Η συνοχή και ενότητα της Ευρωπαικής Ενωσης δοκιμάζετα. Το αίτημα για πληρωμή του ρωσικού αερίου σε ρούβλια τίθεται επί τάπητος σήμερα στο Συμβούλιο των Υπουργών Ενέργειας.
Ανεξαρτήτως αποτελέσματος, και κατά πόσο θα επικρατήσει κοινή γραμμή ή διαφοροποίηση ορισμένων, ένα είναι το βέβαιο. Η Ρωσία, με τη μονομερή μεταβολή των συμβάσεων προμήθειας αερίου στον μεγαλύτερο και ασφαλώς καλύτερο πελάτη της, την ΕΕ, αλλά και με τον αποκλεισμό από την παροχή, δυο κρατών-μελών, Πολωνίας και Βουλγαρίας, όπου στην δεύτερη μάλιστα σημαντικό μέρος του πληθυσμού τρέφει φιλορωσκά αισθήματα, βλάπτει ανεπανόρθωτα την εμπορική της φερεγγυότητα.
Δείχνει την αναξιοπιστία της ρωσικής πλευράς που επανειλημμένως έχει υποστηρίξει την συνέπεια απέναντι στους πελάτες της, κυρίως όμως επαναφέρει στην δημόσια συζήτηση το ερώτημα, ποιός έχει να χάσει περισσότερα από αυτό τον οικονομικό πόλεμο: Η Ευρώπη ή η Ρωσία ;
Σαν συνέπεια των κυρώσεων, λόγω της εισβολής στην Ουκρανία και της απόφασης της ΕΕ να απεξαρτηθεί από τη Μόσχα, είναι οι σταδιακές απώλειες εξαγωγών φυσικού αερίου έως ~ 200 bcm ετησίως στην ΕΕ, με καταληκτική ημερομηνία το 2030. Αυτές, δεν αναπληρώνονται εύκολα από τη Ρωσία με εξαγωγές κυρίως στην Κίνα που είναι η ταχύτερα αναπτυσσόμενη αγορά φυσικού αερίου με ετήσιο ρυθμό αύξησης 22%, που μετά την πανδημία κάμφθηκε, όπως και πρόσφατα με το lockdown στην Σαγκάη. Άλλες δυνητικές αγορές με σοβαρές όμως γεωπολιτικές εξαρτήσεις λόγω γεωγραφικής θέσης, αλλά και προϊστορίας είναι η Ινδία και το Πακιστάν.
Οι απώλειες δεν αναπληρώνονται, ούτε ποιοτικά, διότι οι δυτικές αγορές είναι σταθερές και ασφαλείς και πληρώνουν, σε σκληρό μετατρέψιμο νόμισμα σε τιμές σαφώς ανώτερες από τις αντίστοιχες στην Ασία. Την προνομιακή εμπορική θέση που απολάμβανε η Ρωσία στην ΕΕ, δεν μπορεί να υποκαταστήσει εύκολα στην Ασία, όπου δραστηριοποιούνται και άλλοι ανταγωνιστικοί παίκτες, με σημαντικότατα αποθέματα φυσικού αερίου. Ενδεικτικά αναφέρονται το Τουρκμενιστάν με 7,504 bcm, το Ουζμπεκιστάν με 1,840 bcm και προς το παρόν το «τιμωρημένο» με κυρώσεις Ιραν, με 41,140 bcm (15% των παγκοσμίων αποθεμάτων). Το Ιράν κατέχει τη 2η θέση μετά τη Ρωσία, ως προς το μέγεθος των αποθεμάτων αερίου.
Από τον Δεκέμβριο του 2019 με βάση σύμβαση μεταξύ της China National Petroleum Corporation και Gazprom, ξεκίνησε τη λειτουργία του ο μήκους 3,000 km και κόστους 55 δις. USD αεριαγωγός Power of Siberia που θα μεταφέρει το 2025, 38 bcm ετησίως, για 30 χρόνια, Ρωσικό φυσικό αέριο από τη Σιβηρία, οδεύοντας κάτω από τον ποταμό Αμούρ στη μεθόριο Ρωσίας-Κίνας καταλήγοντας στη Βόρειο-ανατολική Κίνα. Οι πληρωμές θα γίνονται στα εθνικά τους νομίσματα, αλλά σε τιμές σημαντικά κατώτερες από εκείνες της ΕΕ.
Οι δυο χώρες συζητούν δυο νέους αεριαγωγούς, τον 2,594 km μήκους και παροχής 80 bcm Power of Siberia 2, με όδευση που αποφεύγει την αυτόνομη επαρχία Xinjiang της Κίνας, Ο δεύτερος είναι ο αεριαγωγός Sakhalin–Khabarovsk–Vladivostok. Την ανάπτυξη των πλουσίων κοιτασμάτων αερίου της Ρωσικής νήσου Σαχαλίνης, εκμεταλλεύεται η κοινοπραξία Sakhalin 2 LNG venture με μετοχική σύνθεση Gazprom, (50%, operator), Shell (27.5%), Mitsui (12.5%) και Mitsubishi (10%).
Η Shell στα πλαίσια των κυρώσεων κατά της Ρωσίας αποχωρεί και διαπραγματεύεται την πώληση του 27.5% στις Κινεζικές εταιρείες CNOOC, CNPC και Sinopec, που αν το αποκτήσουν, θα έχουν ισχυρή μόχλευση στο Ρωσικό κοίτασμα και συνακόλουθα στον αεριαγωγό Sakhalin–Khabarovsk–Vladivostok. Σε αποχώρηση από τη Ρωσική παραχώρηση Sakhalin-1, κινείται και η ExxonMobil, που κήρυξε καθεστώς ανωτέρας βίας (force majeure) στις φορτώσεις αργού πετρελαίου, τύπου Sokol, που εξάγει 270,00 βαρέλια την ημέρα στην Κορέα, Ιαπωνία, Ταϊλάνδη, Αυστραλία και ΗΠΑ.
Οι «σοφοί γέροντες» που διοικούν την Κίνα, φρόντισαν από νωρίς να διασφαλίσουν εναλλακτικές (πλην Ρωσίας) πηγές προμήθειας αερίου, απορροφώντας σχεδόν το σύνολο της παραγωγής του Τουρκμενιστάν μέσω του συστήματος τριών παράλληλων αεριαγωγών διαμέτρου 42 ιντσών τον Α: 15 bcm, B: 15 bcm και C: 25 b cm. Το σύστημα μήκους 1,833 km ονομάζεται Central Asia-China Gas Pipeline. Ξεκίνησε το 2008 και λειτούργησε τον Δεκέμβριο του 2009 με κόστος 11 δις USD που κάλυψαν με δανεισμό, οι Κινεζικές τράπεζες China Development Bank και Bank of China. Το σύστημα, προμηθεύει την Κίνα αρχικά με 30 bcm αερίου ετησίως και σήμερα 43 bcm για 30 χρόνια.
Επιπλέον, η China National Petroleum Corporation (CNPC) δραστηριοποιείται ερευνητικά με σύμβαση μερισμού της παραγωγής στην ανατολική όχθη του ποταμού Amu-Darya του Τουρκμενιστάν, αναλαμβάνοντας το Management και τις επενδύσεις ανάπτυξης των κοιτασμάτων. Ο αεριαγωγός διασχίζει το Τουρκμενιστάν (Turkmen Gazi), κεντρικό Ουζμπεκιστάν (Uzbek Nefte Gaz) νότιο Καζακστάν(Kaz Munay Gaz) καταλήγοντας στην αυτόνομη περιοχή Xinjiang της Κίνας που κατοικείται από Τουρκογενείς Ουιγούρους, που συχνά διεγείρονται κατά της Κίνας υποδαυλιζόμενοι από την Τουρκία.
Έχοντας εγκαίρως συνειδητοποιήσει τους γεωπολιτικούς κινδύνους του συστήματος αεριαγωγών που καταλήγουν στις περιοχές των Ουιγούρων, οι Κινέζοι σχεδίασαν και κατασκευάζουν από εφέτος, τη νέα γραμμή D κόστους 6.7 δις. USD με χρηματοδότηση της China Development Bank με Operators: τη CNPC και την China National Petroleum Corporation. Ο αγωγός, μήκους 966 km και παροχής 30 bcm παρακάμπτει το Καζακστάν, δεν είναι παράλληλος με τις γραμμές Α, Β, C και δεν καταλήγει στην Κινεζική αυτόνομη περιοχή Xinjiang. Η γραμμή D τροφοδοτείται από το Τουρκμενικό κοίτασμα αερίου Galkynish, το δεύτερο μεγαλύτερο στον κόσμο μετα το South Pars στο Iran ή North Dome του Qatar (πρόκειται για το ίδιο κοίτασμα που συν εκμεταλλεύονται οι δυο χώρες). Με την ολοκλήρωση της γραμμής D, το σύστημα αεριαγωγών Central Asia–China Gas Pipeline θα προμηθεύει την Κίνα με 85 bcm φυσικού αερίου, 2,23 φορές περισσότερο από το Ρωσικό σύστημα Power of Siberia.
Η Κίνα το 2018 κατανάλωσε 276 bcm φυσικό αέριο. Από αυτά, τα 124 bcm (45%) ήταν εισαγωγές περιλαμβανομένων και φορτίων LNG, από την Αυστραλία. Περί τα 50 bcm διακινήθηκαν από την κεντρική Ασία μέσω του Central Asia-China gas pipeline. Τα παραπάνω δείχνουν τις δυνατότητες και το εύρος των εισαγωγών Ρωσικού φυσικού αερίου στην Κίνα, που στην καλύτερη περίπτωση θα είναι μεσοπρόθεσμα το 35-40% των ποσοτήτων που πουλούσε στην ΕΕ, σε καλύτερες τιμές.
Η 24η Φεβρουαρίου 2022, έκλεισε μια εποχή, κυριαρχίας προμήθειας φυσικού αερίου της ΕΕ από από την Ρωσία.
Ήταν η εποχή των παχιών αγελάδων.
*Μ.Λ. Μυριανθης, Ph.D. Ενεργειακός αναλυτής και Ειδικός Σύμβουλος του ΕΛΙΑΜΕΠ