Περισσότεροι από πέντε εκατομμύρια Αμερικανοί -το 8% ή σχεδόν ο ένας στους δέκα- που έκαναν την πρώτη δόση του εμβολίου της Pfizer/BioNTech ή της Moderna, στη συνέχεια έχασαν τη δεύτερη δόση τους, σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία των Κέντρων Ελέγχου και Πρόληψης Νόσων (CDC), κάτι που έχει αρχίσει να ανησυχεί τις υγειονομικές αρχές στις ΗΠΑ, οι οποίες δεν θέλουν να δουν περαιτέρω αύξηση του φαινομένου.
Εκτός από το πρόβλημα του να πεισθούν εκατομμύρια άνθρωποι να κάνουν την πρώτη δόση τους, σύμφωνα με τους «Τάιμς της Νέας Υόρκης», αναδύεται σταδιακά μια νέα πρόκληση, καθώς φαίνεται σταδιακά να αυξάνεται ο αριθμός των απρόθυμων ή αδιάφορων να εμβολιασθούν πλήρως και με τη δεύτερη δόση, κάτι που θα εξασφάλιζε την καλύτερη δυνατή προστασία τους έναντι του κορονοϊού. Οι αιτίες για το πρόβλημα ποικίλουν, από τους όψιμους φόβους ορισμένων για τις πιθανές παρενέργειες των εμβολίων, μέχρι την αντίληψη ότι η μία μόνο δόση παρέχει επαρκή προστασία (κάτι που δεν ισχύει στα εμβόλια δύο δόσεων).
Από την άλλη, υπάρχουν και αντικειμενικά προβλήματα, καθώς έχουν ακυρωθεί αρκετά ραντεβού εμβολιασμού δεύτερης δόσης στις ΗΠΑ εξαιτίας της έλλειψης εμβολίων ή της διαθεσιμότητας του ίδιου εμβολίου με αυτό που είχε γίνει η πρώτη δόση. Όχι σπάνια, κάποιος που είχε κάνει την πρώτη δόση με Pfizer, όταν πήγε για τη δεύτερη δόση, υπήρχε διαθέσιμο μόνο το εμβόλιο της Moderna - και το αντίστροφο. Κάπως έτσι, μερικοί άνθρωποι παράτησαν τελείως τη δεύτερη δόση.
Εξαρχής οι αμερικανικές υγειονομικές Αρχές είχαν ανησυχίες ότι θα ήταν δύσκολο να πείσουν τους πάντες να επιστρέψουν για τη δεύτερη δόση σε λίγες μόνο εβδομάδες μετά την πρώτη. Έτσι, δεν αποτέλεσε έκπληξη ότι όσο αυξάνεται ο αριθμός των εμβολιασμών στη χώρα, τόσο αυξάνονται και όσοι δεν κάνουν τη δεύτερη δόση. Σε μερικές πολιτείες οι αρχές τηλεφωνούν, στέλνουν μηνύματα (SMS ή email), ακόμη και γράμματα για να υπενθυμίσουν στους πολίτες τη δεύτερη δόση τους.
Οι ενδείξεις από τις κλινικές δοκιμές και από την έως τώρα εμπειρία στον «πραγματικό» κόσμο είναι ότι η παράλειψη της δεύτερης δόσης ενέχει κινδύνους. Σε σχέση με τις δύο δόσεις, η μία μόνο δόση πυροδοτεί μια ασθενέστερη ανοσολογική απόκριση και μπορεί να αφήνει ορισμένους μερικά εμβολιασμένους πιο ευάλωτους στη λοίμωξη Covid-19. Ακόμη, μια μόνο δόση πιθανώς σημαίνει προστασία μικρότερης διάρκειας.
«Είμαι πολύ ανήσυχος, επειδή η δεύτερη δόση χρειάζεται», τόνισε ο καθηγητής Πολ Όφιτ του Πανεπιστημίου της Πενσιλβάνια και μέλος της συμβουλευτικής επιστημονικής επιτροπής εμβολίων της Υπηρεσίας Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) των ΗΠΑ.
Μέχρι στιγμής το μοναδικό μονοδοσικό εμβόλιο είναι αυτό της αμερικανικής Johnson & Johnson, για το οποίο οι αρχές έδωσαν το «πράσινο φως» να επαναληφθούν οι εμβολιασμοί μετά από μία σύντομη αναστολή προκειμένου να εξετασθούν καλύτερα οι αναφορές για την πολύ σπάνια πιθανότητα εμφάνισης θρόμβωσης ως παρενέργεια. Η υπερβολική ανησυχία που προκλήθηκε, πιθανώς θα οδηγήσει λιγότερους ανθρώπους να εμβολιασθούν με αυτό το εμβόλιο, οπότε είναι ζωτικό να μη χάσουν πολλοί άνθρωποι τη δεύτερη δόση των υπολοίπων εμβολίων.
Πάντως το ποσοστό 92% πλήρους εμβολιασμού θεωρείται αρκετά υψηλό με βάση τα ιστορικά δεδομένα για τα εμβόλια, καθώς έχει διαπιστωθεί ότι συνήθως περίπου τα τρία τέταρτα των ενηλίκων επιστρέφουν για τη δεύτερη δόση κάποιου εμβολίου.