Η Γερμανία εξακολουθεί να κάνει πολύ λίγα στη μάχη κατά της δωροδοκίας στο Ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο (Bundestag), σύμφωνα με το Συμβούλιο της Ευρώπης.
«Οι δεσμευτικές συστάσεις της "Ομάδας κρατών κατά της διαφθοράς" (GRECO) στο Κοινοβούλιο και στην Δικαιοσύνη του 2015 εφαρμόστηκαν γενικά ανεπαρκώς στη Γερμανία. Η γερμανική αντιπροσωπεία στο Συμβούλιο της Ευρώπης πρέπει να υποβάλει σχετική έκθεση προόδου έως τον Μάρτιο του 2022» σύμφωνα με σημερινή έκθεση του Συμβουλίου της Ευρώπης.
Πριν από δύο χρόνια, η «Ομάδα κρατών κατά της διαφθοράς» κίνησε τη λεγόμενη «διαδικασία μη συμμόρφωσης» κατά της Γερμανίας λόγω της ανεπαρκούς εφαρμογής των σχετικών συστάσεων οι οποίες της έγιναν.
Συγκεκριμένα, η «Ομάδα» επικρίνει, για παράδειγμα, την έλλειψη σαφών κανόνων για τον τρόπο με τον οποίο οι βουλευτές αντιμετωπίζουν τους εκπροσώπους των ομάδων πίεσης (Lobbies) στο Ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο (Bundestag) . Στην περίπτωση σύγκρουσης συμφερόντων από μεμονωμένα μέλη του Ομοσπονδιακού Kοινοβουλίου (σ.σ. εννοεί το πρόσφατο σκάνδαλο χρηματισμού για την προμήθεια μασκών κορονοϊού), η "Ομάδα" αναμένει την υποχρεωτική ειδική έκθεση. Οι εμπειρογνώμονες του Συμβουλίου της Ευρώπης ζητούν επίσης μεγαλύτερη διαφάνεια στις καταθέσεις των βουλευτών του Ομοσπονδιακού κοινοβουλίου (Bundestag) και των συζύγων τους.
Το Συμβούλιο της Ευρώπης ενέκρινε πάντως το προγραμματισμένο Μητρώο ομάδων πίεσης του Ομοσπονδιακού Κοινοβουλίου (Bundestag). «Αυτό θα μπορούσε να είναι ένα σημαντικό βήμα προς μεγαλύτερη διαφάνεια. Ωστόσο, θα περίμενε κανείς μια πιο ολοκληρωμένη μεταρρύθμιση», όπως αναφέρει στην έκθεσή του.
Το Συμβούλιο της Ευρώπης, με έδρα το Στρασβούργο της Γαλλίας, είναι αρμόδιο για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Δεν είναι όργανο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η «Ομάδα κρατών κατά της διαφθοράς» ιδρύθηκε το 1999. Βασίζεται, κυρίως, στις αρχές αμοιβαίας τακτικής αξιολόγησης σε θέματα διαφθοράς και διασφαλίζει τη σωστή εφαρμογή από τα κράτη των δύο διεθνών Συμβάσεων που έχουν υιοθετηθεί από την Επιτροπή των Υπουργών, δηλ. της «Σύμβασης Ποινικής νομοθεσίας σχετικά με την Διαφθορά» και της «Σύμβασης Αστικής νομοθεσίας σχετικά με την Διαφθορά».