«Ωρολογιακή βόμβα» είναι το μεταναστευτικό για τις Ηνωμένες Πολιτείες και ο Ντόναλντ Τραμπ καταβάλλει κάθε προσπάθεια για να σκάσει στα χέρια του Τζο Μπάιντεν. Την ίδια στιγμή που η σύγκρουση του κυβερνήτη του Τέξας με την ομοσπονδιακή κυβέρνηση έχει κλιμακωθεί επικίνδυνα και αγγίζει πλέον τα όρια συνταγματικής κρίσης, ο Τραμπ επιχειρεί να τορπιλίσει δικομματική συμφωνία στο Κογκρέσο για τον - σκληρό, όπως ακριβώς οι Ρεπουμπλικανοί ζητούν - έλεγχο των συνόρων.
Εξυπηρετώντας την προσωπική του ατζέντα εν όψει της κάλπης της 5ης Νοεμβρίου, ο υπόδικος πρώην πρόεδρος επιλέγει να συντηρεί μία κατάσταση έκτακτης ανάγκης για τις Ηνωμένες Πολιτείες ώστε να μην χάσει το προεκλογικό «χαρτί» του μεταναστευτικού που διατείνεται ότι είναι ο μόνος που μπορεί να λύσει, και μάλιστα επανέρχεται στα περί της «μεγαλύτερης επιχείρησης απελάσεων στην αμερικανική Ιστορία» που θα κάνει πράξη «τα πρώτα λεπτά μετά την ορκωμοσία» του.
Στο Τέξας, είναι δεδομένη η συμπόρευση Τραμπ με τον κυβερνήτη Γκρεγκ Άμποτ στη μετωπική με την κυβέρνηση Μπάιντεν για τα συρματοπλέγματα που έχει στήσει μονομερώς η πολιτεία κατά μήκος του ποταμού Ρίο Γκράντε προκειμένου να εμποδίσει τις παράτυπες διελεύσεις μεταναστών από το Μεξικό, εμποδίζοντας ταυτόχρονα την πρόσβαση ανδρών της ομοσπονδιακής συνοριοφυλακής σε πάρκο όπου λάμβαναν χώρα μέχρι πρότινος οι διαδικασίες ταυτοποίησης.
Η πολιτειακή εθνοφρουρά δεν υπακούει την ομοσπονδιακή συνοριοφυλακή, ο Άμποτ αμφισβητεί ότι η κυβέρνηση έχει τη δικαιοδοσία στη συγκεκριμένη περιοχή των συνόρων, και είναι άγνωστο πού θα καταλήξει η όλη διαμάχη.
Με τη στήριξη του Ντόναλντ Τραμπ και 25 Ρεπουμπλικανών κυβερνητών, δηλαδή των κυβερνητών των μισών πολιτειών της χώρας, ο Γκρεγκ Άμποτ αψηφά την απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου των Ηνωμένων Πολιτειών που ήλθε να επιβεβαιώσει, γνωμοδοτώντας υπέρ της κυβέρνησης Μπάιντεν, ότι η επιβολή της μεταναστευτικής πολιτικής υπάγεται στην ομοσπονδιακή δικαιοδοσία και η συνοριοφυλακή μπορεί κατ' επέκταση να αφαιρέσει τα συρματοπλέγματα.
Όχι μόνο ο Άμποτ δεν υπαναχωρεί αλλά δηλώνει ότι ο φράχτης θα επεκταθεί, και καθώς η διαμάχη κλιμακώνεται εκείνος δέχεται «προσφορές» από Ρεπουμπλικανούς κυβερνήτες να του στείλουν για ενισχύσεις τη δική τους εθνοφρουρά, και ο Μπάιντεν δέχεται πιέσεις να θέσει υπό ομοσπονδιακό έλεγχο την εθνοφρουρά του Τέξας.
H Εθνοφρουρά υπάγεται στον αμερικανικό Στρατό, και τελεί υπό την εποπτεία του προέδρου ως αρχηγού των Ενόπλων Δυνάμεων, αλλά εκτός από συγκεκριμένες περιπτώσεις όταν ο πρόεδρος αναλαμβάνει ρητά τον έλεγχο, τα σώματα της εθνοφρουράς λαμβάνουν εντολές από την κυβερνήτη της εκάστοτε πολιτείας.
Αν και το Τέξας και η ομοσπονδιακή κυβέρνηση διαφωνούν σε σειρά από ζητήματα και ερμηνείες του νόμου, το συνταγματικό επιχείρημα του Άμποτ για να πάρει η πολιτεία στα χέρια της την επιβολή της πολιτικής για τη μετανάστευση - μεταξύ άλλων χρησιμοποιώντας και την εθνοφρουρά - καταλήγει κατά την ηλεκτρονική επιθεώρηση The Hill στο εάν οι διελεύσεις των μεταναστών μπορούν πράγματι να οριστούν ως «εισβολή», κατά τον όρο που χρησιμοποιεί ο Άμποτ (ο Τραμπ το προεκτείνει μιλώντας για «στρατιωτική εισβολή»).
Νομικοί σύμβουλοι προοδευτικών οργανώσεων αντιτείνουν πως οι Ουκρανοί μπορούν να δώσουν έναν εξαιρετικά ακριβή ορισμό του τι πραγματικά συνιστά εισβολή.
Ενώ τα «πυρά» που εξαπολύει ο Ντόναλντ Τραμπ από κοινού με τον κυβερνήτη του Τέξας κατά του Τζο Μπάιντεν επικροτούνται σχεδόν ομόφωνα από το ρεπουμπλικανικό «στρατόπεδο», η κίνηση του πρώην προέδρου να εκτροχιάσει τη συμφωνία για το μεταναστευτικό, που εδώ και μήνες αποτελεί αντικείμενο διαπραγματεύσεων μεταξύ Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικανών στη Γερουσία, έχει έλθει αντίθετα να διχάσει το συντηρητικό κόμμα.
Η συμφωνία ευθυγραμμίζεται με την ατζέντα των ίδιων των Ρεπουμπλικανών για τη μετανάστευση και σηματοδοτεί μείζονα (επίσης προεκλογική) στροφή για τον Μπάιντεν, εξ ου και ο Αμερικανός πρόεδρος έχει επικριθεί από την προοδευτική πτέρυγα των Δημοκρατικών. Το περιεχόμενό της αναμένεται να ανακοινωθεί επίσημα εντός των ημερών και εφόσον τίθετο σε ισχύ θα σηματοδοτούσε την πρώτη μεγάλη δικομματική αναθεώρηση της μεταναστευτικής πολιτικής της χώρας από τη δεκαετία του 1990.
Κλείσιμο συνόρων εάν οι διελεύσεις ξεπεράσουν τις 5.000 κατά μέσο όρο ημερησίως σε μία δεδομένη εβδομάδα ή εάν ξεπεράσουν τις 8.500 σε μία ημέρα, διεύρυνση εξουσιών για απελάσεις και δυνατότητα άρνησης της πρόσβασης μεταναστών στο σύστημα ασύλου, βρίσκονται κατά τον αμερικανικό Τύπο στον πυρήνα της συμφωνίας που ο Ντόναλντ Τραμπ θέλει να σαμποτάρει προκειμένου μην κάνει προεκλογικό «δώρο» στον Τζο Μπάιντεν, όπως απροκάλυπτα παραδέχεται.
Κοινώς, ας διατηρηθεί το χάος στα σύνορα αρκεί ο Τραμπ να βγει πολιτικά ωφελημένος.
Το μεταναστευτικό αποτελεί κορυφαίο ζήτημα για τους Αμερικανούς ψηφοφόρους καθ’ οδόν προς τις προεδρικές εκλογές, και το πλέον ευάλωτο σημείο του Δημοκρατικού προέδρου. Η διαχείριση των νότιων συνόρων και της μετανάστευσης από τον Τζο Μπάιντεν είναι το ζήτημα για το οποίο συγκεντρώνει τη χειρότερη βαθμολογία στις δημοσκοπήσεις. Ανέλαβε την προεδρία υποσχόμενος να αποκαταστήσει το δικαίωμα στο άσυλο και να διαχειριστεί τα σύνορα με «ανθρώπινο» τρόπο. Αλλά η κυβέρνησή του ήλθε απέναντι στη σκληρή πραγματικότητα και τις προκλήσεις στα σύνορα ΗΠΑ-Μεξικού, όπου το Δεκέμβριο σημειώθηκε ρεκόρ διελεύσεων με πάνω από 300.000 άτομα να εισέρχονται παράτυπα στις ΗΠΑ. Αν η νομοθεσία που τελεί υπό διαπραγμάτευση βρισκόταν σε ισχύ, τα σύνορα θα είχαν κλείσει.
«Τα σύνορα είναι πολύ σημαντικό ζήτημα για τον Ντόναλντ Τραμπ. Και το γεγονός ότι μεταφέρει στους Ρεπουμπλικάνους γερουσιαστές και βουλευτές ότι δεν θέλει να λύσουμε το πρόβλημα των συνόρων επειδή θέλει να κατηγορεί τον Μπάιντεν γι' αυτό, είναι πραγματικά αποτρόπαιο» δηλώνει ο Μιτ Ρόμνι, Ρεπουμπλικανός γερουσιαστής της Γιούτα, απηχώντας την οργή του αντι-τραμπικού μετώπου για την επιχείρηση-σαμποτάζ της συμφωνίας. Ηγετικά στελέχη του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, συμπεριλαμβανομένου του επικεφαλής της μειοψηφίας στη Γερουσία, Μιτς Μακόνελ, δηλώνουν ότι θα προσπαθήσουν να διασώσουν τη συμφωνία με την οποία έχουν επίσης συνδέσει την περαιτέρω βοήθεια στην Ουκρανία.
Ωστόσο, μετά τη Γερουσία θεωρείται απίθανο να περάσει η συμφωνία το σκόπελο της Βουλής των Αντιπροσώπων, όπου το τραμπικό μέτωπο είναι κυρίαρχο. Ο πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων, Μάικ Τζόνσον, έχει δηλώσει ήδη ότι η συμφωνία «είναι νεκρή».
Το μήνυμα-προειδοποίηση Τραμπ προς τους Ρεπουμπλικανούς γερουσιαστές και βουλευτές στο Καπιτώλιο ήλθε σε προεκλογική ομιλία του στο Λας Βέγκας και αφού είχε προηγηθεί ανακοίνωση Μπάιντεν αναφορικά με τις εν εξελίξει διαπραγματεύσεις και η δέσμευση ότι θα χρησιμοποιήσει τις έκτακτες εξουσίες που απορρέουν από το σχέδιο νόμου για να «κλείσει τα σύνορα όταν κατακλύζονται». Η αλλαγή γραμμής είναι σαφής: «Αν μου δινόταν αυτή η εξουσία, θα τη χρησιμοποιούσα την ημέρα που θα υπέγραφα το νομοσχέδιο».
Όσο για τον Τραμπ; «Ως ηγέτης του κόμματός μας, υπάρχει μηδενική πιθανότητα να υποστηρίξω αυτή τη φρικτή προδοσία της Αμερικής με τα ανοιχτά σύνορα. Θα το πολεμήσω μέχρι τέλους. Πολλοί από τους γερουσιαστές προσπαθούν να πουν, με όλο το σεβασμό, ότι μου ρίχνουν το φταίξιμο. Εγώ λέω, δεν πειράζει. Σας παρακαλώ, ρίξτε το φταίξιμο σε μένα. Σας παρακαλώ», δήλωσε. Καθώς καυχιέται για το γεγονός ότι τορπιλίζει τη δικομματική συμφωνία, η επιχειρηματολογία του εξαντλείται στο εξής: «Εάν ο Τζο Μπάιντεν θέλει πραγματικά να ασφαλίσει τα σύνορα, δεν χρειάζεται νομοσχέδιο. Εγώ το έκανα χωρίς νομοσχέδιο».