Αν υπάρχει μία χώρα που είδε την πολιτική της ισχύ τόσο σε περιφερειακό, όσο και σε διεθνές, επίπεδο να ενισχύεται εν μέσω των τεκτονικών γεωπολιτικών αλλαγών που πυροδότησε η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, αυτή είναι αδιαμφισβήτητα η Ινδία. Η ασιατική δύναμη δρέπει τους καρπούς μίας πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής που καθίσταται ολοένα και πιο φιλόδοξη· γνωρίζει και της αναγνωρίζεται από τη Δύση το ειδικό της βάρος, και δεν είναι καθόλου διατεθειμένη να διευκολύνει τις επιδιώξεις του καθεστώτος Σι Τζινπίνγκ για την επέκταση της κινεζικής επιρροής.
Η απάντηση της Ινδίας σε έναν πολυπολικό κόσμο είναι, «ναι». Αλλά στην επιδιωκόμενη από την Κίνα μετεξέλιξη του σχήματος των κορυφαίων αναδυόμενων οικονομικών BRICS σε γεωπολιτικό «όχημα» κόντρα στη Δύση και τις Ηνωμένες Πολιτείες με τον σινορωσικό άξονα στο τιμόνι, και στον κινεζικό επεκτατισμό εν γένει και κυρίως στη νοτιοανατολική Ασία, είναι εκείνη που πατά το «φρένο».
Σε ένα άκρως πολωμένο διεθνές περιβάλλον εν μέσω του πολέμου στην Ουκρανία -που σήμανε και το τέλος της μεταψυχροπολεμικής παγκόσμιας τάξης- η Ινδία «ισορροπεί» ανάμεσα στη συμμετοχή της στο σχήμα Quad για τον Ινδο-Ειρηνικό (με εταίρους τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Αυστραλία και την Ιαπωνία) και την ομάδα BRICS. Θέλει να «δει» την οικονομική ένωση που συγκρότησαν από κοινού το 2019 Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία και Κίνα, υποδεχόμενες ένα έτος αργότερα τη Νότια Αφρική, στην «εμπροσθοφυλακή» του Παγκόσμιου Νότου. Όμως μέχρι εκεί...
Η Ινδία -που εντός του 2023 υποσκέλισε την Κίνα ως η πολυπληθέστερη χώρα του κόσμου- δεν απομακρύνεται, αλλά αντίθετα απλώνει το χέρι στη Δύση και εκείνη με τη σειρά της ανταποδίδει.
Από τις πάγιες συνοριακές διαμάχες, τη θέση που έλαβε ανοιχτά κατά των κινεζικών επεκτατικών κινήσεων στη Νότια Σινική Θάλασσα, μέχρι την επιθετική χρήση της «διπλωματίας του χρέους» του καθεστώτος Σι σε γειτονικές χώρες όπως η Σρι Λάνκα, έως τη διαφωνία ως προς το «δρόμο» που μπορεί να πάρουν οι BRICS, η αντιπαλότητα μεταξύ Ινδίας και Κίνας είναι ορατή και εντείνεται.
Όπως ορατή είναι και η στρατηγική επένδυση των Ηνωμένων Πολιτειών στην Ινδία ως αντίβαρο στον κινεζικό επεκτατισμό, σε σημείο που τον Ιούνιο ο Τζο Μπάιντεν υποδέχθηκε με τιμές και έστρωσε για πρώτη φορά το κόκκινο χαλί για τον Ινδό πρωθυπουργό, Ναρέντρα Μόντι, στον Λευκό Οίκο προς εδραίωση «μίας εκ των πλέον καθοριστικών εταιρικών σχέσεων του 21ου αιώνα», όπως δήλωσε ο Αμερικανός πρόεδρος.
Υπό το καθεστώς του Σι Τζινπίνγκ, η Κίνα σταθερά επιδιώκει τη διεύρυνση των BRICS και το μετασχηματισμό τους σε «πλατφόρμα» αμφισβήτησης της αμερικανικής ισχύος. Η Ρωσία από πλευράς της θέλει να αποδείξει ότι διατηρεί πιστούς συμμάχους παρά το καθεστώς διεθνούς απομόνωσης -και δυτικών κυρώσεων- στο οποίο έχει περιέλθει λόγω του επιθετικού πολέμου στην Ουκρανία. Η Ινδία -που μοιράζεται διαφιλονικούμενα σύνορα με την Κίνα για τα οποία πολέμησαν το 1962, και όπου ξεσπούν έως και σήμερα αιματηρές συμπλοκές- ανταγωνίζεται την Κίνα εντός του μπλοκ στο οποίο αμφότερες συμμετέχουν, ενώ Βραζιλία και Νότια Αφρική επιδιώκουν να διατηρήσουν μεν καλές σχέσεις με την Κίνα και τη Ρωσία, αλλά δεν θέλουν να ευθυγραμμιστούν υπερβολικά με καμία από τις δύο φοβούμενες ότι θα αποξενώσουν τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Η διεύρυνση είναι το πλέον σημαντικό, αλλά και αμφιλεγόμενο ζήτημα, που τίθεται επί τάπητος κατά τη 15η Σύνοδο Κορυφής των BRICS, οι εργασίες της οποίας ξεκίνησαν την Τρίτη στο Γιοχάνεσμπουργκ της Νότιας Αφρικής και ολοκληρώνονται την Πέμπτη με τη διευρυμένη διάσκεψη των «Φίλων των BRICS», στην οποία έχουν προσκληθεί να λάβουν μέρος 67 αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων από την Αφρική, τη Λατινική Αμερική, την Ασία και την Καραϊβική.
Το εγχείρημα της διεύρυνσης των BRICS δεν είναι εύκολο. Συνολικά 40 χώρες έχουν εκφράσει ενδιαφέρον και 23 εξ αυτών έχουν υποβάλει επίσημα αίτημα για να περάσουν το «κατώφλι», συμπεριλαμβανομένων Σαουδικής Αραβίας, Ιράν, Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, Αργεντινής, Αιγύπτου και Αιθιοπίας.
Όμως τα συμφέροντα των πέντε χωρών είναι ήδη τόσο ετερόκλητα, και το οικονομικό τους προφίλ διαφέρει τόσο πολύ, που είναι αμφίβολο αν τελικά καταφέρουν να χαράξουν μία συνεκτική γραμμή διεύρυνσης χωρίς να καταλήξουν να μετατραπούν οι BRICS σε «Πύργο της Βαβέλ» (που ήδη σε μεγάλο βαθμό είναι) ή να μην κινδυνεύσει αντίθετα να υποστεί ρωγμές το ήδη υπάρχον οικοδόμημα. Μπορεί να συναινούν στην ανάγκη μίας πολυπολικής παγκόσμιας τάξης, όμως πολιτικές, οικονομικά μεγέθη και ευρύτερες συμμαχίες αποκλίνουν έως συγκρούονται σε ένα μπλεγμένο κουβάρι.
Η εξεύρεση κοινού εδάφους καθίσταται όλο και πιο δύσκολη, καθώς ο ανταγωνισμός Κίνας και Ηνωμένων Πολιτειών κορυφώνεται και πολλές χώρες τελούν υπό πίεση να διαλέξουν πλευρά. Κινούμενη προσεκτικά, η Ινδία προσπαθεί να περιορίσει την πρόθεση του Πεκίνου να χρησιμοποιήσει τους BRICS για να αντιπαρατεθεί με τη Δύση. Έχει επισημάνει πως επί της αρχής δεν απορρίπτει τη διεύρυνση, όμως ζητά να τεθούν σαφή κριτήρια και πρότυπα εισδοχής νέων μελών, να διασφαλιστεί ότι οι όποιες αλλαγές θα έρχονται με συναίνεση και σαφώς θα θελήσει να αποφύγει την αποδυνάμωση του δικού της ρόλου υπέρ χωρών που θα μπορούσαν να συνταχθούν με το Πεκίνο αντί με το Νέο Δελχί σε οποιαδήποτε διαμάχη για επιρροή.
«Η Ινδία επιζητά να διασφαλίσει ότι αυτό το σχήμα δεν θα ‘παρασυρθεί’ στο να καταστεί μία ανοιχτά αντιδυτική πλατφόρμα, και υπάρχει ο κίνδυνος γι’ αυτό, καθώς τόσο η Ρωσία, όσο και η Κίνα, έχουν μία συγκεκριμένη ατζέντα. Η Ινδία, πολλώ δε μάλλον ο ίδιος ο [σ.σ. πρωθυπουργός Ναρέντρα] Μόντι, δεν έχουν κανένα συμφέρον να στρέψουν την εξωτερική πολιτική της χώρας προς αντιδυτική κατεύθυνση. Οι BRICS σχεδιάστηκαν ως γεωπολιτική πλατφόρμα, αλλά διολισθαίνουν σε γεωπολιτικό ρόλο, και η Ινδία δεν αισθάνεται καλά με αυτό», λέει στον Guardian ο καθηγητής Χαρς Παντ, διεθνολόγος στο think-tank του Νέου Δελχί Observer Research Foundation.
Στο ίδιο μήκος κύματος, ο Στιβ Τσανγκ, διευθυντής του Ινστιτούτου για την Κίνα στο Πανεπιστήμιο SOAS του Λονδίνου, επισημαίνει μιλώντας στους New York Times: «Η Κίνα υπό τον Σι επιδιώκει να χρησιμοποιήσει τους BRICS για τους δικούς της σκοπούς, ιδίως για την επέκταση της επιρροής της στον Παγκόσμιο Νότο. Η Ινδία είναι εξαιρετικά απίθανο να συμφωνήσει με αυτό, καθώς η κινεζική πρόταση θα μετατρέψει τους BRICS σε κάτι άλλο -κάτι που θα εξυπηρετεί κυρίως τα κινεζικά συμφέροντα».
Πέραν της στάσης της Ινδίας, ενδεικτική για τις επιφυλάξεις έναντι των όσων «οραματίζονται» οι Σι Τζινπίνγκ και Βλαντιμίρ Πούτιν περί μετατροπής των BRICS σε γεωπολιτικό ανταγωνιστή των ΗΠΑ είναι η δήλωση που ήλθε κατά την πρώτη ημέρα της συνόδου διά στόματος του προέδρου της Βραζιλίας. Η ομάδα BRICS δεν έχει σκοπό να αποτελέσει πρόκληση για την G7 ή τις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά να «οργανώσει» τον αποκαλούμενο Παγκόσμιο Νότο, είπε ο Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα. Η Βραζιλία είναι εκείνη που έβαλε πρώτη στο «τραπέζι» των BRICS την έκδοση κοινού νομίσματος ως αντίβαρο στην κυριαρχία του δολαρίου, ένα υπερφιλόδοξο έως ουτοπικό σχέδιο κατά τους οικονομολόγους -που μπορεί και να μην ήταν εάν δεν υπήρχε η αντιπαλότητα Ινδίας-Κίνας.
Όσον αφορά αυτό καθαυτό το ρόλο της Ινδίας σε ένα γεωπολιτικό περιβάλλον που αναδιαμορφώνεται ραγδαία, το έγκριτο Ιταλικό Ινστιτούτο Διεθνών Πολιτικών Σπουδών (ISPI) επισημαίνει πως η ασιατική χώρα είναι ένας από τους «νικητές» μέσα στο παγκόσμιο χάος που έχει προκαλέσει η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
Καλείται να εδραιώσει το ρόλο της στη νέα παγκόσμια τάξη, καθώς και έναντι των ολοένα και πιο φιλόδοξων μεσαίων δυνάμεων, καθώς και των περιφερειακών δυνάμεων που επιδιώκουν να ξαναγράψουν τους διεθνείς κανόνες. Οι πρόσφατες επισκέψεις του Ναρέντρα Μόντι στις ΗΠΑ, καθώς και στη Γαλλία όπου έγινε δεκτός από τον Εμανουέλ Μακρόν, αλλά και στην Αίγυπτο, έχουν μία κοινή στόχευση και κρύβουν μία κοινή πρόκληση: Να μπορέσει να διατηρήσει τις ισορροπίες τόσο όσον αφορά τον Ινδο-Ειρηνικό, όσο και τον Παγκόσμιο Νότο, ειδικά με φόντο και τις διεργασίες διεύρυνσης των BRICS. Η Κίνα μπορεί να είναι ο κύριος ανταγωνιστής της Ινδίας εντός του σχήματος, όμως η κυβέρνηση Μόντι δεν θέλει αυτό να σταθεί εμπόδιο στην ανάδυση μίας νέας ισορροπίας ισχύος μεταξύ του Παγκόσμιου Βορρά και του Παγκόσμιου Νότου. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι θα πάψει να αποτελεί «ανάχωμα» στο Πεκίνο.
Όσο για τη Σύνοδο Κορυφής των BRICS που «τρέχει» έως την Πέμπτη, είναι η πρώτη φορά μετά το ξέσπασμα της πανδημίας της Covid-19 που συναντώνται διά ζώσης οι Σι Τζινπίνγκ, Ναρέντρα Μόντι, Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα και Σίριλ Ραμαφόζα. Ο Βλαντιμίρ Πούτιν δεν βρίσκεται στο Γιοχάνεσμπουργκ, διότι η Νότια Αφρική θα όφειλε να εκτελέσει το ένταλμα σύλληψης του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου (ICC) εις βάρος του για διάπραξη εγκλημάτων πολέμου στην Ουκρανία. Στη σύνοδο τον εκπροσωπεί ο επικεφαλής της ρωσικής διπλωματίας Σεργκέι Λαβρόφ, ενώ ο ίδιος απηύθυνε βιντεοσκοπημένο μήνυμα ισχυριζόμενος ότι η πορεία της αποδολαριοποίησης είναι διαδικασία μη αναστρέψιμη.