Η χθεσινή δήλωση που έκανε ο επικεφαλής των ενόπλων δυνάμεων των ΗΠΑ είναι ο πιο πρόσφατος κρίκος στην αλυσίδα των δημόσιων διαφοροποιήσεων εκ μέρους κορυφαίων στελεχών του Πενταγώνου απέναντι στον πρόεδρο της χώρας. «Δεν θα έπρεπε να είμαι εκεί», δήλωσε ο στρατηγός Μαρκ Μίλεϊ, αναφερόμενος στην παρουσία του δίπλα στον Τραμπ κατά την επεισοδιακή μετάβαση του τελευταίου στο ιστορικό εκκλησάκι του Αγίου Ιωάννη, απέναντι από τον Λευκό Οίκο. Εκεί όπου, εν μέσω δακρυγόνων και πλαστικών σφαιρών, ο πρόεδρος των ΗΠΑ φωτογραφήθηκε κρατώντας την Βίβλο στο χέρι, σε μια προφανή προσπάθεια να κερδίσει τη συμπάθεια των ευαγγελιστών και των βαθιά θρησκευόμενων Αμερικανών απέναντι σε εκείνους που προκαλούν «χάος και αναρχία».
«Η παρουσία μου στη συγκεκριμένη στιγμή και σε αυτό το περιβάλλον δημιούργησε μια εντύπωση ανάμιξης του στρατού στις εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις», πρόσθεσε ο Μίλεϊ, απολογούμενος για την ενέργειά του. «Είναι ένα λάθος από το οποίο διδάχθηκα και ειλικρινά ελπίζω ότι θα μπορέσουμε να διδαχθούμε όλοι από αυτό», τόνισε επίσης.
Δίπλα στον Μίλεϊ, κατά την επίμαχη στιγμή, βρισκόταν και ο άμεσος πολιτικός του προϊστάμενος, Μαρκ Έσπερ, ο οποίος λίγες ημέρες νωρίτερα, είχε «αδειάσει» μεγαλοπρεπώς τον Τραμπ αναφορικά με το θέμα της ανάπτυξης του τακτικού στρατού για την καταστολή των διαδηλώσεων. Κάτι τέτοιο πρέπει να αποτελεί «την ύστατη λύση και μόνο στις πιο έκτακτες και σοβαρές περιστάσεις. Δεν βρισκόμαστε σε μια τέτοια κατάσταση τώρα. Δεν υποστηρίζω την ενεργοποίηση του Νόμου Περί Εξέγερσης», είχε δηλώσει χαρακτηριστικά στις 3 Ιουνίου.
Αξίζει να σημειωθεί ότι και οι προκάτοχοι των δύο προαναφερθέντων αξιωματούχων έχουν πάρει ανάλογες θέσεις – και μάλιστα, χρησιμοποιώντας πιο σκληρές εκφράσεις, με την άνεση που τους προσφέρει ο τίτλος του «τέως». Αναδεικνύοντας, έτσι, ότι η δυσφορία και οι διαφωνίες για τους χειρισμούς του προέδρου και αρχιστρατήγου αφορούν μεγάλο μέρος των ενόπλων δυνάμεων, διαμορφώνοντας μια εικόνα άτυπης... ανταρσίας σε βάρος του.
Συγκεκριμένα, ο προηγούμενος υπουργός Άμυνας, Τζέιμς Μάτις, σχολίασε ως εξής τη στάση του Τραμπ, τόσο στα γεγονότα που ακολούθησαν τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ όσο και γενικότερα: «Είναι ο πρώτος πρόεδρος που έχω γνωρίσει στη ζωή μου ο οποίος δεν προσπαθεί να ενώσει τον αμερικανικό λαό – δεν προσποιείται καν ότι το προσπαθεί. Αντιθέτως, επιχειρεί να μας διχάσει».
Από την πλευρά του, ο έως αρχηγός ΓΕΕΘΑ, στρατηγός Μάρτιν Ντέμπσεϊ, εμφανίστηκε επίσης εξαιρετικά επικριτικός: «Και μόνο η ιδέα ότι ο στρατός θα μπορούσε να κληθεί για να αντιμετωπίσει και να καταστείλει αυτό που, ως επί το πλείστον, είναι ειρηνικές διαδηλώσεις (...) και ότι θα θα ήταν ο στρατός αυτός που θα ερχόταν να ηρεμήσει κατά κάποιο τρόπο τα πνεύματα, μου φάνηκε κάτι εξαιρετικά επικίνδυνο», είπε.
Τι είναι, όμως, αυτό που αναγκάζει στελέχη που προέρχονται από την «καρδιά» του συστήματος εξουσίας και διαθέτουν τεράστια εμπειρία, να εκφράζονται με αυτό τον τρόπο; Πιθανότατα η ανησυχία τους ότι η στάση του Τραμπ μπορεί να οδηγήσει σε αποσταθεροποίηση ολόκληρο το σύστημα, προκαλώντας με αυτόν τον τρόπο πολύ περισσότερα και σοβαρότερα προβλήματα από αυτά τα οποία υποτίθεται ότι προσπαθεί να λύσει.