Οι Φιλελεύθεροι της μετά Τριντό εποχής έμοιαζαν καταδικασμένοι σε βαριά ήττα και ο Πιερ Πουαλιέβρ των συντηρητικών ήταν σίγουρος πως θα τον χρίσουν πρωθυπουργό οι κάλπες που στήνονται σήμερα στον Καναδά. Μετά όμως ήρθε ο Ντόναλντ Τραμπ…. Η μακρά δημοσκοπική υπεροχή των Συντηρητικών εξανεμίστηκε για να καταγραφεί μία θεαματική πολιτική ανάκαμψη των κυβερνώντων Φιλελευθέρων που δείχνουν να οδεύουν σήμερα προς εκλογική νίκη.
Οι Καναδοί ψηφίζουν σήμερα στις πρόωρες ομοσπονδιακές εκλογές σε ένα σκηνικό παγκόσμιων γεωπολιτικών αναταράξεων και με τις «πολεμοχαρείς» διαθέσεις του Αμερικανού προέδρου -από τους εμπορικούς δασμούς έως τα περί Καναδά-51ης πρώτης πολιτείας των ΗΠΑ- να έχουν μεταβάλλει το πολιτικό τοπίο και την εικόνα των δημοσκοπήσεων σε βαθμό που δεν έχει προηγούμενο στην καναδική πολιτική Ιστορία.
Με τον πρώην διοικητή της Τράπεζας του Καναδά Μαρκ Κάρνεϊ, διάδοχο του παραιτηθέντος Τζάστιν Τριντό στην πρωθυπουργία και την ηγεσία του κόμματος των Φιλελεύθερων, να βρίσκεται αντιμέτωπο στην κάλπη με τον εκφραστή του δεξιού λαϊκισμού Πιερ Πουαλιέβρ, η αναμέτρηση αντανακλά τόσο τις εσωτερικές πολιτικές διαιρέσεις και την αγωνία για την οικονομία, την κρίση του κόστους ζωής και στέγασης, όσο και τις επιπτώσεις της επιθετικής οικονομικής και διπλωματικής ατζέντας της δεύτερης θητείας Τραμπ.
Επί ενάμιση χρόνο οι Συντηρητικοί προηγούνται στις δημοσκοπήσεις και στις αρχές Ιανουαρίου, την περίοδο που ο Τζάστιν Τριντό παραιτούνταν υπό το βάρος εσωκομματικών πιέσεων και της αναιμικής δημοτικότητάς του, διατηρούσαν προβάδισμα άνω των 20 ποσοστιαίων μονάδων. Ο μέσος όρων των μετρήσεων του CBC Poll Tracker έδινε στους Συντηρητικούς το 44% των ψήφων, στους Φιλελεύθερους 20%, στο αριστερό Νέο Δημοκρατικό Κόμμα (NDP) 19%, στο αυτονομιστικό αριστερό Μπλοκ του Κεμπέκ (BQ) 9%, στους Πράσινους 4% και στην Ακροδεξιά 2%.
Με αυτά τα ποσοστά ψήφων, οι Συντηρητικοί θα κατήγαγαν σαρωτική νίκη. Τα πρωτοσέλιδα της περιόδου εναλλάσσονταν μεταξύ του εάν οι Φιλελεύθεροι θα βρεθούν μπροστά σε ένα καταστροφικό αποτέλεσμα ή μία υπαρξιακών διαστάσεων ήττα.
Ούτε τέσσερις μήνες μετά, και μία ανάσα από τις πρόωρες εκλογές που προκήρυξε ο Μαρκ Κάρνεϊ αφότου ανέλαβε επίσημα τα ηνία της χώρας και του κόμματος τον Μάρτιο, ήλθε η απόλυτη ανατροπή με τους Φιλελεύθερους να λαμβάνουν το 43,1% των ψήφων, τους Συντηρητικούς να έπονται με 38,4% και τα ποσοστά των υπόλοιπων κομμάτων να παραμένουν σχεδόν αμετάβλητα. Οι Φιλελεύθεροι από 24 μονάδες διαφορά στις αρχές Ιανουαρίου, έφτασαν να προηγούνται με 4,7 μονάδες και το στοίχημα για την κυβερνητική παράταξη εμφανίζεται πλέον η αυτοδυναμία, εφόσον πάντα η τρέχουσα εικόνα επιβεβαιωθεί στην κάλπη.
Η αντικατάσταση του αντιδημοφιλούς Τριντό από τον Μαρκ Κάρνεϊ ωφέλησε το κυβερνών εδώ και μία δεκαετία κόμμα, αλλά κατά τους αναλυτές ο σημαντικότερος λόγος για τη «νεκρανάσταση» των Φιλελευθέρων είναι ο Ντόναλντ Τραμπ. Οι δασμοί και οι απειλές προσάρτησης του Καναδά έχουν αποξενώσει σε μεγάλο βαθμό τους Καναδούς -με το 64% να θεωρεί τις ΗΠΑ μη φιλική ή εχθρική χώρα σε τελευταία μέτρηση του ινστιτούτου YouGov- και έχουν γυρίσει μπούμερανγκ για τον Πιερ Πουαλιέβρ και την τραμπικού στυλ ρητορική με την οποία έχει πορευτεί ιδίως αφότου ανέλαβε επικεφαλής των Συντηρητικών το 2022.
Ο Μαρκ Κάρνεϊ, πρώην επικεφαλής τόσο της Τράπεζας του Καναδά όσο και της Τράπεζας της Αγγλίας, είναι ο τεχνοκράτης-αντίδοτο στον Τραμπ, προβάλλοντας τη διαδρομή του ως εγγύηση δημοσιονομικής, και όχι μόνο, σταθερότητας σε αβέβαιους τραμπικούς καιρούς. Κατεβαίνει ως υποψήφιος κατά του Αμερικανού προέδρου, υποσχόμενος να «θωρακίσει» τον Καναδά μέσω της αύξησης των αμυντικών δαπανών, της εμβάθυνσης της δέσμευσης στο ΝΑΤΟ, της προσήλωσης στην πολυμέρεια και της ενδυνάμωσης των εμπορικών σχέσεων με την Ευρώπη και τους εταίρους στον Ινδο-ειρηνικό. Υπέρμαχος μίας «πράσινης βιομηχανικής στρατηγικής», έχει επίσης δώσει μεγάλη έμφαση στην προσιτή στέγη.
Ο Πιερ Πουαλιέβρ εκπροσωπεί μία τρόπον τινά καναδική εκδοχή του τραμπισμού, έχοντας υιοθετήσει και το μότο «Πρώτα ο Καναδάς» ενώ προκρίνει το δημοσιονομικό συντηρητισμό. Οι προτάσεις του περιλαμβάνουν σαρωτικές μειώσεις φόρων, περικοπή των κρατικών δαπανών, κατάργηση του φόρου του 5% στα νέα σπίτια και μείωση της εξωτερικής βοήθειας και της ομοσπονδιακής χρηματοδότησης για τομείς όπως η καθαρή τεχνολογία και η τεχνητή νοημοσύνη.
Αρχικά, η ιδεολογική ευθυγράμμιση του Πουαλιέβρ και οι έπαινοι για τον Τραμπ ως «επιτυχημένο επιχειρηματία» τον βοήθησαν να «εκτοξευτεί» δημοσκοπικά, εκμεταλλευόμενος επίσης την κόπωση των ψηφοφόρων με τους Φιλελεύθερους του Τζάστιν Τριντό και την ευρέως διαδεδομένη απογοήτευση για το αυξημένο κόστος ζωής. Ο ίδιος παρουσίασε τον τεχνοκράτη Κάρνεϊ ως ελιτιστή που δεν έχει επαφή με τις αγωνίες και τα προβλήματα της εργατικής τάξης.
Ωστόσο, οι επιθετικές εμπορικές πολιτικές του Τραμπ -ιδιαίτερα οι νέοι δασμοί στα καναδικά προϊόντα και η προκλητική ρητορική για την ανάδειξη του Καναδά σε 51η πολιτεία- έγιναν βαρίδια για τον Πουαλιέβρ, που επιχείρησε τελικά να λάβει αποστάσεις από τον Αμερικανό πρόεδρο αποκαλώντας τον «αναξιόπιστο», ενώ κατηγόρησε τους Φιλελεύθερους ότι κατέστησαν τον Καναδά υπερβολικά εξαρτημένο από τις ΗΠΑ. Όμως, ήδη μεταξύ των κεντρώων και αριστερών ψηφοφόρων ακουγόταν το «οποιοσδήποτε εκτός από τον Πουαλιέβρ».
Οι σημερινές είναι οι πρώτες καναδικές εκλογές όπου η σκιά ενός Αμερικανού προέδρου δεσπόζει τόσο πολύ πάνω από την κάλπη, η οποία και θα έλθει να καθορίσει πώς θα κινηθεί η χώρα σε ένα περιβάλλον μείζονων γεωπολιτικών και οικονομικών αναταράξεων και προκλήσεων -εάν θα στραφεί προς τον λαϊκιστικό εθνικισμό ή εάν θα επιβεβαιώσει τη δέσμευσή της στην πολυμέρεια.
Ενώ οι σχέσεις του Καναδά με την Κίνα και την Ινδία έχουν γίνει όλο και πιο τεταμένες τα τελευταία χρόνια, η χώρα παραδοσιακά στηρίζεται σε στενές συνεργασίες με τους δυτικούς συμμάχους της, ιδίως με τον νότιο γείτονά της, τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η δυναμική αυτή έχει μετατοπιστεί υπό τη δεύτερη κυβέρνηση Τραμπ. Η επόμενη κυβέρνηση του Καναδά θα πρέπει να πλοηγηθεί σε ένα ασταθές γεωπολιτικό περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από τον εμπορικό πόλεμο των ΗΠΑ και την αποδυνάμωση της δέσμευσής τους στον ρόλο τους ως παγκόσμιου ηγέτη και εγγυητή της Pax Americana, την ολοένα και πιο διεκδικητική στάση της Κίνας ως δεύτερης υπερδύναμης, τις ανανεωμένες φιλοδοξίες της Ρωσίας για μεγαλύτερο παγκόσμιο ρόλο και την ανάδυση μεσαίων δυνάμεων και χωρών από τον Παγκόσμιο Νότο, όπως επισημαίνεται σε ανάλυση του Ευρωκοινοβουλίου εν όψει των καναδικών εκλογών.