Ο Κουβανός καλλιτέχνης Λουίς Μανουέλ Οτέρο Αλκάνταρα, ο οποίος πραγματοποιεί απεργία πείνας εδώ και οκτώ ημέρες, εισήχθη σε νοσοκομείο στην Αβάνα, ανακοίνωσαν οι υγειονομικές αρχές της κουβανικής πρωτεύουσας.
«Ο πολίτης Λουίς Μανουέλ Οτέρο Αλκάνταρα εισήχθη στα επείγοντα του πανεπιστημιακού νοσοκομείου Καλίστο Γκαρσία, διαγνωσμένος με εκούσια ασιτία», ανακοίνωσε η υπηρεσία Υγείας.
Ο 33χρονος καλλιτέχνης είναι ο ηγέτης της συλλογικότητας αντιφρονούντων «Κίνημα Σαν Ισίντρο» (MSI), την οποία η Αβάνα κατηγορεί ότι χρηματοδοτείται από τις ΗΠΑ. Αποφάσισε να ξεκινήσει απεργία πείνας, διαμαρτυρόμενος για την κατάσχεση πολλών πινάκων του από τις υπηρεσίες ασφαλείας. Πραγματοποιούσε αυτήν την απεργία στο σπίτι του, στη φτωχογειτονιά Σαν Ισίντρο της Αβάνας.
«Ο Λουίς Μανουέλ δεν μπορεί πια να σταθεί όρθιος, έχουν σκάσει το δέρμα και τα χείλη του, δεν ουρεί και δεν μιλάει», έγραψε το Σάββατο στο Twitter ο Αμαουρί Πατσέκο, ποιητής και μέλος του MSI.
Το υπουργείο Υγείας της Κούβας ωστόσο υποστηρίζει σε σημερινή ανακοίνωσή του ότι ο καλλιτέχνης «περπατά χωρίς δυσκολία», από τις εξετάσεις που του έγιναν δεν διαπιστώθηκαν ενδείξεις χημικής ανισορροπίας, είναι σε σταθερή κατάσταση και παρακολουθείται από γιατρούς.
Μέλη του κινήματος ανέφεραν ότι οι υπηρεσίες ασφαλείας έβγαλαν δια της βίας τον Οτέρο Αλκάνταρα από το σπίτι του και πιθανολογούν ότι έχει τεθεί υπό κράτηση. Αμφισβήτησαν επίσης τα ιατρικά ανακοινωθέντα και ζήτησαν περισσότερες πληροφορίες. «Πώς είναι δυνατόν να μην έχει ενδείξεις υποσιτισμού και αφυδάτωσης μετά από απεργία πείνας και δίψας για πάνω από 7 ημέρες;» διερωτήθηκε η ομάδα με ανάρτησή της στο Facebook.
Το σπίτι του Οτέρο Αλκάνταρα ήταν επί ημέρες περικυκλωμένο από αστυνομικούς και κανείς δεν επιτρεπόταν να μπει ή να βγει κατά τη διάρκεια της απεργίας πείνας. Το Σάββατο, το υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ εξέφρασε ανησυχίες για την υγεία του και κάλεσε την κουβανική κυβέρνηση «να προστατεύσει τη ζωή και την υγεία του».
Σύμφωνα με τα κρατικά μέσα ενημέρωσης της Κούβας, η συλλογικότητα της οποίας ηγείται ο καλλιτέχνης επιδιώκει την πολιτική αποσταθεροποίηση και χρηματοδοτείται από το Εθνικό Δημοκρατικό Ινστιτούτο των ΗΠΑ, μια ομάδα επικεφαλής της οποίας είναι η πρώην υπουργός Εξωτερικών Μαντλίν Ολμπράιτ.