Που οφείλεται η αποτυχία της Γερμανίας στη διαχείριση της πανδημίας; Σε καιρούς ειρήνης, το ομοσπονδιακό σύστημα της Γερμανίας, αποδεικνύεται ότι λειτουργεί ικανοποιητικά. Όχι όμως σε καιρούς «πολέμου», όπως αυτός που διανύει ο πλανήτης.
Σε μια χώρα με πάνω από 78.000 νεκρούς, τον τόνο δίνουν οι διαφωνίες της ομοσπονδοαικής κυβέρνησης με τα 16 κρατίδια, η κακή διαχείριση στα εμβόλια και η πρωτοφανής γραφειοκρατία. Η πανδημία ξεσκέπασε τις αδυναμίες του συστήματός της, δείχνοντας ότι η Γερμανία είχε «ντεζαβαντάζ» από την αρχή, όπως τονίζει ο γνωστός γερμανός πολιτικός επιστήμονας και καθηγητής Πανεπιστημίου Κλάους Στούβε στο Liberal.
Στην αρχή της πανδημίας βέβαια, τίποτα δεν προμήνυε τη σημερινή «ζοφερή» εικόνα που παρουσιάζει η - φημισμένη για την οργάνωση και αποτελεσματικότητά της - χώρα. Στην αρχή της κρίσης η Γερμανία «λάμβανε επαίνους για τη διαχείριση της κρίσης», σημειώνει ο κ. Στούβε. Πλέον όμως, «κατέστη σαφές ότι έγιναν σοβαρά λάθη από την πλευρά της πολιτικής, όπως ότι η σημασία της μάσκας αναγνωρίστηκε πολύ αργά», τονίζει ο καθηγητής.
Έναν χρόνο μετά την έκρηξη της πανδημίας κράτη της ΕΕ, που περίμεναν η Γερμανία να επιδείξει «leadership», παρακολουθούν με αμηχανία τα τεχνολογικά προβλήματα στη Γερμανία, τις καθυστερήσεις και το ντροπιαστικό σκάνδαλο με τις μάσκες. Ωστόσο, ιδιαίτερη αίσθηση προκαλούν τρία προβληματικά σημεία, που φαίνεται πως σχετίζονται με το σύστημα της Γερμανίας:
- Η αδιανόητη γραφειοκρατία, που αποτυπώνεται και στη διενέργεια των τεστ
- Το «χάος» με τα εμβόλια
- Η συνεχής διαμάχη μεταξύ της ομοσπονδιακής κυβέρνησης και κρατιδίων για το lockdown και τα μέτρα
Η γραφειοκρατία και προβλήματα με τα τεστ
Στη Γερμανία διεξάγονται - εκ πρώτης όψεως - αρκετά τεστ. Ενδεικτικό είναι ότι από τις 29 Μαρτίου έως τις 4 Απριλίου 2021, παρ' ότι ήταν η εβδομάδα του Καθολικού Πάσχα, διενεργήθηκαν πάνω από 1,1 εκατ. τεστ, σύμφωνα με τα στοιχεία του Ινστιτούτου Ρόμπερτ Κοχ.
Σε μια χώρα όμως που αριθμεί πάνω από 83 εκατομμύρια πληθυσμό, «αυτό που ακούγεται πολύ, δεν είναι αρκετό», σημειώνει η Zeit Online, ενώ είναι γεγονός ότι κρατίδια αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην παράδοση των τεστ. Mιλώντας στο Liberal, o ελληνικής καταγωγής ομοσπονδιακός βουλευτής του FDP στη Γερμανία Γρηγόρης Αγγελίδης, τονίζει: «Χρειαζόμαστε, ειδικά στα σχολεία και για τους εργαζόμενους στον κλάδο της υγείας, ένα τεστ την ημέρα. Αυτή τη στιγμή όμως στη Γερμανία δεν έχουμε καν αρκετά τεστ, ενώ έχουμε μια μαζική επέκταση των μολύνσεων. Ειδικά μια χώρα όπως η Γερμανία θα έπρεπε να έχει μετά από έναν χρόνο πανδημίας αρκετά τεστ».
Aπό τις 8 Μαρτίου 2021 κάθε πολίτης στη Γερμανία δικαιούται «το λιγότερο» ένα «Schnelltest» (Rapid Test) την εβδομάδα δωρεάν. Τα τεστ αυτά διενεργούνται και σε φαρμακεία. Όπως σημειώνει όμως στο Liberal η Γκαμπριέλ Ρεγκίνα Όβερβινινγκ, Πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Ένωσης Φαρμακοποιών στη Γερμανία, δεν επιτρέπεται κάθε φαρμακείο να προσφέρει αυτήν την υπηρεσία, καθώς πρέπει να πληρούνται αρκετές προϋποθέσεις.
Γι αυτό και στην καλύτερη περίπτωση 30-40% των φαρμακοποιών θα μπορεί (στο μέλλον) να συνδράμει σε αυτή τη διαδικασία. Ένα ακόμα «αγκάθι» σύμφωνα με την κ. Όβερβινινγκ είναι για τους φαρμακοποιούς, ότι ενώ υπάρχουν πολλές γραφειοκρατικές απαιτήσεις, αμείβονται «μόνο» με το ποσό των 12 ευρώ για κάθε Rapid Test.
Η γραφειοκρατία της Γερμανίας επηρεάζει όμως και την πορεία των self-tests. Η χώρα τα εισήγαγε ήδη από τις αρχές Μαρτίου και μάλιστα με πολύ καλές προϋποθέσεις, αφού α) ήδη 35 εταιρείες έλαβαν ως σήμερα έγκριση για τα προϊόντα τους (μεγάλη προσφορά) και β), τα τεστ αυτά έγιναν ανάρπαστα, παρότι δεν είναι δωρεάν (μεγάλη ζήτηση).
Ωστόσο, πολλοί φαρμακοποιοί αναφέρουν εκνευρισμένοι ότι έχουν στοιβαγμένα δεκάδες self-tests στις αποθήκες τους και δεν μπορούν να τα πουλήσουν. Ο λόγος: Ένας κανονισμός που ορίζει, ότι απαγορεύεται οι φαρμακοποιοί να ανοίγουν τις συσκευασίες για να πουλήσουν μεμονωμένα τεστ, κάτι που σημαίνει, ότι οι πολίτες αναγκάζονται να αγοράσουν συσκευασίες των 25, 50 έως και 100 τεμαχίων, πληρώνοντας 3 έως 5 ευρώ για το καθένα.
Οι εμβολιασμοί κινούνται με ρυθμούς...χελώνας
Αυτή τη στιγμή οι απόψεις στη Γερμανία συγκλίνουν μόνο σε ένα ζήτημα: Ότι η χώρα απέτυχε μέχρι τώρα ως προς τους εμβολιασμούς, αφού κατάφερε να εμβολιάσει μόνο το 15,2% του πληθυσμού με την πρώτη δόση και 5,9% με τη δεύτερη (10 Απριλίου 2021).
Gestern wurden 547.000 Personen geimpft. Insgesamt sind damit 15,2 Prozent der Deutschen mindestens einmal geimpft. Das sind knapp 12,7 Mio Bürgerinnen & Bürger. 4,9 Mio (5,9 %) haben nach der 2. Impfung den vollen Schutz. Verimpft wurden bisher 17,58 Mio Dosen.
— Jens Spahn (@jensspahn) April 10, 2021
Με τα κρατίδια να είναι υπεύθυνα για τους εμβολιασμούς, τα ποσοστά εμβολιασμών διαφέρουν σημαντικά, ανάλογα με το κρατίδιο.
Τα ραντεβού
Ιδιαίτερα μεγάλο εκνευρισμό προκαλούν οι τεχνολογικές δυσκολίες και το κλείσιμο των ραντεβού, που έχει εξελιχτεί σε «γολγοθά». Για πολλούς, η Γερμανία καθυστέρησε και με την παράδοση των εμβολίων σε ιδιωτικά ιατρεία, κάτι το οποίο έγινε τελικά αυτήν την εβδομάδα. Πράγματι, από την περασμένη Τετάρτη που μπήκαν οι ιδιωτικοί γιατροί στον «αγώνα», η χώρα κατάφερε να διπλασιάσει σε μια μέρα τους εμβολιασμούς. Αν αυτό είχε γίνει κάποιες βδομάδες πριν, η χώρα δεν θα είχε γελοιοποιηθεί, αναφέρει ο γερμανικός τύπος.
«Έγιναν σοβαρότατα λάθη. Οι παραγγελίες των εμβολίων έγιναν πάρα πολύ διστακτικά, με αποτέλεσμα άλλες χώρες να είναι τώρα πολύ πιο μπροστά από τη Γερμανία. Βέβαια, η ευθύνη ανήκει πρωτίστως στην ΕΕ σε αυτό το κομμάτι, όμως η Γερμανία το 2ο εξάμηνο του 2020 κατείχε την Προεδρία της ΕΕ και επίσης η Πρόεδρος της Κομισιόν είναι Γερμανίδα», τονίζει ο καθηγητής Στούβε, επισημαίνοντας ότι υπήρχαν «δομικά προβλήματα που σχετίζονται με το ομοσπονδιακό σύστημα της Γερμανίας».
Ασυνεννοησία και διαρκείς διαμάχες μεταξύ ομοσπονδιακής κυβέρνησης και κρατιδίων
Στο σύστημα αυτό, αποδίδονται σύμφωνα με τον καθηγητή, και η άνευ προηγουμένου ασυνεννοησία και οι διαμάχες με ομοσπονδιακής κυβέρνησης και κρατιδίων. Πρόσφατα παραδείγματα, ότι η Καγκελάριος και ο Άρμιν Λάσετ, Πρόεδρος των Χριστιανοδημοκρατών «φωνάζουν» για καθολικό lockdown, ενώ κρατίδια όπως του Ζάαρ «επαναστατούν» και βαδίζουν το δικό τους δρόμο, ανοίγοντας δραστηριότητες.
Ο κ. Στούβε εξηγεί τις εικόνες αυτές ως εξής: «Υπό κανονικές συνθήκες, το ομοσπονδιακό σύστημα είναι μια πολύ καλή ιδέα. Εμποδίζει τη συγκέντρωση της εξουσίας και επιτρέπει τη λήψη πολιτικών αποφάσεων κοντά στον πολίτη. Ωστόσο, σε αυτήν την κρίση έγιναν εμφανή τα μειονεκτήματα του συστήματος της Γερμανίας. Δεν είναι σαφές, ποιος έχει σε ποιον τομέα την ευθύνη. Επίσης, όταν είναι ο στόχος η αποφυγή μεγάλων απειλών, είναι καλύτερο να υπάρχει μια κοινή γραμμή πλεύσης».
Μπορεί όλα τα βλέμματα να είναι στραμμένα στην Άνγκελα Μέρκελ και στο εξωτερικό να υπάρχει η πεποίθηση ότι ο/η καγκελάριος της Γερμανίας έχει τεράστια εξουσία, η πραγματικότητα είναι όμως διαφορετική. «Όταν λαμβάνονται αποφάσεις, αυτές πρέπει να εφαρμόζονται μετά από 16 κρατίδια, επομένως είναι πολύ πιθανόν κάποιοι να μην τηρούν τις συμφωνίες. Η καγκελάριος εδώ μπορεί μόνο να κάθεται και να παρακολουθεί. Δεν έχει καμία δυνατότητα να παρέμβει. Σε μια κρίση, όπου απαιτείται αποφασιστική δράση, όλο αυτό εξελίσσεται σε πρόβλημα», τονίζει ο κ. Στούβε, υπογραμμίζοντας ότι ακόμα και σε κατάσταση κρίσης (με εξαίρεση την περίπτωση της εθνικής άμυνας) η ομοσπονδιακή κυβέρνηση δεν έχει εξουσίες έκτακτης ανάγκης.
«Ήταν η ιστορική εμπειρία της Γερμανίας που οδήγησε σε αυτήν τη συνταγματική κατασκευή. Η άποψή μου, ωστόσο, είναι ότι είναι απαραίτητο να δοθούν στην Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση περισσότερες επιλογές για να ενεργεί σε περίπτωση έκτακτης κρίσης. Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση πρέπει να είναι σε θέση να λαμβάνει αποφάσεις προς το συμφέρον ολόκληρης της χώρας», καταλήγει ο Καθηγητής.
Πάντως, όπως αναφέρει ο γερμανικός τύπος, όλα δείχνουν ότι τελικά η Άνγελα Μέρκελ θα προχωρήσει την επόμενη βδομάδα στην κατάθεση νόμου στην Ομοσπονδιακή Βουλή, με την οποία η κυβέρνησή της θα προσπαθήσει να λάβει περισσότερες αρμοδιότητες για την αντιμετώπιση της πανδημίας.