Γιατί επιχειρείται η συμφιλίωση Κούρδων και Τούρκων, κυρίως τώρα; Αυτό το ερώτημα προκύπτει μετά τα βήματα συμφιλίωσης που ξεκίνησαν πριν από περίπου τρεις μήνες από τον κυβερνητικό εταίρο του Ερντογάν και ηγέτη της «Εθνικιστικής Δράσης» (MHP), Ντεβλέτ Μπαχτσελί. Αιφνιδιάζοντας την τουρκική κοινή γνώμη, πρότεινε να καλέσει τον φυλακισμένο αρχηγό του Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν (PKK), Αμπντουλάχ Οτσαλάν, στο κοινοβούλιο, για να εκφωνήσει ομιλία, καλώντας με αυτόν τον τρόπο τους μαχητές του PKK να καταθέσουν τα όπλα.
Προτού αναλάβει την πρωτοβουλία, το κόμμα του Μπαχτσελί ζητούσε επί χρόνια την επαναφορά της θανατικής ποινής, κυρίως για να εκτελεστεί ο φυλακισμένος ηγέτης του απαγορευμένου Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν (PKK), Αμπντουλάχ Οτσαλάν, όπως αναφέρεται, μεταξύ άλλων, σε δημοσίευμα της Deutsche Welle.
Από πλευράς του, ο Ερντογάν έκανε αναφορά στην τρέχουσα διαδικασία συμφιλίωσης μεταξύ Τούρκων και Κούρδων, δηλώνοντας κατά την πρωτοχρονιάτικη ομιλία του, ότι «στο μέλλον, θα λάβουμε αποφασιστικά μέτρα για να πραγματοποιήσουμε το όραμά μας για μια Τουρκία και την ευρύτερη περιοχή χωρίς τρομοκρατία».
Όπως η Deutsche Welle υπενθυμίζει, στο παρελθόν έχουν υπάρξει επίσημες πρωτοβουλίες για την ικανοποίηση των κουρδικών αιτημάτων. Οι προσπάθειες αυτές ονομάστηκαν «άνοιγμα», «λύση» ή «διαδικασία εξομάλυνσης», αλλά μέχρι στιγμής έχουν όλες αποτύχει.
Ποιες είναι λοιπόν οι προοπτικές επιτυχίας αυτή τη φορά; Σύμφωνα με τον πολιτικό επιστήμονα Ντενίζ Γιλντιρίμ, όπως λέει «η Τουρκία πρέπει να λύσει αυτό το χρόνιο πρόβλημα με ειρηνικά μέσα ώστε να μην χυθεί άλλο αίμα. Ωστόσο, θα ήταν αφελές να περιμένουμε ότι αυτό θα γίνει σε μια εποχή αυταρχικού συγκεντρωτισμού ενώ ταυτόχρονα η ελευθερία του Τύπου και η ελευθερία της έκφρασης ξεριζώνονται στη χώρα και τα πανεπιστήμια αποδυναμώνονται».
PKK
Ιδρυθέν το 1978, το παραστρατιωτικό PKK έχει χαρακτηριστεί ως τρομοκρατική οργάνωση από την ΕΕ και τις ΗΠΑ, ενώ ο ιδρυτής του ΡΚΚ, Αμπντουλάχ Οτσαλάν εκτίει την ποινή του σε φυλακή στο νησί Ιμραλί στη Θάλασσα του Μαρμαρά από το 1999. Μετά την έκκληση του Ντεβλέτ Μπαχτσελί, δύο εκπρόσωποι του φιλοκουρδικού κόμματος DEM επισκέφθηκαν τον Οτσαλάν στη φυλακή στο Ιμραλί στις 28 Δεκεμβρίου και δήλωσαν στη συνέχεια ότι ήταν «γεμάτοι ελπίδα». Οι πολιτικοί του DEM διεξάγουν διαβουλεύσεις με εκπροσώπους της κυβέρνησης Ερντογάν και της αντιπολίτευσης.
Πολιτικοί παρατηρητές εικάζουν ότι πίσω από αυτή την πρωτοβουλία κρύβεται η επιθυμία του Ερντογάν να διεκδικήσει νέα θητεία μετά το 2028, κάτι που θα ήταν αδύνατον με βάση το ισχύον Σύνταγμα. Τεχνικά, υπάρχουν δύο δυνατότητες για τον Ερντογάν να θέσει εκ νέου υποψηφιότητα για το ύπατο αξίωμα. Είτε να τροποποιηθεί το Σύνταγμα είτε το κοινοβούλιο να αποφασίσει υπέρ πρόωρων εκλογών. Το πρόβλημα όμως είναι ότι ο κυβερνητικός συνασπισμός έχει 45 έδρες λιγότερες από όσες απαιτούνται. Το φιλοκουρδικό κόμμα DEM έχει συνολικά 57 βουλευτές στο κοινοβούλιο και με τη βοήθειά τους θα μπορούσαν να προκηρυχθούν πρόωρες εκλογές.
Σύμφωνα με διάφορες εκτιμήσεις, οι Κούρδοι αποτελούν περίπου το 15-20% του τουρκικού πληθυσμού και σύμφωνα με τον Μπερκ Εζέν, πολιτικό επιστήμονα από το Πανεπιστήμιο Σαμπαντσί της Κωνσταντινούπολης ο κυβερνητικός συνασπισμός θα πρέπει να κάνει κάτι για να σταματήσει την πτωτική τάση στις δημοσκοπήσεις.
Διπλή στρατηγική της Τουρκίας
Όπως σημειώνει η Deutsche Welle, η Τουρκία ακολουθεί μια διπλή στρατηγική. Ενώ στο εσωτερικό επιδιώκεται η συμφιλίωση με τον Οτσαλάν και το ΡΚΚ, οι υποστηριζόμενες από την Τουρκία πολιτοφυλακές αναλαμβάνουν δράση εναντίον των Κούρδων μαχητών του YPG στα σύνορα με τη Συρία. Η Άγκυρα ζητά από τη μεταβατική κυβέρνηση της Συρίας να διαλύσει την κουρδική πολιτοφυλακή YPG, η οποία ελέγχει μεγάλα τμήματα της βόρειας Συρίας.
Οι απαιτήσεις της Τουρκίας είναι μη ρεαλιστικές από κουρδική σκοπιά, εξηγεί ο πολιτικός επιστήμονας Μπερκ Εζέν: «Έπειτα από πολλά χρόνια αιματοχυσίας, το YPG έχει καθιερωθεί ως παράγοντας ισχύος στη βορειοανατολική Συρία. Ανεξάρτητα από το τι είδους συμφωνία θα μπορούσε να επιτευχθεί στην Τουρκία, είναι εξαιρετικά απίθανο να καταθέσουν τα όπλα».