Ευρωπαϊκή διπλωματική… «απόβαση» στην Κίνα διαδέχεται την επίσκεψη του προέδρου Σι Τζινπίνγκ στο Κρεμλίνο και την εδραίωση της συμμαχίας του με τον Βλαντιμίρ Πούτιν εν μέσω του ρωσικού επιθετικού πολέμου στην Ουκρανία. Η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται απέναντι στη δύσκολη εξίσωση μίας Κίνας που «ανοίγεται», διεκδικεί εμπράκτως ρόλο «εναλλακτικής υπερδύναμης» και επιβεβαιώνει τη στρατηγική σύμπραξη με τη Ρωσία, ενώ την ίδια στιγμή παραμένει βασικός εμπορικός και επενδυτικός εταίρος που μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες, ιδίως η Γερμανία, δεν έχουν την πολυτέλεια να αποξενώσουν.
Ο πρόεδρος της Γαλλίας, Εμανουέλ Μακρόν, και η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, λαμβάνουν τη σκυτάλη των επαφών με την κινεζική ηγεσία, μεταβαίνοντας από κοινού την Τρίτη 4 Απριλίου στο Πεκίνο, σε μία επίσκεψη-«βαρόμετρο» για την πορεία των σινο-ευρωπαϊκών σχέσεων.
Προηγήθηκε τον Νοέμβριο ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς, ο πρώτος Δυτικός ηγέτης που ήλθε ενώπιος ενωπίω με τον Σι Τζινπίνγκ αφότου εξασφάλισε ιστορική τρίτη θητεία στην εξουσία. Το Πεκίνο υποδέχθηκε επίσης προ ημερών τον Ισπανό πρωθυπουργό, Πέδρο Σάντσεθ (η Μαδρίτη αναλαμβάνει την κυλιόμενη προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ τον Ιούλιο), ενώ επίκειται επίσκεψη του επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας, Ζοζέπ Μπορέλ, πιθανώς «καθ’οδόν» προς τη σύνοδο των υπουργών Εξωτερικών της G7 που έχει προγραμματιστεί για τις 16 Απριλίου στην Ιαπωνία.
Με αμφότερους τους Σι Τζινπίνγκ και Βλαντιμίρ Πούτιν να έχουν καταστήσει περισσότερο από σαφή την επιθυμία τους να σφυρηλατήσουν μία νέα παγκόσμια τάξη, η Ευρωπαϊκή Ένωση δέχεται πλέον ακόμη ισχυρότερη πίεση από τις Ηνωμένες Πολιτείες να «διαλέξει πλευρά» και να υιοθετήσει αυστηρότερη στάση έναντι του Πεκίνου. Από πλευράς της, η κινεζική ηγεσία κινείται σε μία λεπτή ισορροπία ανάμεσα στην προώθηση των εμπορικών της συμφερόντων στην Ευρώπη και τη στήριξη στον σύμμαχο Πούτιν.
Ζητούμενο για τον Σι είναι να βελτιώσει τις σχέσεις του με την ΕΕ και να αποτρέψει την ακόμα στενότερη ευθυγράμμιση της Ευρώπης με τις ΗΠΑ όσον αφορά τους εμπορικούς και επενδυτικούς περιορισμούς που στοχεύουν τον ασιατικό γίγαντα. Και για να το επιτύχει αυτό, οι αναλυτές θεωρούν ότι θα χρειαστεί να επιδείξει μία αρκετά ισχυρή πρόθεση να συμβάλει στον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία, ώστε να εκμεταλλευτεί τις διαιρέσεις εντός ΕΕ έναντι της πίεσης που ασκεί η διακυβέρνηση Μπάιντεν για πιο αποφασιστική αντιμετώπιση της Κίνας -την οποία και θεωρεί υπ’ αριθμόν ένα απειλή για την παγκόσμια ασφάλεια μακροπρόθεσμα.
Η απόπειρα της Κίνας να αυτοπροβληθεί ως ουδέτερος παράγοντας στο Ουκρανικό δεν πείθει την ΕΕ· το κείμενο θέσεων που προ καιρού κατέθεσε απορρίφθηκε ως ευθυγραμμισμένο τόσο με τα συμφέροντα, όσο και με το αφήγημα της Μόσχας για τον πόλεμο, ενώ ούτε και η πρόσφατη επίσκεψη του Σι Τζινπίνγκ στο Κρεμλίνο παρήγαγε κάποιο απτό αποτέλεσμα. Ωστόσο, είναι κοινός τόπος ότι η Κίνα δύναται να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στην κατεύθυνση μελλοντικής διευθέτησης, αλλά και στην εξέλιξη επί του πεδίου, εάν και εφόσον αποφάσιζε να προχωρήσει στην αποστολή όπλων προς τον σύμμαχο Πούτιν. Σαφή προειδοποίηση επί του τελευταίου θα δεθχεί ο Σι Τζινπίνγκ από αμφότερους τους Εμανουέλ Μακρόν και Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.
«Αποστολή» Μακρόν-Φον ντερ Λάιεν
(AP Photo/Alastair Grant, Pool)
Αναφορικά με την επικείμενη επίσκεψη στο Πεκίνο, ο Γάλλος πρόεδρος έχει δηλώσει πως στόχος είναι «να προσπαθήσουμε να φέρουμε την Κίνα στο πλευρό μας, και να ασκήσουμε πίεση στη Ρωσία, ώστε να μην χρησιμοποιήσει προφανώς χημικά ή πυρηνικά όπλα, αλλά και να κάνει τα πάντα για να σταματήσει τη σύγκρουση και να επιστρέψει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων». Ο Γάλλος πρόεδρος εμφατικά αναφέρει πως βρίσκεται σε πλήρη συμφωνία με τον καγκελάριο Σολτς (ο οποίος είχε απορρίψει πρόταση Μακρόν να επισκεφθούν από κοινού το Πεκίνο τον Νοέμβριο), λέγοντας πως αμφότεροι προκρίνουν τη θέση υπέρ του διαλόγου με την Κίνα ως μέσο άσκησης πίεσης στη Ρωσία.
Προκειμένου να ακουστεί μία ηχηρή «ενιαία ευρωπαϊκή φωνή» στην πρωτεύουσα της Κίνας και να αποκτήσει μεγαλύτερο πολιτικό βάρος η επίσκεψη, ο Μακρόν πρότεινε να τον συνοδεύσει η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. Θα είναι το πρώτο ταξίδι της στο Πεκίνο αφότου ανέλαβε την προεδρία της Κομισιόν. Δυτικοί διπλωμάτες έχουν δηλώσει υπό καθεστώς ανωνυμίας πως ο πήχυς κυμαίνεται χαμηλά, όμως και μόνο το να εκφραστούν οι ευρωπαϊκές θέσεις επί κινεζικού εδάφους θεωρείται σημαντικό υπό τις παρούσες συνθήκες.
Σε μία ιδιαίτερα έντονη ομιλία από τις Βρυξέλλες εν όψει της επίσκεψης -την πρώτη ομιλία που έχει παραχωρήσει με άξονα αποκλειστικά τις σχέσεις Κίνας-ΕΕ, η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν δεν έκρυψε την τρέχουσα επιδείνωση, «έδειξε» σε αυστηρότερη γραμμή των Βρυξελλών έναντι του Πεκίνου και διεμήνυσε πως η στάση της κινεζικής ηγεσίας στο ζήτημα του ρωσικού πολέμου στην Ουκρανία θα αποτελέσει καθοριστικό παράγοντα για το μέλλον των σινο-ευρωπαϊκών σχέσεων.
«Ανησυχούμε για το τι κρύβεται πίσω από αυτή την επιστροφή στην παγκόσμια σκηνή», δήλωσε ανοιχτά η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, και στάθηκε ιδιαίτερα στα λόγια του Σι Τζινπινγκ προς τον Βλαντιμίρ Πούτιν καθώς αναχωρούσε από το Κρεμλίνο: «Αυτή τη στιγμή συντελούνται αλλαγές που όμοιες δεν έχουμε δει εδώ και 100 χρόνια. Και είμαστε εμείς που καθοδηγούμε αυτές τις αλλαγές»… Κατά την Φον ντερ Λάιεν, «ο ξεκάθαρος στόχος του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας είναι μία συστημική αλλαγή της παγκόσμιας τάξης με την Κίνα στο κέντρο της […] Είδαμε την επίδειξη φιλίας στη Μόσχα, η οποία λέει χίλιες λέξεις γι’ αυτό το νέο όραμα για την παγκόσμια τάξη».
Η πρόεδρος της Κομισιόν μίλησε για μία Κίνα που συνολικά «έχει καταστεί πιο καταπιεστική στο εσωτερικό, και πιο δυναμική στο εξωτερικό», αναφερομένη στη συνολική πολιτική της από το ζήτημα της Ταϊβάν, τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην επαρχία Σιντζιάνγκ και τα οικονομικά αντίποινα κατά της Λιθουανίας.
Και, τονίζοντας ότι η ΕΕ θα πρέπει να είναι πιο «τολμηρή» έναντι της Κίνας, για πρώτη φορά υπαινίχθηκε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση θα μπορούσε να τερματίσει οριστικά την εμπορική συμφωνία-ορόσημο του 2020 που στην παρούσα φάση παραμένει «παγωμένη», ενώ προανήγγειλε την εισαγωγή μία νέας ευρωπαϊκής στρατηγικής οικονομικής ασφάλειας και παράλληλα επισήμανε πως η ΕΕ θα πρέπει να καθορίσει τη μελλοντική της σχέση με την Κίνα σε ευαίσθητους τομείς υψηλής τεχνολογίας. Σε κάθε περίπτωση, και παρά τους υψηλούς τόνους της ομιλίας, η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν επισήμανε πως είναι προς το συμφέρον της ΕΕ να διατηρήσει ανοιχτούς τους διαύλους επικοινωνίας με το Πεκίνο. «Δεν πρέπει να αποκοπούμε από την Κίνα, όμως οφείλουμε να μειώσουμε τους κινδύνους», υπογράμμισε.