Ο Ντόναλντ Τραμπ δεν είχε ούτως ή άλλως αφήσει περιθώρια αμφιβολίας για την απειλή που πρεσβεύει για την αμερικανική Δημοκρατία. Η συνειδητή επιλογή φασιστικής φρασεολογίας για να στραφεί κατά των πολιτικών αντιπάλων του είναι η νέα στρατηγική για να εμποτίσει τις Ηνωμένες Πολιτείες με τοξικότητα και διαίρεση, και έρχεται να «κουμπώσει» με τα αντισυνταγματικά σχέδια που καταστρώνει για εκδίκηση και τιμωρία εφόσον αναλάβει εκ νέου τα ηνία των Ηνωμένων Πολιτειών.
Φέρνοντας στις Ηνωμένες Πολιτείες του σήμερα τη ναζιστική ρητορική της δεκαετίας του '30, ο Τραμπ λέει στους υποστηρικτές του ότι οι εσωτερικοί εχθροί -όχι οι δικοί του, αλλά οι δικοί τους, και σε αυτό επίσης έγκειται τεράστιος κίνδυνος- είναι «παράσιτα που θα ξεριζωθούν». Οι Εβραίοι ήταν «παράσιτα» για τον Χίτλερ, «τρωκτικά» αποκαλούσε τους εχθρούς του ο Μπενίτο Μουσολίνι.
Ιστορικοί, ακαδημαϊκοί, επιστήμονες, ο Λευκός Οίκος και οι Δημοκρατικοί, Ρεπουμπλικανοί που αντιτίθενται στον Ντόναλντ Τραμπ και συντηρητικοί από όλο το κοινωνικό φάσμα περιλαμβανομένων δικαστών και νομικών, κρούουν σήμα κινδύνου για τη φασίζουσα ρητορική Τραμπ που δαιμονοποιεί όσους ο ίδιος εκλαμβάνει ως εχθρούς -και είναι πολλοί- και θέτει το κίνημα MAGA σε «πολεμική» ετοιμότητα απέναντι στις «σκοτεινές δυνάμεις» που κατά τον Ντόναλντ Τραμπ τους απειλούν.
Δεν είναι τυχαίο πως όταν κλήθηκαν να λογοδοτήσουν ενώπιον της Δικαιοσύνης πολλοί εκ των προσαχθέντων για την εισβολή της 6ης Ιανουαρίου 2021 στο Καπιτώλιο δήλωσαν πως πίστευαν ότι εκτελούσαν εντολές του προέδρου τους. Είχαν ακούσει την «πύρινη» εκείνη ομιλία του Τραμπ που προηγήθηκε των δυστοπικών εικόνων με το Καπιτώλιο να δέχεται επίθεση σε απευθείας τηλεοπτική μετάδοση. «Πολεμήστε σαν διάβολοι γιατί δεν θα έχετε πια χώρα» έλεγε ο τότε πρόεδρος καλώντας τους υποστηρικτές του να «κατέβουν» τη λεωφόρο Πενσιλβάνια προς το Κογκρέσο γιατί «του είχαν κλέψει τη νίκη». Και εκείνοι το έκαναν.
«Θα ξεριζώσουμε τους κομμουνιστές, τους μαρξιστές, τους φασίστες και τους ριζοσπαστικούς αριστερούς τραμπούκους που ζουν σαν παράσιτα μέσα στα όρια της χώρας μας» λέει ο Τραμπ σήμερα διατρανώνοντας ότι «η απειλή από εξωτερικές δυνάμεις είναι πολύ λιγότερο καταχθόνια, επικίνδυνη και σοβαρή από την απειλή εκ των έσω». Η «εισαγωγή» στη φασιστική ρητορική έγινε κατά την πρόσφατη ομιλία του για την Ημέρα των Βετεράνων στο Νιου Χαμσάιρ και συνεχίστηκε με διαδικτυακές αναρτήσεις.
Ο Τραμπ είχε ήδη αρχίσει εδώ και μήνες να χτίζει ένα άκρως επικίνδυνο αφήγημα γύρω από τις ποινικές διώξεις εις βάρος του. «Το 2016 διακήρυξα 'είμαι η φωνή σας'. Σήμερα προσθέτω είμαι ο πολεμιστής σας, η δικαιοσύνη σας, και για όσους έχουν αδικηθεί ή προδοθεί, εγώ είμαι η εκδίκησή σας» έλεγε τον Μάρτιο στο Συνέδριο Πολιτικής Δράσης των Συντηρητικών (CPAC). Δεν είναι μία τυχαία ή απομονωμένη φράση, αλλά η επικίνδυνη και σκοτεινή υπόσχεση, ο πυρήνας του «συμβολαίου» που επιδιώκει να κλείσει με το κομμάτι της αμερικανικής κοινωνίας που συγκροτεί το κίνημα MAGA, αρκτικόλεξο για την περίφημη επωδό του «Make America Great Again».
Ως «θύμα πολιτικού διωγμού» από ένα υποταγμένο στους Δημοκρατικούς και τον Τζο Μπάιντεν δικαστικό σύστημα, όπως σταθερά αυτοπροβάλλεται, το «εγώ είμαι η εκδίκησή σας» εύκολα μετατρέπεται σε εσείς εκδικηθείτε εκ μέρους μου…
«Μην ξεχνάτε ποτέ ότι οι εχθροί μας θέλουν να πάρουν τη δική μου ελευθερία γιατί δεν θα τους αφήσω να πάρουν ποτέ τη δική σας ελευθερία. Και εν τέλει δεν κυνηγούν εμένα, αλλά εσάς, απλά στέκομαι στο δρόμο τους. Αυτό είναι πολύ περισσότερο από μία εκστρατεία, όλοι συμμετέχουμε σε ένα μεγάλο πολιτικό κίνημα, το μεγαλύτερο τέτοιο κίνημα στην ιστορία της χώρας μας. Και αν δείτε τις δημοσκοπήσεις, κερδίζουμε. Κερδίζουμε σε κάθε πολιτεία-κλειδί», δήλωσε επίσης στο Νιου Χαμσάιρ.
Η ρητορική Τραμπ έχει συνολικά κλιμακωθεί. Η μεταναστευτική κρίση στα σύνορα των Ηνωμένων Πολιτειών με το Μεξικό «δηλητηριάζει το αίμα της χώρας μας», λέει απηχώντας ξανά ναζιστική ρητορική και συγκρίνει τους μετανάστες που περνούν τα σύνορα με τον Χάνιμπαλ Λέκτερ, τον κατά συρροή δολοφόνο και κανίβαλο στο φιλμ «Η Σιωπή των Αμνών». Παράλληλα, αποφαίνεται ότι ο πρώην αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Μαρκ Μίλι είναι ένοχος για «εσχάτη προδοσία» και σε άλλες εποχές θα είχε εκτελεστεί...
Στα όρια συνταγματικής κρίσης
Όλα αυτά τη στιγμή που ο αμερικανικός Τύπος κατακλύζεται από δημοσιεύματα για τα σχέδια που καταρτίζει το επιτελείο Τραμπ για να εκδικηθεί επικριτές και αντιπάλους σε μία δεύτερη θητεία, με άξονα την εργαλειοποίηση του ομοσπονδιακού υπουργείου Δικαιοσύνης για να «ανοίξει» έρευνες ενάντια σε όλους όσοι θέλει να εκδικηθεί. Πώς θα κάνει δηλαδή ακριβώς αυτό για το οποίο ψευδώς κατηγορεί την κυβέρνηση Μπάιντεν ότι έχει πράξει εις βάρος του, αποδίδοντας σε πολιτικό διωγμό και άλλα παρεμφερή το σύνολο των πρωτοφανών στην αμερικανική Ιστορία ποινικών διώξεων σε βάρος πρώην προέδρου.
Πρόκειται για σχεδιασμούς που θα «ξηλώσουν» κανόνες της αμερικανικής Δημοκρατίας και του Κράτους Δικαίου, και στους οποίους περιλαμβάνονται και σκέψεις να επικαλεστεί το Νόμο περί Εξέγερσης ώστε να βγάλει το στρατό στους δρόμους εφόσον, σε περίπτωση επανεκλογής του, υπάρξουν διαδηλώσεις διαμαρτυρίας κατά την ορκωμοσία του Ιανουαρίου 2025. Η ευρεία επέκταση των προεδρικών εξουσιών και ο διορισμός έμπιστων δικαστών και εισαγγελέων του ίδιου ιδεολογικού στρατοπέδου σε θέσεις-κλειδιά στη διακυβέρνηση συμπληρώνουν το «εγχειρίδιο» που συντάσσεται για μία ενδεχόμενη θητεία Τραμπ, σύμφωνα με ρεπορτάζ των New York Times και Washington Post.
Οι σύμμαχοι του Τραμπ απορρίπτουν τις ανησυχίες ως κινδυνολογία και κυνικές πολιτικές επιθέσεις, ενώ μπροστά στην κατακραυγή για τα σχόλια περί «παρασίτων» ο εκπρόσωπος της εκστρατείας Τραμπ έδωσε την εξίσου φασιστικών αποχρώσεων απάντηση πως οι επικρίσεις προέρχονται από αντιδραστικούς φιλελεύθερους των οποίων «η θλιβερή, μίζερη ύπαρξη θα συντριβεί όταν ο πρόεδρος Τραμπ επιστρέψει στον Λευκό Οίκο».
Μία από τις πλέον ηχηρές παρεμβάσεις ήλθε εντός της εβδομάδας από συντηρητικούς νομικούς και δικαστές, οι οποίοι με ανοιχτή επιστολή τους στους New York Times προειδοποιούν για τους κινδύνους μίας νέας θητείας Τραμπ και τονίζουν ότι «η αμερικανική Δημοκρατία, το Σύνταγμα και το Κράτος Δικαίου αποτελούν τον δίκαιο αγώνα της εποχής μας και οι νομικοί της χώρας είναι υποχρεωμένοι να τον στηρίξουν».
Συντάκτες της επιστολής είναι ο Τζορτζ Κόνγουεϊ, πρώην σύζυγος της πρώην ανώτερης συμβούλου του Τραμπ, Κέλιαν Κόνγουεϊ, ο Τζέι Μάικλ Λούτιγκ, πρώην εφέτης δικαστής και η Ρεπουμπλικανή πρώην βουλευτής της Βιρτζίνια Μπάρμπαρα Κόμστοκ. Και οι τρεις είναι μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της νεοσυσταθείσας Ένωσης για το Κράτος Δικαίου που συγκροτήθηκε ακριβώς ως απάντηση στο φαινόμενο συντηρητικών δικηγόρων που είναι πρόθυμοι να ανατρέψουν το Σύνταγμα και γίνονται όλο και περισσότερο «η νέα κανονικότητα».
Η χώρα βρίσκεται στα όρια της συνταγματικής κρίσης προειδοποιούν, έχοντας αποχωρήσει από την κύρια ένωση που αποτελούσε επί μακρόν σημαιοφόρο του συντηρητικού νομικού κινήματος, αλλά απέτυχε να ανταποκριθεί ικανοποιητικά στην περίοδο της κρίσης, όπως υποστηρίζουν. «Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο χρειαζόμαστε μια οργάνωση συντηρητικών δικηγόρων που να είναι προσηλωμένοι στις θεμελιώδεις συνταγματικές αρχές στις οποίες κάποτε όλοι συμφωνούσαμε» σημειώνουν.
Οι υπογράφοντες κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου ότι σε μία πιθανή δεύτερη προεδρική θητεία, ο Ντόναλντ Τραμπ θα στελεχώσει την κυβέρνησή του με κομματικά κριτήρια, με άτομα πρόθυμα να εφαρμόσουν την ατζέντα του, που θα παρακάμπτουν τους υφιστάμενους νόμους. Επικαλούνται τα ήδη δημοσιοποιημένα σχέδια του Τραμπ να διορίσει δημόσιους υπαλλήλους που θα επιδοθούν σε αντίποινα κατά των πολιτικών του αντιπάλων, να απομακρύνει ομοσπονδιακούς δημόσιους υπαλλήλους κατά βούληση και να επικαλείται ειδικές εξουσίες για να περιορίσει ελευθερίες και πολιτικά δικαιώματα που προστατεύονται από το Σύνταγμα.
Ο Τζέι Μάικλ Λούτιγκ, ο οποίος συνυπογράφει την ανοιχτή επιστολή, είναι εκ των πλέον γνωστών και έγκριτων συντηρητικών ομοσπονδιακών δικαστών και χαίρει ιδιαίτερης εκτίμησης στις Ηνωμένες Πολιτείες. Είναι ο συνταξιοδοτηθείς δικαστής που συμβουλεύτηκε ο πρώην αντιπρόεδρος Μάικ Πενς όταν δεχόταν ασφυκτικές πιέσεις από τον Ντόναλντ Τραμπ να εμποδίσει την επικύρωση της εκλογής Μπάιντεν την 6η Ιανουαρίου 2021 από το Κογκρέσο, χωρίς ούτε καν να έχει την αρμοδιότητα να το πράξει ακόμη και αν τα περί νοθείας δεν ήταν όλα ψέματα.
Πρόσφατα, ο δικαστής είχε εξαπολύσει σφοδρή επίθεση στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα για την αφωνία του. «Η αμερικανική Δημοκρατία απλά δεν μπορεί να λειτουργήσει δίχως δύο εξίσου υγιή και εξίσου ισχυρά πολιτικά κόμματα. Συνεπώς, σήμερα κατά την άποψή μου, δεν υπάρχει Ρεπουμπλικανικό Κόμμα για να αντιμετωπίσει το Δημοκρατικό Κόμμα στη χώρα. Και για το λόγο αυτή η αμερικανική Δημοκρατία διατρέχει μεγάλο κίνδυνο» δήλωσε από τη συχνότητα του CNN, τονίζοντας ότι ο Ντόναλντ Τραμπ κατέστρεψε το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα και σήμερα είναι πιο επικίνδυνος από πριν.
«Ένα πολιτικό κόμμα είναι μία συλλογή και συνάθροιση ατόμων που μοιράζονται ένα σύνολο πεποιθήσεων, αρχών και πολιτικών απόψεων για τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής. Σήμερα, δεν υπάρχει ένα τέτοιο κοινό σύνολο πεποιθήσεων, αξιών και αρχών ή ακόμη και πολιτικών απόψεων εντός του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος» ανέφερε ο Τζέι Μάικλ Λούτιγκ.
Σε δύο μήνες, στις 15 Νοεμβρίου 2024, στήνονται στην Άιοβα οι πρώτες κάλπες των προκριματικών εκλογών για το ρεπουμπλικανικό χρίσμα. Ο χρόνος μετρά αντίστροφα αλλά οι βασικοί συνυποψήφιοι του Τραμπ, Ρον ντε Σάντις και Νίκι Χέιλι, δεν έχουν ακόμη βρει τη λύση για τη μεγαλύτερη πρόκληση της εσωκομματικής κούρσας: Πώς να εκμεταλλευτούν τη μεγαλύτερη αδυναμία του Τραμπ -ότι είναι παράγοντας χάους και διώκεται- χωρίς να αποξενώσουν τους ψηφοφόρους του. Και ούτε προβλέπεται ότι θα τη βρούν.