Πρώην γυμναστής στην Αυστραλία ο Μπρέντον Ταράντ, δράστης του χθεσινού μακελειού σε δύο τεμένη του Κράισττσερτς, παρουσιάζεται ως ένας «απλός, λευκός άνδρας» της εργατικής τάξης τον οποίο κέρδισε η νεοφασιστική ιδεολογία έπειτα από ταξίδια που έκανε στην Ευρώπη.
Εναντίον του 28χρονου Αυστραλού απαγγέλθηκαν σήμερα κατηγορίες για ένα από τα χειρότερα εγκλήματα που έχουν διαπραχθεί ποτέ στη Νέα Ζηλανδία: τον φόνο τουλάχιστον 49 πιστών σε δύο τεμένη του Κράισττσερτς.
Στη διάρκεια της εμφάνισής του σήμερα ενώπιον του δικαστηρίου έκανε μια χειρονομία, που συχνά χρησιμοποιείται για να εκφραστεί η στήριξη στην ακροδεξιά ιδεολογία της λευκής υπεροχής. Ο Ταράντ δεν είχε ποινικό μητρώο και δεν ήταν στις λίστες παρακολούθησης των νεοζηλανδικών αρχών.
Μεγάλωσε στη μικρή πόλη Γκράφτον στη βόρεια πολιτεία Νέα Νότια Ουαλία της Αυστραλίας, όπου παρακολούθησε μαθήματα για να γίνει γυμναστής αφού αποφοίτησε από το λύκειο. Από το 2009 και για δύο χρόνια εργάστηκε σε γυμναστήριο της πόλης.
Η ιδιοκτήτρια του γυμναστηρίου αυτού, η Τρέισι Γκρέι, θυμάται έναν άνθρωπο που εργαζόταν σκληρά όμως άλλαξε μετά τα ταξίδια του στην Ευρώπη και την Ασία. Σύμφωνα με τις αναρτήσεις του στο Facebook είχε ταξιδέψει ως το Πακιστάν και τη Βόρεια Κορέα.
«Πιστεύω ότι άλλαξε τα χρόνια που ταξίδεψε στο εξωτερικό», δήλωσε η Γκρέι στον αυστραλιανό κρατικό τηλεοπτικό σταθμό ABC. «Αναμφίβολα ευθύνονται οι εμπειρίες που έζησε, ή κάποια οργάνωση που συνάντησε και οι οποίες τον έκαναν να αλλάξει», πρόσθεσε.
Η εκτίμηση αυτή επιβεβαιώνεται και από το μανιφέστο των 74 σελίδων που έγραψε ο Ταράντ πριν το μακελειό.
Στο κείμενο αυτό διηγείται ότι για πρώτη φορά σκέφτηκε να διαπράξει επίθεση τον Απρίλιο ή τον Μάιο του 2017 όταν ταξίδευε στη Γαλλία και τη δυτική Ευρώπη.
Αναφέρει ότι τον εξέπληξε η «εισβολή» μεταναστών στις γαλλικές πόλεις και κάνει λόγο για την «απελπισία» που του προκάλεσε η νίκη στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών στη Γαλλία του Εμανουέλ Μακρόν έναντι της ακροδεξιάς υποψηφίου Μαρίν Λεπέν.
Στο μανιφέστο του, με τίτλο «Η μεγάλη μετακίνηση», ο Ταράντ αναφέρει ότι θέλει να επιτεθεί σε μουσουλμάνους. Ο τίτλος παραπέμπει σε μια διατριβή του Γάλλου συγγραφέα Ρενό Καμί για την εξαφάνιση των ευρωπαϊκών λαών, που θα αντικατασταθούν, σύμφωνα με τον συγγραφέα, από πληθυσμούς μη Ευρωπαίων μεταναστών. Η διατριβή αυτή έχει γίνει εξαιρετικά δημοφιλής στους κύκλους της άκρας δεξιάς.
Στη σύντομη αυτοβιογραφία που συνοδεύει το μανιφέστο του ο Ταράντ παρουσιάζεται ως «ένας απλός, λευκός άνδρας (…) που γεννήθηκε στην Αυστραλία σε μια εργατική οικογένεια με χαμηλά εισοδήματα». Περιγράφει την παιδική του ηλικία ως «κανονική».
Ο Ταράντ δεν είχε ποινικό μητρώο και δεν ήταν στις λίστες παρακολούθησης των νεοζηλανδικών αρχών. Μεγάλωσε στη μικρή πόλη Γκράφτον στη βόρεια πολιτεία Νέα Νότια Ουαλία της Αυστραλίας, όπου παρακολούθησε μαθήματα για να γίνει γυμναστής αφού αποφοίτησε από το λύκειο. Από το 2009 και για δύο χρόνια εργάστηκε σε γυμναστήριο της πόλης.
Μέσα ενημέρωσης μετέδωσαν ότι ο πατέρας του πέθανε από καρκίνο το 2010 και η Γκρέι επεσήμανε ότι πιστεύει πως η μητέρα και η αδελφή του Ταράντ ζουν ακόμη στο Γκράφτον.
Ο 28χρονος παραιτήθηκε από το γυμναστήριο το 2011. Όπως εξηγεί κατάφερε να χρηματοδοτήσει τα ταξίδια του επενδύοντας σε bitcoin. Σύμφωνα με τις αναρτήσεις του στο Facebook είχε ταξιδέψει ως το Πακιστάν και τη Βόρεια Κορέα.
Σε φωτογραφίες από το οπλοστάσιό του εμφανίζονται να είναι γραμμένα πάνω στα όπλα ονόματα προσωπικοτήτων της στρατιωτικής ιστορίας στα αγγλικά και σε γλώσσες της ανατολικής Ευρώπης, ανάμεσά τους και πολλοί Ευρωπαίοι που πολέμησαν τις δυνάμεις της οθωμανικής αυτοκρατορίας τον 15ο και τον 16ο αιώνα, καθώς και η εγγραφή «turkofagos».
Στο μανιφέστο του ο Ταράντ επικαλείται διάφορα κείμενα δραστών ρατσιστικών ή ακροδεξιών επιθέσεων, κυρίως του Νορβηγού Άντερς Μπέρινγκ Μπράιβικ, ο οποίος σκότωσε 77 ανθρώπους τον Ιούλιο του 2011. Δηλώνει μάλιστα ότι είχε «μια σύντομη επαφή μαζί του».
Στο τέλος του μανιφέστου ο Ταράντ δηλώνει «ρατσιστής», «φασίστας» και λέει ότι ο Όσβαλντ Μόσλεϊ, ιδρυτής το 1932 της Βρετανικής Ένωσης Φασιστών, είναι «το ιστορικό πρόσωπο οι πεποιθήσεις του οποίου είναι πιο κοντά στις δικές μου».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ