Το υψηλότερο ποσοστό συμμετοχής της μετακομμουνιστικής εποχής στην Πολωνία καταγράφηκε στις εκλογές της Κυριακής, φθάνοντας στο 74,38%. Αυτό, κυρίως χάρη στην κινητοποίηση ψηφοφόρων που μερικές φορές είναι απρόθυμοι να ασκήσουν το εκλογικό τους δικαίωμα: νέοι και γυναίκες, αναφέρει το ΑΠΕ-ΜΠΕ επικαλούμενο το Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Το απερχόμενο λαϊκιστικό εθνικιστικό κόμμα, το «Νόμος και Δικαιοσύνη» (PiS), θα διαθέτει πλέον 194 ψήφους σ' ένα κοινοβούλιο με 460 έδρες, έναντι 248 για τα τρία φιλοευρωπαϊκά κόμματα και 18 για την άκρα δεξιά.
Σχεδόν το 69% των νέων ηλικίας από 18 έως 29 ετών προσήλθαν στις κάλπες, καταγράφοντας αύξηση 12 ποσοστιαίων μονάδων σε σχέση με της προηγούμενες εκλογές, πριν από τέσσερα χρόνια.
Περίπου τα δύο τρίτα απ' αυτούς υποστήριξαν τα φιλοευρωπαϊκά αντιπολιτευόμενα κόμματα και μόνο 14% επέλεξαν τους λαϊκιστές εθνικιστές του κυβερνώντος PiS, κάτι που ήταν αρκετό για να κάνει τη διαφορά, παρά τη δημογραφική ανισορροπία της Πολωνίας.
Καταμερισμος ψήφων
«Υπάρχουν περίπου πέντε εκατομμύρια ψηφοφόροι ηλικίας 18-29 ετών, έναντι δέκα εκατομμυρίων ανθρώπων ηλικίας 60 ετών και άνω», δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο η 22χρονη Βικτόρια Γεντροσκόβιακ. «Έχω ακούσει συχνά να λένε πως δεν αξίζει τον κόπο να απευθύνεσαι στους νέους επειδή δεν επηρεάζουν τα αποτελέσματα των εκλογών και, σε κάθε περίπτωση, δεν ψηφίζουν», πρόσθεσε.
Η ένωσή της, η Inicjatywa Wshod (Ανατολική Πρωτοβουλία), επιχείρησε να αποδείξει το αντίθετο ενθαρρύνοντας τους νέους να ψηφίσουν.
Άρχισε μια εκστρατεία που έγινε viral και της οποίας το σύνθημα, «Δεν θα σιωπούμε πλέον», απευθύνθηκε στις γυναίκες και μάλιστα με επιτυχία, αφού σχεδόν το 74% των γυναικών ψηφοφόρων πήγαν να ψηφίσουν.
Η ήττα της άκρας δεξιάς
Σε μια χώρα όπου πριν από τρία χρόνια η άμβλωση απαγορευόταν σχεδόν πλήρως, τα κινήματα για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των γυναικών είχαν ήδη δώσει σκληρές μάχες, όμως αυτή τη φορά έπρεπε να προχωρήσουν ακόμη μακρύτερα.
«Αποδείχθηκε πως οι νέοι ανησυχούσαν όχι μόνο για τη νομιμοποίηση της άμβλωσης, αλλά και για την κρίση στην αγορά ακινήτων ή για τους φόρους», αναφέρει η Γεντροσκόβιακ.
Η μείωση των φόρων ήταν μία από τις κύριες διεκδικήσεις της Συνομοσπονδίας, ενός ακροδεξιού κόμματος το οποίο ήλπιζε σε διψήφιο ποσοστό, αλλά δεν συγκέντρωσε τελικά παρά το 7% των ψήφων.
Σύμφωνα με τους αναλυτές, η ψήφος των γυναικών έπαιξε ρόλο σ' αυτό το αποτέλεσμα, καθώς αυτές είχαν συνείδηση του αντίκτυπου που θα είχε μια μείωση των φόρων στις δημόσιες υπηρεσίες, που αντιμετώπιζαν ήδη προβλήματα.
Οι νέοι ψηφοφόροι «μεγάλωσαν με το κόμμα Νόμος και Δικαιοσύνη και είδαν τα δημόσια κεφάλαια να διασπαθίζονται. Οφείλαμε να τους πούμε πως τα πράγματα μπορούν να είναι διαφορετικά», δήλωσε η Γεντροσκόβιακ. «Πρέπει να τους μιλήσουμε, για παράδειγμα για τις δημόσιες μεταφορές».
Σύμφωνα με την Γιουστίνα Κάιτα, κοινωνιολόγο στο πανεπιστήμιο SWPS της Βαρσοβίας, αριθμός ψηφοφόρων, οι οποίοι που είχαν δηλώσει αναποφάσιστοι στις δημοσκοπήσεις, ήταν νεαρές γυναίκες.
«Όταν αυτές οι γυναίκες πήγαν να ψηφίσουν, η πλάστιγγα έγειρε υπέρ των άλλων κομμάτων και εναντίον της Συνομοσπονδίας», δήλωσε.