Το 2016, η Κίνα είχε 172 εταιρείες στη λίστα του Forbes Global 2000 και μεταξύ αυτών ήταν και οι τρεις μεγαλύτερες εταιρείες παγκοσμίως: Η Βιομηχανική και Εμπορική Τράπεζα της Κίνας (ICBC), η Τράπεζα Κατασκευών της Κίνας (CCB) και η Αγροτική Τράπεζα της Κίνας (ABC). Εκτός από τις τράπεζες, υπήρχαν κι άλλες μεγάλες κινεζικές εταιρείες, συμπεριλαμβανομένων εκείνων του κλάδου της τεχνολογίας και της ενεργειακής βιομηχανίας. Πολλές από αυτές τις εταιρείες έχουν μετατραπεί σε "εθνικούς πρωταθλητές” για την Κίνα στην παγκόσμια οικονομία.
Η κινεζική κυβέρνηση επιδιώκει να γίνει κυρίαρχη παγκόσμια δύναμη σε βασικούς τομείς, κάτι που σημαίνει πως η προώθηση αυτών των "εθνικών πρωταθλητών" θα συνεχιστεί και θα αλλάξει εν τέλει τον ανταγωνισμό σε εγχώριο και παγκόσμιο επίπεδο.
Οι εθνικοί πρωταθλητές δεν είναι παρά εταιρείες που συμβάλλουν στην επίτευξη των στρατηγικών στόχων της κυβέρνησης και σε αντάλλαγμα η κυβέρνηση τους προσφέρει τη στήριξή της παρέχοντας ευκολότερη πρόσβαση στην κάνουλα των δημόσιων πόρων, δίνοντας προτεραιότητα στην επιλογή τους για δημόσιες συμβάσεις και κάποιες φορές - σε ολιγαρχικά καθετώτα σε προστατευόμενες βιομηχανίες – και προσφέροντας πλεονεκτήματα έναντι των ανταγωνιστών τους.
Το 10ο και το 11ο πενταετές πρόγραμμα της Κίνας ενθαρρύνει την ύπαρξη εθνικών πρωταθλητών, ιδιαίτερα σε σημαντικές βιομηχανίες όπως η άμυνα και η εθνική ασφάλεια. Οι εταιρείες αυτές προωθούνται με σκοπό τη δημιουργία θέσεων εργασίας, την απόκτηση τεχνολογίας και δεξιοτήτων και την οικοδόμηση ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος.
Αποτέλεσμα των πολιτικών που ακολουθεί η κυβέρνηση είναι οι μεγαλύτερες εταιρείες της Κίνας να γίνονται ακόμα μεγαλύτερες, γεγονός που τις καθιστά πιο ανταγωνιστικές σε παγκόσμια κλίμακα. Παράδειγμα αποτελεί η Huawei, η οποία λόγω της κρατικής στήριξης έχει μετατραπεί σε έναν από τους μεγαλύτερους παραγωγούς smartphones στον κόσμο.
Συνολικά 98 από τις 100 κινεζικές εταιρείες που περιλαμβάνονται στη λίστα του Fortune Global 500 είναι κρατικές. Οι κυβερνητικές πολιτικές που προωθούν αυτές τις κρατικές εταιρείες, τις έχουν μεγαλώσει σε μέγεθος κι έτσι αυτή τη στιγμή συγκαταλέγονται μεταξύ των μεγαλύτερων εταιρειών παγκοσμίως.
Ο ανταγωνισμός που κάνει διακρίσεις
Στο ανταγωνιστικό περιβάλλον της παγκόσμιας οικονομίας τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Ευρωπαϊκή Ένωση έχουν εκφράσει συχνά τα “παράπονά” τους σχετικά με το ρυθμιστικό πλαίσιο που διέπει τις κινέζικες εταιρείες και ξένες επενδύσεις.
Το Εμπορικό Επιμελητήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ανέφερε παραδείγματα, τα οποία φαίνεται να καθιστούν αδύνατο τον θεμιτό ανταγωνισμό στην κινεζική αγορά. "Οι ευρωπαϊκές εταιρείες αποκλείονται από τη διαδικασία υποβολής προσφορών στην αγορά δημόσιων έργων ύψους 1,1 τρισ. δολαρίων λόγω αδιαφανών διαδικασιών, ασυνεπούς επιβολής κανονισμών και τοπικών κανονισμών”.
Πέρα από την εικόνα της χώρας στο εξωτερικό, πρόβλημα αντιμετωπίζουν και κινέζικες εταιρείες του εσωτερικού που δεν θεωρούνται “εθνικοί πρωταθλητές”.
Οι οικονομολόγοι χρησιμοποιούν τον όρο "crowding out" για να περιγράψουν τον τρόπο με τον οποίο η κυβέρνηση επεμβαίνει στον ιδιωτικό τομέα, με αποτέλεσμα να μη λειτουργεί “σωστά” ο ανταγωνισμός εντός του ιδιωτικού τομέα και να εγκαταλείπεται κάθε προσπάθεια επενδύσεων.
Μακροπρόθεσμα, αυτός ο αποκλεισμός δημιουργεί ένα περιβάλλον συστηματικής αναποτελεσματικότητας επειδή εξαλείφει τον ανταγωνισμό και παρεμποδίζει την καινοτομία. Στην περίπτωση της Κίνας, η κυβέρνηση ευνοεί έναν μικρό αριθμό επιχειρήσεων και τις επιβραβεύει με περισσότερη χρηματοδότηση και περισσότερες ευκαιρίες, με αποτέλεσμα να συμβάλλει στην ανομοιογένεια διαμοιρασμού του πλούτου και στην έλλειψη ανταγωνισμού στην εγχώρια ελεύθερη αγορά.
Επιμέλεια: Δανάη Μαραγκουδάκη