του Γιώργου Παυλόπουλου
«Η απόφαση της Γαλλίας να αυξήσει τους δημοσιονομικούς της στόχους καταστρέφουν και το ελάχιστο που είχε απομείνει από το Σύμφωνο Σταθερότητας και θα εμποδίσει τις μεταρρυθμίσεις στην ευρωζώνη για τα επόμενα χρόνια», έγραφε χθες στο eurointelligence.com ο γνωστός αρθρογράφος Βόλφγκανγκ Μίνχαου.
«Ο Άγιος Βασίλης ήρθε φέτος πιο νωρίς για εκατομμύρια Γάλλους», σημείωνε από την πλευρά του το Politico, τονίζοντας ότι οι παροχές προς τα χαμηλά εισοδήματα και τους συνταξιούχους «φουσκώνουν το έλλειμμα του προϋπολογισμού πάνω από το 100% του ΑΕΠ και συνιστούν υπαναχώρηση από τις δεσμεύσεις προς την ΕΕ για δημοσιονομική πειθαρχία».
«Οι υποσχέσεις που παρουσίασε την Δευτέρα ο Μακρόν (...) θα μπορούσαν να αποτελέσουν όπλο στα χέρια των αναπληρωτών πρωθυπουργών της Ιταλίας, Ματέο Σαλβίνι και Λουίτζι ντι Μάγιο, καθώς αμφισβητούν τους κανόνες της ΕΕ προκειμένου να τηρήσουν τις προεκλογικές τους δεσμεύσεις. Κι αυτό διότι το έλλειμμα του προϋπολογισμού της Γαλλίας ίσως θέσει σε αμφισβήτηση τους ίδιους ακριβώς κανόνες», υπογραμμίζει από την πλευρά του το Bloomberg.
Στο ίδιο μήκος κύματος και το σχόλιο του Μπεν Χολ στους Financial Times. Αν και ισχυρίζεται πως Γαλλία και Ιταλία δεν είναι ίδιες περιπτώσεις, καθώς η πρώτη βρίσκεται σε καλύτερη θέση από τη δεύτερη, παραδέχεται ότι στη διαμάχη της με τις Βρυξέλλες για τον προϋπολογισμό και το έλλειμμα του 2019, «πλέον, η Ρώμη μπορεί να δείξει προς την κατεύθυνση του Παρισιού και να ζητήσει επιείκια».
Δύο μέτρα και σταθμά;
Πράγματι, παρά τις διαφορές που παρουσιάζουν ανάμεσά τους, οι κρίσεις που έχουν ξεσπάσει στη Γαλλία και την Ιταλία -δεύτερη και τρίτη σε μέγεθος οικονομία της ευρωζώνης αντιστοίχως, με συνολικό ΑΕΠ άνω των 4 τρισ. ευρώ και δημόσιο χρέος κοντά στα 4,7 τρισ. - συνδέονται με ένα ομφάλιο λώρο. Κι αυτός, με τη σειρά του, απειλεί να «πνίξει» το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης της ΕΕ και μαζί του ολόκληρο το μοντέλο δημοσιονομικής πειθαρχίας το οποίο έχουν επιβάλλει κυρίως το Βερολίνο και ο (σαφώς πλουσιότερος) ευρωπαϊκός Βορράς.
Τα ερωτήματα που τίθενται, πλέον, για την Κομισιόν και όσους εκφράζουν την γραμμή που κυριαρχεί σήμερα στην Ευρώπη είναι σαφές και αμείλικτο: Θα δεχθούν την σαφή παραβίαση από τον Μακρόν και την κυβέρνησή του των όρων του Συμφώνου και των δεσμεύσεων που οι ίδιοι έχουν αναλάβει, καθώς το γαλλικό έλλειμμα για το 2019 υπολογίζεται ότι θα φτάσει κοντά στο 3,5%; Αν ναι, θα συνεχίσουν να απειλουν την Ιταλία με κυρώσεις ή θα την αντιμετωπίσουν επίσης με την ίδια ευελιξία και κατανόηση, μιας και η κυβέρνηση της Ρώμης έχει δεσμευτεί ότι η υπέρβαση των ορίων και των στόχων θα είναι προσωρινή;
Ή, αντιθέτως, θα σαλπίσουν επίθεση και κατά των Παρισίων -κάτι που, εκτός από τους τεράστιους κινδύνους για τη σταθερότητα και την ύπαρξη της ευρωζώνης, θα σημαίνει ότι αδειάζουν και τοποθετούν απέναντί τους τον Γάλλο πρόεδρο, ο οποίος μέχρι πρόσφατα ήταν η τελευταία ελπίδα των Ευρωπαίων φεντεραλιστών και των υπέρμαχων της οικονομικής και πολιτικής ενοποίησης;
Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα, με άλλα λόγια. Πολύ περισσότερο καθώς το πρόβλημα είναι πολύ βαθύτερο και δεν απαντάται ούτε με τεχνοκρατικούς αλγόρυθμους ούτε βεβαίως με τα... ξόρκια στον λαϊκισμό.
Κοινωνικό χάσμα και φτωχοί εργαζόμενοι
«Τα προβλήματα του Μακρόν θα έπρεπε να διδάξουν στην Ευρώπη να φοβάται», καθώς «οι χαμένοι της γαλλικής κοινωνίας εξεγείρονται κατά του συστήματος», έγραφε χθες χαρακτηριστικά η γερμανική οικονομική εφημερίδα Handelsblatt στην ιστοσελίδα της. Και συνέχιζε, παρουσιάζοντας τους τρεις λόγους για τους οποίους -κατά την άποψη του συντάκτη της, Τόμας Χάνκε- «το εθνικό πρόβλημα του Μακρόν μετατρέπεται σε ένα πρόβλημα για ολόκληρη την Ευρώπη».
Ο πρώτος είναι οι κανόνες σταθερότητας που αφορούν στο ευρώ, καθώς «εάν (ο Γάλλος πρόεδρος) επιμείνει στα μέτρα του, θα αποδυναμώσει το μέτωπο κατά των λαϊκιστών της ΕΕ». Ο δεύτερος αφορά τη διαπίστωση ότι οι μεταρρυθμίσεις δεν αποδίδουν -«εάν μείνει στα μισά του δρόμου, τότε η Γαλλία θα γίνει ο μόνιμος μεγάλος ασθενής της Ευρώπης (...) Μια χώρα της οποίας η οικονομικά αδυναμία θα οδηγεί σε πολιτικά αστάθεια». Όσο για τον τρίτο λόγο, πάντα σύμφωνα με την Handelsblatt, έχει να κάνει με το γεγονός ότι τα προβλήματα του Μακρόν είναι ουσιαστικά προβλήματα που αφορούν όλη την Ευρώπη, αλλά και με το διευρυνόμενο χάσμα ανάμεσα σε πλούσιους και φτωχούς.
«Η εργασία και οι επιδόσεις πρέπει να επιβραβεύεται. Δεν μπορούμε διαρκώς να λέμε στους ανθρώπους ότι η διαρκής επιμόρφωση αποτελεί τον δρόμο προς την άνοδο, στη συνέχεια όμως να τους αμείβουμε με ένα εισόδημα λίγο πάνω από τον κατώτατο μισθό. Γι'' αυτό και κάτι ανάλογο μπορεί να συμβεί και σε άλλες χώρες: Η εξέγερση εκείνων οι οποίοι κερδίζουν πολλά για να μην πεινάσουν, αλλά πολύ λίγα για να σταθούν ως πλήρεις συμμέτοχοι αυτής της κοινωνίας. Αυτοί δεν έχουν μόνο την επιλογή να ψηφίσουν δεξιά ή αριστερά λαϊκιστικά κόμματα. Μπορούν, επίσης, να βγουν στους δρόμους και να παγώσουν μια ολόκληρη χώρα».
Κομισιόν-χωροφύλακας
Απέναντι σε αυτή τη σκληρή πραγματικότητα, ο ρόλος των ευρωπαϊκών θεσμών μοιάζει άχαρος -και συχνά αντιδραστικός, παρά τη συνήθη διαχυτικότητα του Ζαν-Κλοντ Γιουνκέρ απέναντι στους ηγέτες των κρατών-μελών και την προσπάθειά του να πείσει ότι τάσσεται υπέρ μιας πιο δίκαιης και ισορροπημένης Ευρώπης. Η ίδια η Κομισιόν, άλλωστε, τείνει να αποκτήσει αντικειμενικά τον ρόλο του... χωροφύλακα: Έχει υπό επιτήρηση τις χώρες που πέρασαν από μνημόνια (Ελλάδα, Πορτογαλία, Ιρλανδία, Κύπρο), ετοιμάζεται να βάλει κυρώσεις στην Ιταλία, θέτει σε καθεστώς παρακολούθησης τη Γαλλία, ενώ (για τυπικούς, έστω, λόγους) εγκαλεί και τη Γερμανία, επειδή έχει υπερβολικό... πλεόνασμα!
Κι αν με τα μικρά «ψάρια» τα κατάφερε σχετικά καλά, με τα μεγάλα τα πράγματα είναι σαφώς πιο δύσκολα. Ειδικά σε ένα περιβάλλον που οι περισσότεροι δείχνουν να γράφουν στα παλαιότερα των υποδημάτων τους εκείνους ακριβώς τους κανόνες που η Κομισιόν καλείται να προστατεύσει, ως θεματοφύλακας.
Λέτε όλα αυτά να μην παίξουν ρόλο στις επικείμενες ευρωεκλογές του Μαΐου; Εκεί, δηλαδή, όπου μέχρι πρόσφατα αναμενόταν να αναμετρηθούν δύο στρατόπεδα των οποίων επικεφαλής ήταν στο ένα ο Μακρόν και στο άλλο ο Σαλβίνι, οι οποίοι πλέον παραβιάζουν εξίσου τους κανόνες της ΕΕ;
AP Photo/Francois Mori, pool