποίοι είναι κατηγορηματικά αντίθετοι σε οποιαδήποτε αλλαγή.
Ακόμη και ο ίδιος ο Μπάιντεν, ο οποίος το 2021 συνέστησε επιτροπή για να εξετάσει ενδεχόμενες μεταρρυθμίσεις στο Δικαστήριο, έκτοτε έχει μετανιώσει.
«Μπορεί να προκαλέσει μεγάλη ζημιά», δήλωσε την Πέμπτη, εκτιμώντας ότι η φήμη του θεσμού θα πληγεί ακόμη περισσότερο. «Αν αρχίσουμε να διευρύνουμε το Δικαστήριο, είναι πιθανό να το πολιτικοποιήσουμε για πάντα», εκτίμησε.