Η προοπτική της αύξησης των επιτοκίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για την αντιμετώπιση του πληθωρισμού άναψε φωτιά στις αγορές και εκτόξευσε τα επιτόκια των ομολόγων ορισμένων χωρών της ευρωζώνης, μέχρι του σημείου που το ευρωπαϊκό χρηματοπιστωτικό ίδρυμα αναγκάσθηκε να παρέμβει για να καθησυχάσει τους επενδυτές.
Ποια είναι η κατάσταση των επιτοκίων;
Η ανακοίνωση της ΕΚΤ στις 9 Ιουνίου που προανήγγειλε ταχύτερη από το προβλεπόμενο περιστολή της νομισματικής πολιτικής για να αντιμετωπισθεί ο πληθωρισμός προκάλεσε ισχυρές δονήσεις στην αγορά ομολόγων.
Οι αγορές ομολόγων από την ΕΚΤ θα τερματιστούν την 1η Ιουλίου 2022, ενώ για τον ίδιο μήνα προβλέπεται αύξηση των βασικών επιτοκίων κατά 0,25%, για πρώτη φορά από το 2011.
Κατά συνέπεια, τα επιτόκια των ομολόγων των πλέον χρεωμένων χωρών αυξήθηκαν περισσότερο από το επιτόκιο των γερμανικών ομολόγων (Bund), που αποτελεί και το σημείο αναφοράς, σε μία ένδειξη της αρνητικής στάσης των επενδυτών.
Το spread αυξήθηκε θεαματικά μετά την αναγγελία της ΕΚΤ την περασμένη Πέμπτη, η οποία οδήγησε τους αναλυτές να προβλέπουν συνολική αύξηση μέχρι την 1,50 μονάδα μέχρι το τέλος του 2022.
Το επιτόκιο των ιταλικών δεκαετών ομολόγων ξεπέρασε τη Δευτέρα το 4%, επίπεδο πρωτοφανές εδώ και 8 χρόνια, την ώρα που το καλοκαίρι του 2021 βρισκόταν στο 0,50%. Η διαφορά με το Bund αυξήθηκε στις 2,50 ποσοστιαίες μονάδες.
Στην παρούσα συγκυρία, «μία αύξηση των επιτοκίων και των spreads είναι φυσιολογική, αλλά υπάρχει μία παράλογη διάσταση», επί της οποίας μπορεί να παίξει η ΕΚΤ, επισημαίνει ο Gilles Moëc, επικεφαλής οικονομολόγος της Axa Investment Managers.
Υπάρχει υπολανθάνων κίνδυνος;
Το σημερινό επίπεδο του spread ανάμεσα στην Γερμανία και την Ιταλία αναζωπυρώνει τους κινδύνους σε ό,τι αφορά το ιταλικό χρέος και την απειλή της επανάκαμψης μιας κρίσης χρέους στην ευρωζώνη μετά την κρίση 2011/2012.
Κατά την διάρκεια εκείνης της κρίσης, περί τις 5 ποσοστιαίες μονάδες χώριζαν τα γερμανικά από τα ιταλικά επιτόκια, δηλαδή απόσταση διπλάσια από την σημερινή. Το 2021, αυτή η απόσταση ήταν κατά μέσον όρο στην 1,35 ποσοστιαία μονάδα.
«Οι χρηματοπιστωτικές συνθήκες στην Ιταλία επιδεινώνονται πολύ πιο γρήγορα από αλλού στην ευρωζώνη», καθώς η ανάπτυξη στην χώρα υπολείπεται σε δυναμισμό, διαπιστώνει ο Franck Dixmier, διευθυντής διαχείρισης ομολόγων στην Allianz Global Investors.
Τόσο γρήγορα, που αυτό «θέτει εν αμφιβόλω τα από τριών μηνών σχέδια της ιταλικής κυβέρνησης», συμπληρώνει ο Gilles Moëc.
Ποια είναι τα σήματα που εκπέμπονται από την ΕΚΤ;
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αποφάσισε να οργανώσει έκτακτη συνεδρίαση χθες. Την τελευταία φορά που συνήλθε εκτάκτως ήταν το 2020 για την έναρξη της εφαρμογής του έκτακτου προγράμματος κατά της πανδημίας.
Χθες, η ΕΚΤ θέλησε να δείξει ότι είναι αποφασισμένη «να πιάσει τον ταύρο από τα κέρατα», αποτρέποντας την παρεκτροπή των επιτοκίων στην ευρωζώνη και την δημιουργία πανικού γύρω από το ιταλικό χρέος.
Μετά το πέρας της συνεδρίασης, η ΕΚΤ επιβεβαίωσε ότι ένα νέο εργαλείο «κατά του κατακερματισμού» την αγοράς ομολόγων θα σχεδιασθεί και επιφόρτισε τις υπηρεσίες της «να επιταχύνουν» τις σχετικές διαδικασίες.
Δεσμεύθηκε επίσης να εφαρμόσει «σχετική ευελιξία στην επανεπένδυση» των ομολόγων που διακρατούνται στο πλαίσιο του έκτακτου προγράμματος που εφαρμόσθηκε κατά την διάρκεια της πανδημίας.
Αυτό συγκεκριμένα σημαίνει ότι «εν αναμονή του ειδικού εργαλείου, η ΕΚΤ θα χρησιμοποιήσει τις επανεπενδύσεις του PEPP (Pandemic emergency purchase programme), ίσως αγοράζοντας ιταλικά ομόλογα», εξηγεί ο Franck Dixmier.
Σχετικά με το υπόλοιπο περιεχόμενο του ειδικού αυτού εργαλείου, υπάρχει προς το παρόν αοριστία, αλλά η αναγγελία της δημιουργίας του έγινε θετικά δεκτή, σύμφωνα με τον αναλυτή της Allianz GI.
Άλλωστε, η κατάσταση στα επιτόκια των ομολόγων κατευνάσθηκε σε μεγάλο βαθμό μετά τις ανακοινώσεις της ΕΚΤ.
«Αποτελεί αναγκαία και ικανή προϋπόθεση η απόλυτη ελευθερία της ΕΚΤ στην εφαρμογή της νομισματικής της πολιτικής, ώστε να μην εμποδισθεί ή φρενάρει στην αύξηση των επιτοκίων», εξηγεί ο Franck Dixmier.
Εξάλλου, το γεγονός ότι έγινε γνωστό ότι «η ΕΚΤ έχει ως σκοπό την αντιμετώπιση του πληθωρισμού, αλλά λαμβάνει υπ΄όψιν αυτό που συμβαίνει στην αγορά και κυρίως στα επιτόκια δανεισμού» καθησύχασε σε μεγάλο βαθμό την αγορά, σύμφωνα με την Ilana Azuelos-Bossard, υποδιευθύντρια της Kiplink Finance.