Στην πανδημία του κορονοϊού, στον υψηλό πληθωρισμό και στη μετανάστευση αποδίδουν η κυβέρνηση και η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία κατά του Εγκλήματος (ΒΚΑ) την αύξηση της εγκληματικότητας που διαπιστώνεται ειδικά μεταξύ μεταναστών και νέων στην έκθεση που παρουσίασαν σήμερα η υπουργός Εσωτερικών Νάνσι Φέζερ, ο υπουργός Εσωτερικών του Βρανδεμβούργου Μίχαελ Στούμπγκεν και ο επικεφαλής της ΒΚΑ Χόλγκερ Μουνχ.
«Η εξέλιξη απαιτεί την αναγκαία και, κατά την άποψή μου, σκληρή δράση του κράτους δικαίου και αυξημένη πρόληψη», δήλωσε η κυρία Φέζερ και διαβεβαίωσε ότι «παρά τους αριθμούς, η Γερμανία εξακολουθεί να είναι μια από τις πιο ασφαλείς χώρες του κόσμου».
Σύμφωνα με την έκθεση, το 2023 ο αριθμός των εγκλημάτων ήταν ο υψηλότερος από το 2016. Οι αρχές κατέγραψαν 5,94 εκατομμύρια περιπτώσεις εγκληματικότητας, που αντιστοιχούν σε αύξηση κατά 5,5% από το 2022.
Ο επικεφαλής της ΒΚΑ Χόλγκερ Μουνχ υποστήριξε ότι η γενική δυσμενής εξέλιξη οφείλεται κυρίως στις συνέπειες της πανδημίας, στις δυσκολίες που συνεπάγεται ο υψηλός πληθωρισμός και στον μεγάλο αριθμό μεταναστών που έφθασαν στη χώρα σε σύντομο χρονικό διάστημα, γεγονός που έχει ως αποτέλεσμα πενιχρές ευκαιρίες ενσωμάτωσης.
Μετά τα έτη 2020, 2021 και 2022, το 2023 ήταν το πρώτο με «κανονική» κοινωνική ζωή και αυτό «δημιουργεί περισσότερες ευκαιρίες -αλλά και αιτίες- για εγκληματικές πράξεις», αναφέρεται στην έκθεση. Όπως επισημαίνεται, ιδιαίτερα μεταξύ των νέων, είναι πιο ορατά τα ψυχολογικά προβλήματα που προκάλεσαν οι περιορισμοί της πανδημίας.
«Ο αριθμός των περιστατικών και των υπόπτων» είναι επίσης αυξημένος σε οικονομικά ασθενέστερες περιοχές, επισημαίνουν οι συντάκτες της έρευνας, ενώ τονίζουν και τις συνθήκες διαβίωσης σε κέντρα υποδοχής και φιλοξενίας μεταναστών.
Ενώ ο αριθμός των Γερμανών οι οποίοι ήταν ύποπτοι εγκληματικών πράξεων αυξήθηκε κατά 1% σε περίπου 1,32 εκατομμύρια εντός ενός έτους, ο αριθμός των μη Γερμανών σημείωσε αύξηση κατά 17,8%, σε περίπου 923.000 την ίδια περίοδο. Συνολικά, το 41,1% όλων των εγκληματικών πράξεων που καταγράφηκαν το 2023 είχε ως υπόπτους άτομα που δεν είναι κάτοχοι γερμανικής υπηκοότητας, με αύξηση 3,7 μονάδες από το 2022 και ενώ οι αλλοδαποί στη χώρα αντιπροσωπεύουν μόνο το 15% του συνολικού πληθυσμού.
«Εκτός από τις άμεσες ποινικές συνέπειες, αυτό σημαίνει ότι οι εγκληματίες χωρίς γερμανικό διαβατήριο θα πρέπει να φύγουν από τη χώρα πολύ πιο γρήγορα από ό,τι συνέβαινε κατά το παρελθόν. Όποιος δεν ακολουθεί τους κανόνες πρέπει να φύγει», τόνισε η Νάνσι Φέζερ, επισημαίνοντας ταυτόχρονα και την ανάγκη για καλύτερη πρόληψη και ενσωμάτωση.
Απαντώντας σε ερώτηση εάν η μετανάστευση έχει καταστήσει τη Γερμανία λιγότερο ασφαλή χώρα, η υπουργός Εσωτερικών παραδέχθηκε ότι ο συσχετισμός είναι ορθός και δήλωσε ότι «πρέπει να μιλήσουμε για την εγκληματικότητα από τους ξένους, χωρίς δικαιολογίες και απολογητική διάθεση», αναδεικνύοντας και την προσπάθεια της ομοσπονδιακής κυβέρνησης να περιορίσει την άφιξη μεταναστών στην Γερμανία.
Ο κ. Στούμπγκεν δήλωσε επίσης ότι «το να παραβλέπουμε ή να αγνοούμε την αναλογία είναι εξίσου λάθος και επιζήμιο με το να σημαίνουμε πολιτικό συναγερμό ή να προκαλούμε γενική καχυποψία για τους ξένους», ενώ παραδέχθηκε ότι «ένας αριθμός πάνω από τον μέσο όρο των αλλοδαπών γίνονται εγκληματίες».
Ο αρχηγός της ΒΚΑ Χόλγκερ Μουνχ μίλησε ακόμη για «ανησυχητικούς» αριθμούς, ειδικά στην εγκληματικότητα των νέων, κάνοντας λόγο για αυξημένα ψυχολογικά προβλήματα τα οποία έχουν την αιτία τους στις συνθήκες απομόνωσης που επιβλήθηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Κατά την παρουσίαση της έκθεσης διευκρινίστηκε ότι τα στοιχεία περιλαμβάνουν μόνο εγκλήματα τα οποία έχουν καταγγελθεί, ωστόσο τα δύο τρίτα των περιστατικών σωματικής βλάβης δεν αναφέρονται ποτέ, όπως και το 90% των σεξουαλικών εγκλημάτων, ενώ στην έκθεση δεν περιλαμβάνονται εγκλήματα με πολιτικά κίνητρα ή εγκλήματα τα οποία έγιναν από το εξωτερικό, π.χ. στον κυβερνοχώρο.
Σχολιάζοντας τις ανακοινώσεις, ο υπουργός Αγροτικής Οικονομίας Τζεμ Έτσντεμιρ (Πράσινοι), με ανάρτησή του στο «Χ», δήλωσε: «Οι στατιστικές εγκληματικότητας πρέπει να μας κάνουν να σκεφτούμε: όποιος έρχεται στη Γερμανία για να ζητήσει προστασία και διαπράττει εδώ ένα έγκλημα, δεν μπορεί να περιμένει επιείκεια. Πρέπει να φύγει και πάλι από τη χώρα μας.
Δεν μπορούμε να το υποτιμούμε αυτό ως κοινωνικό πρόβλημα». Η αντίδραση του κ. Έτσντεμιρ προκάλεσε την απάντηση του επίσης «πράσινου» ευρωβουλευτή Ερίκ Μαρκάρντ, ο οποίος έγραψε ότι «το πρόβλημα πρέπει να αντιμετωπιστεί, όμως οι απλοϊκές λύσεις ή τα συνθήματα ποτέ δεν έλυσαν το πρόβλημα, αλλά μάλλον το επιδείνωσαν» και πρόσθεσε ότι η αιτία βρίσκεται στα κοινωνικά προβλήματα.
«Οι Πράσινοι του Έτσντεμιρ θα πρέπει τώρα να σταματήσουν να μπλοκάρουν οτιδήποτε ρυθμίζει τη μετανάστευση, τον έλεγχο και τα όρια», δήλωσε από την πλευρά του ο κρατιδιακός βουλευτής του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος στη Βάδη-Βυρτεμβέργη Αντρέας Ντόισλε και κάλεσε τους Πράσινους να αναγνωρίσουν την εγκληματικότητα των μεταναστών ως πραγματικό πρόβλημα. «Διαφορετικά, θα χαθεί ο έλεγχος και οι άνθρωποι θα χάσουν την εμπιστοσύνη στη δημοκρατία μας».
Ο βουλευτής του CDU και πρώην υπουργός Υγείας Γενς Σπαν, μιλώντας στην BILD, δήλωσε επίσης ότι «πολλοί μετανάστες έρχονται από εντελώς διαφορετικές κοινωνίες, με εντελώς διαφορετικούς πολιτισμούς και συχνά από χώρες στις οποίες δεν υπάρχει καθόλου επιβολή της τάξης από το κράτος ενώ είναι άγνωστη έννοια η ειρηνική συνύπαρξη». Αυτές οι συνθήκες, πρόσθεσε, «διαμορφώνουν ενδεχομένως και τη συμπεριφορά πολλών μεταναστών».