Τέσσερις είναι οι βασικοί λόγοι για τους οποίους κέρδισε ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στις πρόσφατες εκλογές της Τουρκίας.
Ο πρώτος αφορά στο γεγονός ότι ο Ερντογάν τα τελευταία είκοσι χρόνια έχει εδραιώσει στην Τουρκία ένα νέο lifestyle. Όπως είναι γνωστό, το 1923 η τουρκική δημοκρατία ιδρύθηκε με βάση την κοσμικότητα γαλλικού τύπου. Αυτό σημαίνει ότι η θρησκεία δεν θα είχε λόγο στο δημόσιο βίο και θα περιοριζόταν στον ιδιωτικό.
Έρχεται, λοιπόν, ο Ερντογάν, και ανοίγει τις πόρτες στον δημόσιο βίο για το Ισλάμ, το οποίο αναμειγνύεται με το προτεσταντικό πνεύμα του καπιταλισμού. Είναι γεγονός ότι τα τελευταία είκοσι χρόνια στην Τουρκία το Ισλάμ έχει μπει σε μια διαδικασία και φάση «προτεσταντοποίησης».
Αυτό μπορούμε να το αντιληφθούμε από το γεγονός ότι έχει εμφανιστεί στην Τουρκία το φαινόμενο του ισλαμικού φεμινισμού, οι αντικαπιταλιστές μουσουλμάνοι και όταν σε μία χώρα συζητιούνται ταξικοί όροι (μέσα παραγωγής, προλεταριάτο κλπ.), τότε αλλάζει και ο ρόλος της θρησκείας.
Υπό το πρίσμα αυτό, ο Ερντογάν βάζει τη θρησκεία στον δημόσιο βίο και παράλληλα με την καταναλωτική κουλτούρα, δημιουργεί σε κάποιες ισλαμικές συνοικίες εμπορικά κέντρα τύπου mall. Για παράδειγμα, αυτό σημαίνει πρακτικά ότι όταν η μουσουλμάνα κυρία Φατμά μπορεί να βγαίνει από το σπίτι της και πηγαίνει να αγοράσει από τα Starbuck's έναν latte ή ένα ακριβό smartphone από κάποιο κατάστημα, τότε δημιουργείται ένα νέο lifestyle.
Ο μέσος μουσουλμάνος, πριν από τον Ερντογάν, είχε τη φιλοσοφία του τύπου «αρκούμαι σε αυτά που βγάζω, στο μεροκάματο». Τα τελευταία χρόνια, όμως, έχει αυξηθεί σημαντικά ο ατομικισμός. Δεν υπάρχει πλέον η αλληλεγγύη που υπήρχε πριν από 15-20 χρόνια. Ο μέσος μουσουλμάνος έχει αποκτήσει στοιχεία εκκοσμίκευσης.
Οι ισλαμιστές θεωρούν τον Ερντογάν ως εγγυητή αυτού του νέου lifestyle και φοβούνταν ότι σε περίπτωση που έφευγε ο Τούρκος πρόεδρος από τα πολιτικά πράγματα, τότε θα έχαναν το ακριβό smartphone κι όλα αυτά τα αγαθά που τους έχει προσφέρει την τελευταία εικοσαετία. Αυτή η οπτική στην Τουρκία έπαιξε πάρα πολύ. Έλεγαν οι πολίτες ότι εάν κερδίσει τις εκλογές ο Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου και μας γυρίσει στην προ του Ερντογάν εποχή και στον τρόπο ζωής που είχαμε στο παρελθόν, τότε τι γίνεται; Ουδείς στην Τουρκία ήταν διατεθειμένος να αναλάβει ένα τέτοιο ρίσκο.
Σε αυτό το σημείο, αξίζει να αναφερθούμε στον αυταρχισμό του Ερντογάν. Ο αυταρχισμός του Τούρκου προέδρου χρησιμοποιείται από τον ίδιο, με σκοπό να εδραιώσει αυτή τη διαδικασία της προτεσταντοποίησης. Δεν τον χρησιμοποιεί με σκοπό να μεταμορφώσει την Τουρκία σε χαλιφάτο ή σε μια ισλαμική χώρα στο πρότυπο του Ιράν.
Ο δεύτερος λόγος έγκειται στο ότι ο Ερντογάν τόνωσε πάρα πολύ την εθνική αξιοπρέπεια του μέσου Τούρκου. Δηλαδή, όταν ο Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ ίδρυσε την τουρκική δημοκρατία το 1923, είχε πει χαρακτηριστικά ότι «εμείς πρέπει να φτάσουμε το επίπεδο του δυτικού πολιτισμού». Ο τρόπος που το εξέφρασε ήταν σαν να υπονοούσε ότι «ο Τούρκος είναι κατώτερος της Δύσης». Αυτό δημιουργούσε ένα σύμπλεγμα κατωτερότητας στο μέσο Τούρκο πολίτη. Ο Ερντόγαν έκλεισε αυτό το θέμα. Δηλαδή, από τη στιγμή που ο ίδιος έγινε πρωθυπουργός είπε «για στάσου... εμείς δεν είμαστε υποδεέστεροι της Δύσης, αλλά είμαστε ανώτεροι από τη Δύση».
Συνεπώς, όλα αυτά που έκανε ο Ερντογάν, όπως για παράδειγμα η παραγωγή του εγχώριου αυτοκινήτου ή του εγχώριου μαχητικού αεροσκάφους, οι έρευνες και τα έργα για το φυσικό αέριο, τα drones, έδωσε αυτή την αυτοπεποίθηση στο μέσο Τούρκο ότι «πλέον είμαστε ανώτεροι της Δύσης».
Κατά την άποψή μου, κοινωνιολογικά αυτοί είναι οι δύο λόγοι που οδήγησαν τον Ερντογάν στο να πάρει αυτή την εκλογική νίκη.
Ωστόσο, υπάρχει κι ένας τρίτος λόγος και αυτός αφορά στον ρόλο που διαδραμάτισε η αντιπολίτευση στην Τουρκία, εμμένοντας στη φιλοσοφία του Μουσταφά Κεμάλ. Οι εκλογές στην Τουρκία κατέδειξαν ότι πλέον έχει τελειώσει η παλαιά Τουρκία και έχει μπει στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας, συνεπώς όλα οδηγούνται σε αυτή τη νέα Τουρκία.
Ένας άλλος, τέταρτος λόγος που αφορά περισσότερο το πολιτικό σκέλος, για το οποίο εξελέγη ο Ερντογάν. Το κόμμα του Ερντογάν, τα τελευταία χρόνια, έχει αποκτήσει το χαρακτήρα του κρατικού κόμματος. Αυτό σημαίνει ότι το κόμμα αυτό διαμορφώνει τις νέες κατευθυντήριες γραμμές, στις οποίες θα κινηθεί το πολιτικό σύστημα τις επόμενες δεκαετίες.
Επομένως, η τελευταία αποστολή του Ερντογάν είναι αυτό το lifestyle των τελευταίων είκοσι ετών, που ήδη έχει αλλάξει τη γλώσσα της κοινωνίας, να περάσει στο νέο Σύνταγμα της Τουρκίας. Αυτό σημαίνει ότι ο Ερντογάν θα πρέπει να ακουμπήσει τα πρώτα τέσσερα άρθρα του τουρκικού Συντάγματος, που συναποτελούσαν το αξιακό πλαίσιο της παλαιάς Τουρκίας. Τα άρθρα αυτά αναφέρονται – μεταξύ άλλων – στο σύστημα της προεδρευομένης δημοκρατίας και στην κοσμικότητα γαλλικού τύπου που διέπει τη χώρα.
Ουσιαστικά, ο Ερντογάν θα προσθέσει τις σχετικές ελευθερίες που απαιτούνται (π.χ. ελευθερία συνειδήσεως) στο πλαίσιο αυτού του νέου lifestyle και θα καθιερώσει ένα αμερικανικού τύπου σύστημα προεδρικής δημοκρατίας.
Επιστέγασμα όλων αυτών θα είναι η καθιέρωση ενός δικομματικού συστήματος. Θεωρώ ότι υπ' αυτή την έννοια, ο Ερντογάν θα είναι ο επικεφαλής ενός «Ρεπουμπλικανικού Κόμματος», ενώ η αντιπολίτευση, μέσα στους επόμενους μήνες θα αλλάξει εκ βάθρων και θα κινηθεί στο πρότυπο του αμερικανικού Δημοκρατικού Κόμματος.
Ωστόσο, στην προκειμένη περίπτωση, είτε ανήκει κανείς στους Ρεπουμπλικάνους είτε στους Δημοκρατικούς, η φιλοσοφία των δύο αυτών κομμάτων θα βγει μέσα από την ιδρυτική φιλοσοφία του κόμματος του Ερντογάν, ως κρατικού κόμματος.
Παράλληλα, αυτός που θα ηγηθεί των Δημοκρατικών θα είναι ο Νουμάν Κουρτουλμούς (σ.σ. αναπληρωτής πρόεδρος του κυβερνώντος κόμματος AKP).
*Ο Χρήστος Τεάζης είναι ακαδημαϊκός, καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο της Άγκυρας.