Του Γιώργου Παυλόπουλου
Η κούραση και η οργή που επικρατεί στις τάξεις των «27» γύρω από την υπόθεση του Brexit αντιμετωπίστηκε για την ώρα με μία παράταση περίπου τριών εβδομάδων, στη διάρκεια των οποίων «όλα τα σενάρια παραμένουν ανοιχτά», όπως δήλωσε ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Ντόναλντ Τουσκ. Μόνο που οι πονοκέφαλοι της ΕΕ δεν τελειώνουν εδώ, ούτε προσωρινά και την αναγκάζουν να στρέψει ξανά την προσοχή της στους «άτακτους» Ιταλούς. Κι αυτό διότι ο πρόεδρος της Κίνας βρίσκεται σε περιοδεία στην Ευρώπη όπου, ανάμεσα στα άλλα, πρόκειται να υπογράψει ένα σύμφωνο διευρυμένης και στρατηγικής συνεργασίας ανάμεσα στη χώρα του και την Ιταλία – η οποία, έτσι, θα γίνει η πρώτη χώρα της ομάδας των G7 που θα συμμετέχει στο φιλόδοξο σχέδιο του Πεκίνου για την αναβίωση του περίφημου «Δρόμου του Μεταξιού».
«Θέλουμε να αναβιώσουμε τον παλιό “Δρόμο του Μεταξιού”, έτσι ώστε να μοιραστούμε καλύτερα τους καρπούς της προόδου της ανθρωπότητας», δήλωσε την Παρασκευή από τη Ρώμη ο Σι Τζινπίνγκ, έχοντας στο πλευρό του τον Ιταλό πρόεδρο, Σέρτζιο Ματαρέλα, ο οποίος του επιφύλαξε θερμότατη υποδοχή. Παράλληλα δε, επιβεβαίωσε ότι είναι έτοιμος να υπογράψει μια σειρά ακόμη συμφωνίες αξίας πολλών δισ. ευρώ με την Ιταλία – ανάμεσά τους και κάποιες που αφορούν στην αξιοποίηση των λιμανιών της Τεργέστης και της Γένοβα για τα φορτία με τα κινεζικά προϊόντα που προορίζονται για τις αγορές της Ευρώπης.
Εταίρος και ανταγωνιστής
Προφανώς, όμως, δεν αντιμετωπίζουν όλοι στις Βρυξέλλες με τον ίδιο τρόπο τις σχέσεις με το Πεκίνο και φοβούνται ότι η Ιταλία, με τη σημασία της και το μέγεθός της, μπορεί να γίνει η «κερκόπορτα» από την οποία οι Κινέζοι θα εισβάλουν για να κατακτήσουν την Ευρώπη. Παρά το γεγονός, άλλωστε, ότι η δεύτερη σε μέγεθος οικονομία του πλανήτη είναι μεγάλο δέλεαρ για τους «27», τις επιχειρήσεις και τα προϊόντα τους, ταυτόχρονα αποτελεί πηγή έντονης ανησυχίας. Για του λόγου το αληθές, στη σύνοδο κορυφής που ολοκληρώθηκε την Παρασκευή, επιβεβαιώθηκε ότι η Κίνα πρέπει να αντιμετωπίζεται ταυτόχρονα και ως εταίρος και ως ανταγωνιστής, έστω κι αν η ισορροπία είναι εξαιρετικά λεπτή.
Αυτό αποτυπώνεται και στις διμερείς σχέσεις που έχουν αναπτύξει με την Κίνα οι δύο ισχυροί της Ευρώπης, Γερμανία και Γαλλία. Παρά το γεγονός ότι τόσο η Ανγκελα Μέρκελ όσο και ο Εμανουέλ Μακρόν καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για να ανοίξουν την αγορά της στα αγαθά και τις υπηρεσίες τους, έχουν προωθήσει νόμους με τους οποίους οι αρχές των χωρών τους έχουν τη δυνατότητα να μπλοκάρουν τις κινεζικές επενδύσεις και κυρίως τις εξαγορές στους θεωρούμενους «ευαίσθητους» τομείς της οικονομίας, όπως η ρομποτική και η τεχνητή νοημοσύνη, η άμυνα, η ενέργεια και, φυσικά, οι τηλεπικοινωνίες, όπου εδώ και καιρό κυριαρχεί η υπόθεση της Huawei.
Ο Μπάνον "ικετεύει" τον Σαλβίνι...
Και η Ουάσινγκτον, όμως, ασκεί έντονες πιέσεις στη Ρώμη προκειμένου να επαναξετάσει τη στάση της έναντι του Πεκίνου, έστω και την τελευταία στιγμή – απειλώντας ότι στην περίπτωση που οι προαναγγελθείσες συμφωνίες υπογραφούν τελικά, αυτό θα επιδράσει αρνητικά στις ιταλο-αμερικανικές σχέσεις. Αξίζει να σημειωθεί, μάλιστα, ότι ο «εγκέφαλος» της εκλογής Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ, Στίβεν Μπάνον, ο οποίος βρίσκεται αυτή την περίοδο στη Ρώμη για να βοηθήσει τον Ματέο Σαλβίνι και τους όμορούς του ιδεολογικά σε όλη την ΕΕ ενόψει των επερχόμενων ευρωεκλογών, κάλεσε τον προστατευόμενό του και την κυβέρνηση στην οποία συμμετέχει να το ξανασκεφτούν προτού βάλουν την υπογραφή τους στη συμφωνία με την Κίνα.
«Ικετεύω τον λαό της Ιταλίας να εξετάσει το αρπακτικό οικονομικό μοντέλο της Κίνας προτού υπογράψει τις όποιες συμφωνίες. Οι Κινέζοι είναι άπληστοι και επιδιώκουν την παγκόσμια ηγεμονία», δήλωσε χαρακτηριστικά ο Μπάνον μιλώντας σε δημοσιογράφους.
Tiziana Fabi/Pool Photo via AP