Ένας μηχανισμός, ο οποίος εξαρτά την καταβολή ευρωπαϊκών κεφαλαίων από τον σεβασμό του κράτους δικαίου, κάτι που γίνεται για πρώτη φορά στην ΕΕ, υιοθετήθηκε σήμερα από τους εκπροσώπους των κρατών μελών, παρά την αντίθεση επτά χωρών, με πρώτη την Ουγγαρία.
Το κείμενο που προτάθηκε από τη Γερμανία, η οποία προεδρεύει της ΕΕ κατά το τρέχον εξάμηνο, προβλέπει να μειώνονται ή να αναστέλλονται οι καταβολές κεφαλαίων στις περιπτώσεις που οι παραβιάσεις από ένα κράτος μέλος των αρχών του κράτους δικαίου (ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, ελευθερία του Τύπου...) «πλήττουν με αρκετά άμεσο τρόπο την καλή οικονομική διαχέιριση του προϋπολογισμού της ΕΕ ή την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης».
Το κείμενο αυτό υιοθετήθηκε «με μεγάλη πλειοψηφία», σύμφωνα με εκπρόσωπο της γερμανικής προεδρίας, παρά την «εξαιρετικά πολωμένη συζήτηση» που διεξήχθη.
Ο μηχανισμός αυτός θα αποτελέσει τώρα αντικείμενο συνομιλιών με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για να ενσωματωθεί στο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο 2021-2027, το οποίο εξακολουθεί να βρίσκεται σε διαπραγμάτευση μεταξύ των κρατών, των ευρωβουλευτών και της Επιτροπής. Ο προϋπόλογισμός αυτός πρέπει να εγκριθεί από τους ευρωβουλευτές --που ζητούν έναν ισχυρό και αποτρεπτικό μηχανισμό αναφορικά με το κράτος δικαίου-- καθώς και από τους 27 με ομοφωνία.
Η αιρεσιμότητα με τη λειτουργία του κράτους δικαίου έχει προβλεφθεί στη συμφωνία για το σχέδιο ανάκαμψης μετά τον κορονοϊό ύψους 750 δισεκ. ευρώ που υιοθετήθηκε τον Ιούλιο από τους 27.
«Περίπου ένα τρίτο (των κρατών μελών) έκαναν σήμερα γνωστό πως δεν θα υποστήριζαν τη (γερμανική) απόφαση, αν δεν υπήρχε διευκρίνιση για το σύνολο του (πολυετούς) προϋπολογισμού», δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο ένας διπλωμάτης.
Σύμφωνα με την ίδια πηγή, η Ουγγαρία και η Πολωνία ψήφισαν κατά της γερμανικής πρότασης.
Το κείμενο αυτό «είναι απαράδεκτο επειδή ισοδυναμεί με μονομερή τροποποίηση των ευρωπαϊκών συνθηκών (...) είναι μια μορφή εκβιασμού», υποστήριξε χθες, Τρίτη, η υπουργός Δικαιοσύνης της Ουγγαρίας Γιούντιτ Βάργκα.
Η Φινλανδία, η Ολλανδία, η Δανία, η Σουηδία και το Βέλγιο αντιτάχθηκαν επίσης στη γερμανική πρόταση: κατηγορούν το Βερολίνο ότι μείωσε τις απαιτήσεις όσον αφορά το κράτος δικαίου και «άμβλυνε» μια προηγούμενη εκδοχή που προέβλεπε πιο δραστικούς μηχανισμούς κυρώσεων, σύμφωνα με έναν άλλον διπλωμάτη. Η Αυστρία και το Λουξεμβούργο απείχαν.
Στο κείμενο γίνεται λόγος για «αρκούντως άμεσο» οικονομικό αντίκτυπο, κάτι που αφήνει ένα ευρύ περιθώριο αξιολόγησης και αναθέτει στο συμβούλιο τη φροντίδα να υιοθετεί ενδεχόμενες κυρώσεις με αυξημένη πλειοψηφία των κρατών μελών --τέσσερις χώρες που αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον το 35% του πληθυσμού της ΕΕ θα μπορούν συνεπώς να μπλοκάρουν οποιαδήποτε απόφαση.