Η απόφαση της Δύσης να στείλει άρματα μάχης στην Ουκρανία έχει προκαλέσει το ερώτημα: Κατά πόσο το ΝΑΤΟ βρίσκεται τώρα σε άμεση σύγκρουση με τη Ρωσία;
Σε αυτό το ερώτημα οι ειδικοί απαντούν ότι πρόκειται για ένα αφήγημα του Κρεμλίνου για να αποπροσανατολίσει τους Συμμάχους από το γεγονός ότι η Ρωσία εξαπέλυσε απρόκλητη επίθεση στην Ουκρανία και κατέλαβε παράνομα τμήματα ενός κυρίαρχου κράτους.
«Ο πόλεμος θα απαιτούσε πλήγματα που θα πραγματοποιούνταν από δυνάμεις των ΗΠΑ ή του ΝΑΤΟ, με στολή, που θα επιτίθενται από το έδαφος του ΝΑΤΟ εναντίον ρωσικών δυνάμεων, ρωσικού εδάφους ή του ρωσικού πληθυσμού», εξηγεί ο William Alberque, από το Διεθνές Ινστιτούτο Στρατηγικών Μελετών.
Και προσθέτει: «οποιαδήποτε μάχη της Ουκρανίας, με οποιαδήποτε συμβατικά όπλα, εναντίον οποιονδήποτε ρωσικών δυνάμεων, δεν είναι πόλεμος των ΗΠΑ/ΝΑΤΟ στην Ουκρανία, όσο και αν η Ρωσία θέλει να το ισχυριστεί».
Ο πρώην πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Ουκρανία και ανώτερος διευθυντής του Κέντρου Ευρασίας στο Ατλαντικό Συμβούλιο, John Herbst, εξηγεί ότι η προώθηση της ιδέας ότι πρόκειται για έναν πόλεμο μεταξύ ΝΑΤΟ και Ρωσίας βοηθά να εξηγηθεί στο εσωτερικό ακροατήριο του Πούτιν γιατί η εισβολή δεν πέτυχε τόσο γρήγορα όσο ήλπιζε η Ρωσία.
Αυτό, συνεχίζει, «βοηθά επίσης να δικαιολογήσει τα όποια βήματα μπορεί να κάνει ο Πούτιν στη συνέχεια, και η Ρωσία ήταν πολύ πρόθυμη να παίξει την ιδέα ότι αυτό μπορεί να σημαίνει ότι θα πρέπει να προχωρήσει σε πυρηνικά» και εκτιμάει ότι ο στόχος του Ρώσου προέδρου έχει πετύχει στο βαθμό που οι δυτικοί αναλυτές συνεκτιμούν αυτό το ενδεχόμενο, ενώ η «απειλή» απέτρεψε την περαιτέρω στήριξη της Ουκρανίας. «Η Μόσχα γνωρίζει ότι δεν θα μπορούσε να επιβιώσει από μια τέτοια αντιπαράθεση», εκτιμάει.
«Η Ρωσία γνωρίζει ότι μια συμβατική αντιπαράθεση με το ΝΑΤΟ θα τελείωνε πολύ γρήγορα γι' αυτήν» λέει ο Μάλκολμ Τσάλμερς, αναπληρωτής γενικός διευθυντής στη δεξαμενή σκέψης Royal United Services Institute στο Λονδίνο.