Για πρώτη φορά από τον Αύγουστο, ο δείκτης R αναπαραγωγής στη Βρετανία, δηλαδή μετάδοσης του ιού από ένα φορέα σε άλλους ανθρώπους, έπεσε κάτω από το ένα, περίπου στο 0,9%, σύμφωνα με μεγάλης κλίμακας έρευνα του πανεπιστημίου Imperial στο Λονδίνο.
Με δεδομένο ότι ο αριθμός νέων κρουσμάτων μειώνεται με ρυθμό 0% έως 2% τη μέρα η έρευνα η οποία διεξήχθη σε περίπου 100,000 υποστηρίζει ότι το lockdown είχε αποτέλεσμα.
Το δεύτερο εθνικό lockdown στην Αγγλία άρχισε στις 5 Νοεμβρίου, προκειμένου -όπως συνέβη και σε άλλες χώρες (μεταξύ των οποίων η Ελλάδα)- να ανακοπεί ο ρυθμός εξάπλωσης του κορονοϊού SARS-CoV-2 και να προστατευθεί το εθνικό σύστημα υγείας της χώρας. Μεταξύ 16 Οκτωβρίου και 2 Νοεμβρίου η Αγγλία κατέγραφε 132 κρούσματα ανά 10.000 ανθρώπους, ενώ μεταξύ 13 και 24 Νοεμβρίου 96 ανά 10.000 (μείωση σχεδόν κατά το ένα τρίτο ή 30%).
Μεγάλη υπήρξε η μείωση των κρουσμάτων στις περιοχές που επλήγησαν περισσότερο κατά το δεύτερο επιδημικό κύμα, κυρίως στα βορειοδυτικά και βορειοανατολικά της χώρας, καθώς επίσης στο Γιορκσάιρ. Σχετικά υψηλές παραμένουν οι λοιμώξεις στα Μίντλαντς, ιδίως στα δυτικά, την περιοχή με την μεγαλύτερη αναλογία λοιμώξεων σήμερα στην Αγγλία.
Ο δρ Λάιμ Σμιτ της Σχολής Υγιεινής και Τροπικής Ιατρικής του Λονδίνου εκτίμησε ότι, μετά τη σχετική χαλάρωση των μέτρων το Δεκέμβριο λόγω των Χριστουγέννων, ίσως χρειασθεί ένα νέο lockdown τον Ιανουάριο ή το Φεβρουάριο, καθώς αναμένεται να αυξηθεί πάλι ο ρυθμός R μετάδοσης του ιού εξαιτίας των αυξημένων κοινωνικών επαφών στις γιορτές.
Η επιστημονική επιτροπή SAGE που συμβουλεύει τη βρετανική κυβέρνηση, εκτίμησε επίσης κάτι ανάλογο το νέο έτος και, με βάση τα μοντέλα της, υπολογίζει ότι για κάθε μέρα χαλάρωσης των μέτρων, θα χρειαστούν στη συνέχεια πέντε μέρες νέων περιορισμών για να ελεγχθεί η επιδημία.