Αμφότερες περιθωριοποιημένες από τη Δύση και υπό καθεστώς οικονομικών κυρώσεων, η Μόσχα και η Τεχεράνη βρίσκουν ολοένα και περισσότερα στοιχεία ταύτισης και εμβαθύνουν μία στρατηγική σχέση που κυρίως καθοδηγείται και τροφοδοτείται από το μένος που μοιράζονται κατά των Ηνωμένων Πολιτειών.
Αναζητώντας όπλα για να συντηρήσει τον απρόκλητο επιθετικό πόλεμο στο έδαφος της Ουκρανίας, το καθεστώς Πούτιν κινήθηκε προς ενίσχυση της στρατιωτικής συνεργασίας με το Ιράν, ορκισμένο εχθρό του Ισραήλ που οπλίζει και στηρίζει οικονομικά τη Χαμάς, με το θεοκρατικό καθεστώς να προμηθεύει τη ρωσική πολεμική μηχανή με drone-καμικάζι Shahed και άλλου τύπου πυρομαχικά.
Σήμερα, ακριβώς με τη συμπλήρωση δύο μηνών από την επίθεση της Χαμάς στο έδαφος του Ισραήλ, ο Βλαντιμίρ Πούτιν υποδέχεται στο Κρεμλίνο τον πρόεδρο της χώρας που έστω και αν δεν έδωσε ρητά την εντολή και ισχύουν τα «δεν ξέρω, δεν είδα» για τις ωμότητες της 7ης Οκτωβρίου, είναι εκείνη που μέσω της συστηματικής οικονομικής στήριξης, παροχής οπλισμού και εκπαίδευσης των τρομοκρατών από τα επίλεκτα σώματα των Φρουρών της Επανάστασης, επί της ουσίας ευθύνεται για τη σφαγή.
Μία αδιανόητη επίθεση που έφερε τον πόλεμο για την εξόντωση του οικοδομήματος της Χαμάς στη Γάζα, με τίμημα τεράστιο για τον άμαχο πληθυσμό του παλαιστινιακού θύλακα που μετρά χιλιάδες νεκρούς και έχει παραδοθεί σε ανθρωπιστική κρίση. Σε αυτό τον πόλεμο και… αγωνιώντας για τους αμάχους της Γάζας, ενόσω ο ίδιος εξακολουθεί να βομβαρδίζει την Ουκρανία, ο Πούτιν έχει επιχειρήσει να προβάλει τη Ρωσία ως παράγοντα διαμεσολάβησης καθώς στη Γάζα είδε «παράθυρο» για ρωσική επιρροή στον Περσικό και τη Μέση Ανατολή και ευκαιρία να προσπαθήσει να υπονομεύσει τη θέση και τις συμμαχίες των Ηνωμένων Πολιτειών.
«Συνεταίρο» στην προσπάθεια να αμφισβητήσει την επιρροή και την ηγεμονία των Ηνωμένων Πολιτειών, αλλά και να αντιμετωπίσει τον αντίκτυπο των δυτικών οικονομικών κυρώσεων, έχει τον Εμπραχίμ Ραϊσί. Τη δεδομένη στιγμή, ο Πούτιν επέλεξε να προσκαλέσει στη Μόσχα τον πρόεδρο του μοναδικού κράτους στον κόσμο που υπόσχεται ότι θα πολεμήσει το Κράτος του Ισραήλ μέχρι την τελική του καταστροφή, και έχει ως πυλώνα της εξωτερικής του πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας τον αποκαλούμενο «άξονα της αντίστασης» που «έχτισαν» επί δεκαετίες οι σιίτες μουσουλμάνοι Αγιατολάχ και εκτείνεται από την Υεμένη στην Αραβική Χερσόνησο μέσω του Ιράκ, της Συρίας και του Λιβάνου καταλήγοντας στη Λωρίδα της Γάζας.
Η χειραψία με τον Ιρανό πρόεδρο στο Κρεμλίνο θα έλθει ένα 24ωρο μετά τις διαδοχικές επισκέψεις Πούτιν στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και την Σαουδική Αραβία, με επίκεντρο το πετρέλαιο, το εμπόριο και την οικονομία, και τη σύγκρουση Ισραήλ-Χαμάς, και θέλοντας διακαώς να αποδείξει πως διεθνής απομόνωση για την πόλεμο στην Ουκρανία δεν υφίσταται. Συνοδεία τεσσάρων μαχητικών Su35 ταξίδεψε το αεροσκάφος του Πούτιν για να γίνει πρώτα δεκτός -με κανονιοβολισμούς, άλογα, καμήλες και ρωσικές σημαίες στους δρόμους- στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και να κατευθυνθεί έπειτα στη Σαουδική Αραβία για συνομιλίες με τον πρίγκιπα διάδοχο Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν.
Στο Άμπου Ντάμπι ο Μοχάμεντ μπιν Ζαγέντ αλ Ναγιάν καλωσόρισε τον «αγαπητό φίλο» Πούτιν και εκείνος από πλευράς του δήλωσε ότι οι διμερείς σχέσεις είναι στο καλύτερο σημείο από ποτέ, χαιρέτισε τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα ως τον κύριο εμπορικό εταίρο της Μόσχας στον αραβικό κόσμο και δήλωσε ότι διμερής σχέση θα ενισχυθεί περαιτέρω. Στην συνέχεια ήλθε ενώπιος ενωπίω με τον Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν για πρώτη φορά από τον Οκτώβριο του 2019.
Στις εισαγωγικές δηλώσεις που προβλήθηκαν στη ρωσική τηλεόραση, ο Πούτιν ευχαρίστησε τον ντε φάκτο ηγέτη της Σαουδικής Αραβίας για την πρόσκλησή του, λέγοντας ότι αρχικά τον περίμενε να επισκεφθεί τη Μόσχα, «αλλά υπήρξαν αλλαγές στα σχέδια». Η επόμενη συνάντησή τους θα πρέπει να γίνει στη Μόσχα, είπε, προσθέτοντας: «Τίποτα δεν μπορεί να εμποδίσει την ανάπτυξη των φιλικών μας σχέσεων».
Ειδικά για το ταξίδι Πούτιν στο Άμπου Ντάμπι, έγκριτος πολιτικός επιστήμονας που μίλησε στους New York Times υποβάθμισε τη σημασία της επίσκεψης, χαρακτηρίζοντάς την ως «συμβολική». Κατά τον Αμπντουλχαλέκ Αμπντάλα,ο Ρώσος πρόεδρος «έχει πολύ λίγους φίλους», ενώ τα Εμιράτα «θέλουν να είναι φίλοι με όλους».
«Έχουμε δει τον αντι-αμερικανισμό στο υψηλότερο σημείο όλων των εποχών», υποστήριξε ο ίδιος με φόντο τον πόλεμο στη Γάζα, όμως κρίνει ότι αυτό δεν είναι κάτι που ο Ρώσος πρόεδρος, όσο και αν επιθυμεί, θα μπορέσει τελικά να εκμεταλλευτεί. Παρά τον θυμό για τη στάση των Ηνωμένων Πολιτειών, ένα που τα κύρια μηνύματα που έλαβαν τα αραβικά κράτη μετά τον πόλεμο ήταν ότι «η Αμερική επέστρεψε» -στρατιωτικά και πολιτικά- μετά από μακρά περίοδο κατά την οποία οι περιφερειακοί ηγέτες ανησυχούσαν ότι το ενδιαφέρον των ΗΠΑ για την περιοχή εξασθενούσε. «Υπάρχουν πολύ λίγα πράγματα που μπορεί να φέρει ο Πούτιν στην κατάσταση στη Γάζα», είπε ο Αμπντουλχαλέκ Αμπντάλα, περιγράφοντας ως μηδαμινό το ρόλο της Ρωσίας.
Η τελευταία επίσκεψη του Βλαντιμίρ Πούτιν στην περιοχή ήταν τον Ιούλιο του 2022 όταν συνάντησε τον ανώτατο πνευματικό ηγέτη του Ιράν Αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ στην Τεχεράνη. Η εισβολή στην Ουκρανία και η ανάγκη του Πούτιν για όπλα βρήκε τις δύο χώρες να έρχονται πιο κοντά και τη Μόσχα να θέτει τα θεμέλια μιας στρατηγικής σχέσης με την Τεχεράνη.
Το καθεστώς Πούτιν έχει παραδώσει εκπαιδευτικά αεροσκάφη Yak-130 στο Ιράν και στο μικροσκόπιο βρίσκεται μία συμφωνία πώλησης μαχητικών Su-35, γεγονός που θα μπορούσε να μεταβάλει την ισορροπία της αεροπορικής ισχύος στη Μέση Ανατολή, όπως υπογράμμιζε σε πρόσφατο δημοσίευμά της η Wall Street Journal. Τη στάση που τήρησε δε ο Πούτιν μετά την 7η Οκτωβρίου, αποδίδοντας και την επίθεση και τον πόλεμο εξ ολοκλήρου στις ΗΠΑ και την «αποτυχημένη» πολιτική τους στη Μέση Ανατολή, έχει χαιρετίσει και η ίδια η Χαμάς.
Η Ρωσία κατέχει μια κάπως μοναδική θέση στο γεωπολιτικό σκηνικό της Μέσης Ανατολής, έχοντας καταφέρει τα περασμένα έτη να εδραιώσει συμμαχίες με χώρες που μεταξύ τους είναι ή ήταν ορκισμένοι εχθροί -όπως το Ιράν και το Ισραήλ, αλλά και το Ιράν και η πετρελαιοπαραγωγός δύναμη της Σαουδικής Αραβίας που επισφράγισαν προ μηνών μία ιστορική συμφωνία ομαλοποίησης σχέσεων υπό κινεζική μεσολάβηση, κάτι που εξέπληξε πολλούς, και πρωτίστως τις ΗΠΑ.
Η Μόσχα και η Τεχεράνη ήταν επίσης οι χώρες που που κράτησαν «όρθιο» τον Μπασάρ αλ-Άσαντ στον εμφύλιο της Συρίας. Ο Πούτιν στήριξε στρατιωτικά το καθεστώς Άσαν στη Συρία -χώρα που, όπως και το Ιράν, δεν αναγνωρίζει το Κράτος του Ισραήλ- και σε αντάλλαγμα διατηρεί στρατιωτική παρουσία στη χώρα, ενώ έχει επιδιώξει σταθερά να εμβαθύνει τους δεσμούς της Ρωσίας -ή να επεκτείνει την εμβέλειά τους- σε Λίβανο, Αίγυπτο και το Ιράκ.
Λίγες ώρες πριν φθάσει ο Εμπραχίμ Ραΐσί στη Μόσχα, οι επικεφαλής διπλωματίας των δύο χωρών, Σεργκέι Λαβρόφ και Χοσεΐν Αμίρ-Αμπντολαχιάν, υπέγραψαν κοινή διακήρυξη για συντονισμό και συνεργασία προκειμένου να αντιμετωπίσουν τις δυτικές κυρώσεις.
«Υπογράψαμε μία διακήρυξη σχετικά με τρόπους και μέσα αντιμετώπισης, μετριασμού και αντιστάθμισης των αρνητικών συνεπειών των μονομερών καταναγκαστικών μέτρων. Αναμφίβολα, αυτό είναι ένα σημαντικό βήμα για την αύξηση των συντονισμένων προσπαθειών των μελών της παγκόσμιας κοινότητας για την υπέρβαση των παράνομων κυρώσεων, που οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους χρησιμοποιούν ως υποκατάστατο της διπλωματίας», δήλωσε ο Λαβρόφ. Την ίδια στιγμή, ο Λευκός Οίκος εξέφραζε ανησυχία ότι ίσως το Ιράν παράσχει στη Ρωσία και βαλλιστικούς πυραύλους για το μέτωπο της Ουκρανίας.