Αυτή τη στιγμή, η Ελλάδα αξιολογείται με BB+ από την Standard & Poor’s. Βρίσκεται, δηλαδή, ένα «σκαλοπάτι» κάτω από την επενδυτική βαθμίδα. Από την άλλη πλευρά, η Fitch Ratings αλλά και η ιδιαιτέρως «αυστηρή» Moody’s αξιολογούν την Ελλάδα ένα και δύο «σκαλοπάτια», αντιστοίχως, χαμηλότερα από την Standard & Poor’s.
Έμπειροι αναλυτές πιστεύουν ότι οι οίκοι αξιολόγησης θα έπρεπε ήδη να έχουν αναβαθμίσει τη χώρα μας στα «σαλόνια» της επενδυτικής βαθμίδας. Πράγματι, ο καλός συνάδελφος Ηλίας Λεκκός από την Τράπεζα Πειραιώς μαζί με την ιδιαίτερα αξιόλογη ερευνητική του ομάδα (https://www.piraeusholdings.gr/en/oikonomiki-analisi-ependitiki-stratigiki/ependytiki-stratigiki/analysis-category/2022/global-downgrades-but-a-greek-upgrade) χρησιμοποιούν ένα εμπειρικό υπόδειγμα με οικονομικά στοιχεία για 123 χώρες το οποίο καταλήγει στα ακόλουθα ενδιαφέροντα συμπεράσματα:
Πρώτον, 26,8% των χωρών λαμβάνουν «σωστή» αξιολόγηση από την (αυστηρή) Moody’s. Δεύτερον, 29,3% λαμβάνουν υψηλότερη αξιολόγηση, σε σχέση με τα θεμελιώδη μεγέθη τους (economic fundamentals), από την Moody’s. Τρίτον, η συντριπτική πλειοψηφία, ήτοι το 43,9% των χωρών, λαμβάνουν χαμηλότερη αξιολόγηση. Με άλλα λόγια, η πλειοψηφία των χωρών αξιολογείται πιο συντηρητικά σε σχέση με τα θεμελιώδη μεγέθη τους τα οποία, μεταξύ άλλων, περιλαμβάνουν τον ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης, την εξέλιξη του δημοσίου ελλείμματος (και χρέους) και την δυνατότητα του κράτους να εφαρμόζει πολιτικές οι οποίες προάγουν τις επενδυτικές δραστηριότητες του ιδιωτικού τομέα.
Μεταξύ της πλειοψηφίας των χωρών με υποδεέστερη αξιολόγηση σε σχέση με τα θεμελιώδη μεγέθη τους βρίσκεται (δυστυχώς) και η Ελλάδα, η οποία, σύμφωνα με το υπόδειγμα της Τράπεζας Πειραιώς, θα έπρεπε ήδη να έχει επιστρέψει στην επενδυτική βαθμίδα μετά το 2021!
Εδώ, λοιπόν, ο οικονομικά σκεπτόμενος αναγνώστης θα αναρωτηθεί το εύλογο: Πρέπει, άραγε, να δίνουμε βαρύτητα στις πιστοληπτικές αποφάσεις των οίκων αξιολόγησης; Σε τελική ανάλυση, όπως έγραψε και ο οικονομικός αρχισυντάκτης των Financial Times Chris Giles (https://www.ft.com/content/ac967983-2f4f-4b0b-8714-4b7d356b2530), οι οίκοι αξιολόγησης έχασαν την «αξιοπιστία» τους μετά την χρηματοοικονομική κρίση του 2008-2009.
Όταν, δηλαδή, αποδείχθηκε ότι αξιολογούσαν πολλές ιδιωτικές εταιρίες με ιδιαίτερα υψηλές βαθμολογίες (τύπου ΑΑΑ) ενώ, στην πραγματικότητα, τα θεμελιώδη μεγέθη τους «έδειχναν» πολύ χαμηλότερη πιστοληπτική «εικόνα»… Η απάντηση στον οικονομικά σκεπτόμενο αναγνώστη είναι ότι, ευτυχώς ή δυστυχώς, οι οίκοι αξιολόγησης, από το 2010 και μετά, έχουν αποκτήσει περισσότερη δύναμη.
Πράγματι, πρόσφατη έρευνα (https://ecgi.global/sites/default/files/working_papers/documents/ratingsfinal.pdf) καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το 2020, 94% των funds στις ΗΠΑ και 65% των funds στην Ευρώπη χρησιμοποιούσαν τις πιστοληπτικές αξιολογήσεις των οίκων αξιολόγησης προκειμένου να λάβουν επενδυτικές αποφάσεις. Δέκα χρόνια πριν (το 2010 δηλαδή), (μόνο το) 90% των funds στις ΗΠΑ και (μόνο το) 46,8% των funds στην Ευρώπη έκαναν χρήση των πιστοληπτικών αξιολογήσεων!!!
Αφού, λοιπόν, οι οίκοι αξιολόγησης διατηρούν, αλλά και αυξάνουν, τη δύναμη τους, το επόμενο ερώτημα που τίθεται είναι κατά πόσο επηρεάζουν, με τις αποφάσεις τους, την μελλοντική ανάπτυξη μίας χώρας. Σαφέστατα και την επηρεάζουν ως ακολούθως:
Πρώτον, η επιστροφή μίας χώρας (της Ελλάδας, εν προκειμένω) στην επενδυτική βαθμίδα, θα μειώσει τις απότομες μεταβολές στο ελληνικό κόστος δανεισμού.
Δεύτερον, κάθε πιστοληπτική αναβάθμιση κατά μία βαθμίδα, μειώνει το κόστος του κρατικού δανεισμού μεταξύ μισής και μίας ποσοστιαίας μονάδας. Αυτή η εξέλιξη δημιουργεί τις προϋποθέσεις για νέες επενδυτικές δραστηριότητες, οι οποίες, θα ενισχύσουν την οικονομική ανάπτυξη. Πράγματι, η αναβάθμιση κατά μία βαθμίδα, αυξάνει την ετήσια ανάπτυξη κατά 0,8 ποσοστιαίες μονάδες (https://doi.org/10.1016/j.jbankfin.2015.10.012).
Το τελευταίο μας ενδιαφέρει τα μέγιστα: Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) εκτιμά, για την Ελλάδα, ανάπτυξη 1,8% το 2023. Επομένως, μία πιστοληπτική αναβάθμιση στις αρχές του 2023, δύναται να αυξήσει την ελληνική ανάπτυξη του έτους στο 2,6%!
Άφησα, για το τέλος, ίσως το καλύτερο, το οποίο οι Βρετανοί θα έπρεπε να γνώριζαν προτού ψηφίσουν Brexit: το να είσαι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο σου δίνει άμεση, και χωρίς τριβές, πρόσβαση στην Ευρωπαϊκή αγορά, πριμοδοτεί την πιστοληπτική σου αξιολόγηση μέχρι και δύο βαθμίδες (https://theconversation.com/if-uk-votes-for-brexit-its-borrowing-costs-will-soar-heres-why-53407). Κάτι που εξηγεί γιατί η Μεγάλη Βρετανία, η οποία υπολείπεται τρεις βαθμίδες από την κορυφή (ΑΑΑ) της επενδυτικής βαθμίδας, δεν πρόκειται να επιστρέψει εκεί είτε βραχυπρόθεσμα είτε μεσοπρόθεσμα…
Υ.Γ. Στην πρόσφατη επίσκεψη του στο Λονδίνο, ο Κυριάκος Μητσοτάκης μίλησε σε επενδυτικά funds (https://www.kathimerini.gr/economy/561595519/ti-proteinan-oi-vretanoi-ependytesston-mitsotaki/amp/). Και καλά έπραξε, αφού, όπως διαπιστώνω παραπάνω, τα funds δίνουν μεγαλύτερη βαρύτητα (σε σχέση με το παρελθόν) στις πιστοληπτικές αξιολογήσεις οι οποίες, αυτή την στιγμή, μας κρατάνε εκτός επενδυτικής βαθμίδας.
* Ο Κώστας Μήλας είναι Καθηγητής Χρηματοοικονομικών, University of Liverpool