Με μικρό καλάθι συμμετείχε η Βρετανίδα πρωθυπουργός στη χθεσινή Σύνοδο Κορυφής με το Brexit στην κορυφή της ατζέντας, αφού από την άφιξη της κιόλας στην πρωτεύουσα του Βελγίου τόνισε ότι δεν ανέμενε κάποια σημαντική πρόοδο. Λίγα εικοσιτετράωρα πριν είχε πετύχει σύμφωνα με τον βρετανικό τύπο, μια «ταπεινωτική νίκη» αφού στην εσωκομματική διαδικασία 117 βουλευτές σε σύνολο 317.
Εξάλλου, οι Ευρωπαίοι ηγέτες προσερχόμενοι στη σύνοδο ξεκαθάριζαν ότι δεν θα γίνει νέα συμφωνία, καθώς η υπάρχουσα αποτελεί προϊόν πολύμηνης διαπραγμάτευσης ανάμεσα στη Βρετανία και το Λονδίνο. Άλλωστε οι θεσμικοί ηγέτες της Ε.Ε, Ζαν Κλοντ Γιουνκέρ και Ντόναλντ Τουσκ όπως οι ντε φάκτο ηγέτες της Ευρώπης Άνγκελα Μέρκελ και Εμμανουέλ Μακρόν είχαν να πουν...καλά λόγια χωρίς όμως να κάνουν κάποια ουσιαστική υποχώρηση. Ο δε πρωθυπουργός του Λουξεμβούργου Ξαβιέ Μπετέλ ήταν ίσως ο μόνος είπε τα πράγματα ως έχουν: «η επαναδιαπραγμάτευση θα είναι πολύ, πολύ δύσκολη, όμως εάν είναι ανάγκη να προχωρήσουμε σε διευκρινίσεις ή να βοηθήσουμε την Τερέζα Μέι, τότε ναι – προσωπικά θέλω πολύ να την βοηθήσω». Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι οι Ευρωπαίοι προσφέρουν μόνο ...συμπάθεια και κάποιες γραπτές διευκρινήσεις ερμηνευτικού χαρακτήρα αναφορικά με το περιεχόμενο της συμφωνίας και ειδικότερα στο θέμα της διατήρησης ανοικτών συνόρων μεταξύ της Δημοκρατίας της Ιρλανδίας και της Βόρειας Ιρλανδίας.
Σημειώνεται ότι η επιδίωξη της Μέι για περισσότερες εγγυήσεις από την Ε.Ε γίνεται λόγω του γεγονότος ότι το Δημοκρατικό Ενωτικό Κόμμα της Βορείου Ιρλανδίας, κυβερνητικός της εταίρος ανησυχεί μήπως το backstop γίνει μόνιμη κατάσταση. Οι Βορειοιρλανδοί φοβούνται ότι το «δίχτυ ασφαλείας» για την αποφυγή των σκληρών συνόρων θα φέρει εν τέλει την περιοχή πιο κοντά στην Ε.Ε. – και συνεπώς στην Ιρλανδία – και πιο μακριά από το Ηνωμένο Βασίλειο.
Η κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι η ψηφοφορία για την κύρωση της συμφωνίας θα έρθει προς ψήφιση περί τα μέσα Ιανουαρίου, μέχρι τότε λοιπόν βασική στόχευση της Μέι, ιδιαίτερα αν δεν προκύψει κάτι συγκλονιστικό από τους Ευρωπαίους, θα είναι να μεταπειστούν οι Βορειοιρλανδοί και κάποιοι εκ των «σκληρών» του Brexit. Μετά την δύσκολη νίκη στην εσωκομματική διαδικασία, το ενδεχόμενο αυτό είναι δύσκολο, όμως η Μέι ελπίζει σε κάποια έκπληξη της τελευταίας στιγμής.
Η «έκπληξη» μπορεί να είναι ο εντεινόμενος φόβος για no-deal σε συνδυασμό με τις προειδοποιήσεις των βρετανικών επιχειρήσεων, σωματείων και τοπικών συμβουλίων. Πριν λίγες μέρες άλλωστε, το Τοπικό Συμβούλιο του Κέντ στο οποίο ανήκει το πορθμείο του Ντόβερ και συνδέει την χώρα με την Γαλλία μέσω του Καλαί, σημείωσε με έκθεση του, ότι ένα no-deal μπορεί να φέρει τουλάχιστον 10,000 νταλίκες στριμωγμένες στα σύνορα. Οι εκτιμήσεις αυτές, έρχονται να προστεθούν στις πρόσφατες εκθέσεις της Τράπεζας της Αγγλίας που έκανε λόγο για την «χειρότερη οικονομική κρίση μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο» και αυτή της κυβέρνησης που ανέφερε ότι το ΑΕΠ θα σημειώσει βουτιά 10,2%.
Τέλος, η Goldman Sachs σε εκτίμηση της έκανε λόγο για ένα «σοκ αρνητικής προσφοράς» σε περίπτωση no-deal καθώς η οικονομία της Βρετανίας θα γίνει πιο κλειστή, ενώ η Capital Economics θεωρεί αρκετά πιθανό το σενάριο να παγιδευθεί άμεσα σε ύφεση η βρετανική οικονομία, με το πλήγμα στο ΑΕΠ σε πρώτη φάση να ανέρχεται στο 3%.