Εκτόξευση του ιρανικού πυραύλου Khorramshahr-4 από άγνωστη τοποθεσία, Μάιος 2023
Η ώρα της αλήθειας για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν
Iranian Defense Ministry via AP
Iranian Defense Ministry via AP
Εκτόξευση του ιρανικού πυραύλου Khorramshahr-4 από άγνωστη τοποθεσία, Μάιος 2023

Η ώρα της αλήθειας για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν

Αρχίζουν σήμερα, εκτός απροόπτου, στο Σουλτανάτο του Ομάν οι διαπραγματεύσεις των Ηνωμένων Πολιτειών με το Ιράν σε μία ύστατη προσπάθεια για διπλωματική λύση στο ζήτημα του πυρηνικού προγράμματος της Ισλαμικής Δημοκρατίας. Η προαναγγελία της έναρξης συνομιλιών από τα χείλη του Ντόναλντ Τραμπ τη Δευτέρα, ενώπιον του Ισραηλινού πρωθυπουργού, Μπένιαμιν Νετανιάχου, στον Λευκό Οίκο -με την προειδοποίηση ότι εάν δε συνεργαστεί η Τεχεράνη θα βρεθεί σε «μεγάλο κίνδυνο»- ήταν ίσως η σημαντικότερη είδηση που βγήκε από τη συνάντηση των δύο ηγετών. 

Πρόκειται για τις πρώτες επίσημες διαπραγματεύσεις μεταξύ των δύο χωρών αφότου ο Ντόναλντ Τραμπ αποσύρθηκε προ επταετίας από τη συμφωνία που είχε συναφθεί επί προεδρίας Μπάρακ Ομπάμα για την ανάσχεση του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος. Η διεξαγωγή των συνομιλιών σε υψηλό επίπεδο με τη συμμετοχή του ειδικού απεσταλμένου του Λευκού Οίκου για τη Μέση Ανατολή, Στιβ Γουίτκοφ, και του υπουργού Εξωτερικών Αμπάς Αραγκτσί από την ιρανική πλευρά, καταδεικνύει την επικινδυνότητα των στιγμών και τον επείγοντα χαρακτήρα της προσπάθειας να αποφευχθεί η στρατιωτική οδός.

Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει δηλώσει ότι οι συνομιλίες με το Ιράν θα είναι «απευθείας», δηλαδή πρόσωπο με πρόσωπο. Ωστόσο, οι Ιρανοί προβάλλουν διαφορετική εκδοχή, μιλώντας για έμμεσες συνομιλίες, με τις δύο αντιπροσωπείες να βρίσκονται σε διαφορετικές αίθουσες και απεσταλμένους του Ομάν να είναι οι κομιστές των μηνυμάτων μεταξύ τους. Ο Αμπας Αραγκτσί σε άρθρο του στη Washington Post έχει αναφέρει ότι οι συνομιλίες είναι «τόσο μία ευκαιρία, όσο και μία δοκιμασία» και για να προχωρήσουν έχει ζητήσει από τις Ηνωμένες Πολιτείες τη δέσμευση ότι θα αποσύρουν από το τραπέζι την απειλή της στρατιωτική δράσης κατά του Ιράν.

Τη δέσμευση αυτή αρνείται να προσφέρει ο Τραμπ και, προκειμένου να μην αφήσει περιθώρια αμφιβολιών, δύο ημέρες μετά τη συνάντηση με τον Μπενιαμίν Νετανιάχου στο Οβάλ Γραφείο, ξεκαθάρισε ότι το Ισραήλ θα αναλάβει ηγετικό ρόλο σε ένα πιθανό στρατιωτικό χτύπημα στο Ιράν μαζί με τις Ηνωμένες Πολιτείες, εάν οι επικείμενες συνομιλίες αποτύχουν.

Η τοποθέτηση αυτή ευθυγραμμίζεται πλήρως με τη δεδηλωμένη θέση του Ισραηλινού πρωθυπουργού ότι «ο χρόνος για διπλωματία είναι περιορισμένος». Προτού μάλιστα επιβιβαστεί στην πτήση της επιστροφής του στο Ισραήλ, υπενθύμισε ότι είτε γίνουν, είτε όχι οι διαπραγματεύσεις στο Ομάν, για το Ισραήλ η στρατιωτική δράση κατά των ιρανικών πυρηνικών εγκαταστάσεων βρίσκεται ως επιλογή στο τραπέζι. Ως μέσο πίεσης, το Τελ Αβίβ κρατά ανοιχτό το ενδεχόμενο αεροπορικών επιδρομών εναντίον ιρανικών πυρηνικών εγκαταστάσεων μέχρι το τέλος του 2025. Για το Ισραήλ το Ιράν αποτελεί υπαρξιακή απειλή και το ενδεχόμενο να βρεθεί απειλούμενο από ιρανικά πυρηνικά όπλα είναι ένας κίνδυνος που δεν πρόκειται να επιτρέψει.

Όποια κι αν είναι η μορφή των συνομιλιών στο Ομάν, απευθείας ή έμμεση, ένα είναι βέβαιο: Το διακύβευμα είναι πιο υψηλό παρά ποτέ. Παρά τους ισχυρισμούς του Ιράν ότι το πρόγραμμά του προορίζεται για καθαρά πολιτικούς σκοπούς, οι τελευταίες εκτιμήσεις της Διεθνούς Υπηρεσίας Ατομικής Ενέργειας (ΙΑΕΑ) είναι ότι τα ιρανικά αποθέματα ανέρχονται σε περίπου 274 κιλά ουρανίου εμπλουτισμένου σε ποσοστό 60%. Δηλαδή, όχι πολύ μακριά από το απαραίτητο όριο καθαρότητας 90% που επιτρέπει την κατασκευή πυρηνικής βόμβας.

Μέχρι στιγμής, το χάσμα μεταξύ των δύο πλευρών είναι αγεφύρωτο. Οι Ιρανοί φαίνεται να αναζητούν μια επικαιροποιημένη εκδοχή της συμφωνίας της εποχής Ομπάμα, η οποία περιόριζε τα αποθέματα πυρηνικού υλικού του Ιράν. Οι Αμερικανοί επί Τραμπ, από την άλλη, θέλουν να διαλύσουν την τεράστια υποδομή εμπλουτισμού πυρηνικών καυσίμων, το πυραυλικό πρόγραμμα της χώρας και τη μακροχρόνια υποστήριξη της Τεχεράνης προς τη Χαμάς, τη Χεζμπολάχ και άλλες δυνάμεις πληρεξουσίων της στη Μέση Ανατολή, η οποίες ούτως η άλλως έχουν χάσει την επιχειρησιακή τους ικανότητα σε μεγάλο βαθμό χάρη στις επιτυχημένες στρατιωτικές επιχειρήσεις του Ισραήλ μετά την 7η Οκτωβρίου. Έπειτα από την κατάρρευση του καθεστώτος Άσαντ στη Συρία και τα ισχυρά πλήγματα των Αμερικανών κατά των Χούθι στην Υεμένη, το «μακρύ χέρι» του Ιράν στην περιοχή φαίνεται να έχει πλέον «κοντύνει» δραματικά.

Για τον Ντόναλντ Τραμπ η επίτευξη μιας πιο «σκληρής» συμφωνίας σε σχέση με εκείνη του Ομπάμα είναι ένα στοίχημα, προκειμένου να αποδείξει ότι πετυχαίνει τους στόχους του. Η Κάρολαϊν Λέβιτ, εκπρόσωπος Τύπου του Λευκού Οίκου, επανέλαβε χθες τις προειδοποιήσεις του Αμερικανού προέδρου περί «κόλασης» αν το θεοκρατικό καθεστώς δε διαπραγματευτεί. «Οι Ιρανοί θα εκπλαγούν όταν ανακαλύψουν ότι δε διαπραγματεύονται με τον Μπαράκ Ομπάμα ή τον Τζον Κέρι», δήλωσε και ο Ρεπουμπλικάνος γερουσιαστής Τζιμ Ρισκ, πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας.

Οι αμερικανικές απειλές, ωστόσο, φαίνεται ότι δεν έχουν τον ίδιο αντίκτυπο σε όλα τα κλιμάκια της ιρανικής ηγεσίας. Ο πρόεδρος της χώρας Μασούντ Πεζεσκιάν, καθώς και οι επικεφαλής του δικαστικού σώματος και του Κοινοβουλίου τις έχουν λάβει σοβαρά υπ’ όψη τους, όχι όμως και ο ανώτατος ηγέτης του Ιράν, Αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ. Σύμφωνα με τους New York Times, που επικαλούνται δύο υψηλόβαθμους Ιρανούς αξιωματούχους, οι τρεις κορυφαίοι παράγοντες του ιρανικού καθεστώτος είχαν τον περασμένο μήνα συνάντηση με τον Χαμενεΐ, ο οποίος έχει απαγορεύσει δημοσίως και επανειλημμένα τη συνεργασία με την Ουάσινγκτον, χαρακτηρίζοντάς τη μη συνετή. Οι τρεις αξιωματούχοι φέρονται να ζήτησαν από τον ανώτατο θρησκευτικό ηγέτη, που έχει και τον τελευταίο λόγο στη χώρα, να επιτρέψει τις διαπραγματεύσεις με τις ΗΠΑ, «ακόμη και απευθείας αν χρειαστεί, διότι διαφορετικά η εξουσία της Ισλαμικής Δημοκρατίας θα μπορούσε να ανατραπεί». 

Το Ιράν ήδη αντιμετωπίζει σοβαρά οικονομικά προβλήματα, το νόμισμά του χάνει αξία, υπάρχουν ελλείψεις σε φυσικό αέριο, ηλεκτρικό ρεύμα και νερό. Οι αεροπορικές επιδρομές του Ισραήλ το προηγούμενο διάστημα «ακρωτηρίασαν» το δίκτυο αεράμυνας της χώρας. Η απειλή πολέμου με τις Ηνωμένες Πολιτείες και το Ισραήλ είναι εξαιρετικά σοβαρή. Εάν το Ιράν αρνηθεί μία συμφωνία, τα στρατιωτικά πλήγματα στις δύο κύριες πυρηνικές εγκαταστάσεις του, τη Νατάνζ και το Φορντόου, δείχνουν αναπόφευκτα.

Το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν εξελίσσεται καθημερινά και είναι σημαντικό να υπάρξει σύντομα συμφωνία, καθώς η δυνατότητα επαναφοράς των κυρώσεων των Ηνωμένων Εθνών κατά του Ιράν λήγει στις 18 Οκτωβρίου.

«Μαξιμαλιστικές θέσεις, όπως η πλήρης διάλυση του πυρηνικού προγράμματος ή η απαίτηση για πλήρη διακοπή του εμπλουτισμού ουρανίου από το Ιράν, είναι βέβαιο ότι θα αποτύχουν. Η περίπτωση θα είναι διαφορετική αν η Ουάσινγκτον συμβιβαστεί με την αποτροπή της απόκτησης πυρηνικού όπλου από την Ισλαμική Δημοκρατία. Σε αυτή την περίπτωση, οι συνομιλίες θα μπορούσαν να έχουν πιο ελπιδοφόρα αποτελέσματα», εκτιμά ο Λουίτζι Τονινέλι του Ιταλικού Ινστιτούτου Πολιτικών Μελετών (ISPI).