Του Γιάννη Μαντζίκου
«Μη σπαταλήσετε αυτή την ευκαιρία». Αυτή ήταν η ευχή-προτροπή του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ τον Απρίλιο προς τους Βρετανούς, όταν οι Βρυξέλλες αποφάσισαν να δώσουν λίγο ακόμη χρόνο στο Brexit. Το χθεσινό «ναυάγιο» των συνομιλιών ανάμεσα στους ηγέτες κυβέρνησης και αντιπολίτευσης αποτελεί ίσως, το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα ότι όχι μόνο δεν υπήρξε πρόοδος αλλά έγιναν βήματα πίσω στην διαδικασία του Brexit.
Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται εύκολα από τα γεγονότα καθώς πέραν της κατάρρευσης των διαπραγματεύσεων, το κοινοβούλιο παραμένει αναποφάσιστο, η Τερέζα Μέι, μετρά λίγες ακόμη εβδομάδες στην Ντάουνινγκ Στριτ, τα δυο μεγάλα κόμματα υπέστησαν βαριά ήττα στις τοπικές εκλογές, ενώ ήρθε να προστεθεί ένα ακόμα στοιχείο, (απότοκος των παραπάνω), η δυναμική επιστροφή του ευρωσκεπιτικιστή πρώην προέδρου του UKIP Νάιτζελ Φάρατζ.
Οι χθεσινές δε δηλώσεις της Τερέζα Μέι και του Τζέρεμι Κόρμπιν δείχνουν ότι το «παιχνίδι» των ευθυνών συνεχίζεται, δίχως να υπάρχει φως στο τούνελ. Από τη μια πλευρά, ο Κόρμπιν ανέφερε στην επιστολή του προς την Μέι ότι «η επικείμενη αποχώρηση ήταν ένας από τους λόγους που οι Εργατικοί διατηρούν σοβαρές αμφιβολίες για το κατά πόσον η κυβέρνηση έχει τη δυνατότητα να προχωρήσει με οποιαδήποτε συμφωνία προέκυπτε από τον συμβιβασμό των δύο πλευρών». Η Μέι επέρριψε την ευθύνη στο Εργατικό Κόμμα και συγκεκριμένα «στο διχασμό ανάμεσα σε αυτούς που θέλουν δεύτερο δημοψήφισμα και σε αυτούς που δεν θέλουν».
Αυτό βέβαια που παρέλειψε να αναφέρει η βρετανίδα πρωθυπουργός ήταν ότι το ζήτημα της τελωνειακής ένωσης, το οποίο από την αρχή ήταν το αίτημα των Εργατικών, είχε προκαλέσει μεγάλη αντίδραση στους κόλπους των Συντηρητικών. Για τον λόγο αυτό, είχε προηγηθεί επιστολή προς την Μέι από τρία σημαίνοντα στελέχη του κόμματος ανάμεσα τους, ο Μπόρις Τζόνσον, ο Γκάβιν Ουιλιαμσον και ο Ντομινικ Ράαμπ οι οποίοι τονίζαν ότι δεν έχει την νομιμοποίηση να κάνει συμφωνία για την τελωνειακή ένωση.
Πρακτικά, η κατάρρευση των συνομιλιών σημαίνει ότι η συμφωνία αποχώρησης ως έχει είναι σχεδόν απίθανο να επικυρωθεί από το βρετανικό κοινοβούλιο, το οποίο είναι διχασμένο κυρίως ανάμεσα σε εκείνους που αντιτίθενται σε κάθε είδους συμβιβασμό με την Ε.Ε. και σε εκείνους που αντιτίθενται σε κάθε είδους Brexit.
Η καταψήφιση λοιπόν της συμφωνίας με την σειρά της θα φέρει το τέλος της πρωθυπουργίας της Μέι αφού πολλοί λίγοι είναι εκείνοι οι οποίοι πιστεύουν ότι μπορεί να παραμείνει στη θέση της και πολλοί λιγότεροι οι υποστηρικτές της. Την ίδια ώρα με δεδομένο ότι η Ε.Ε. δεν διατίθεται να κάνει υποχωρήσεις και το κοινοβούλιο έχει απορρίψει το σενάριο του no deal Brexit, επανέρχεται το σενάριο των εκλογών, είτε το φθινόπωρο είτε στις αρχές του 2020, με αβέβαιο ασφαλώς αποτέλεσμα.
Αυτός που δυστυχώς τρίβει τα «χέρια» του με ευχαρίστηση είναι, όπως αναφέρθηκε, ο Νάιτζελ Φάρατζ με πολιτικούς αναλυτές να κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, υπογραμμίζοντας ότι μία νίκη του νέου κόμματος του (Brexit Party) στις ευρωεκλογές θα έχει συνέπειες πολύ σοβαρότερες συνέπειες του Brexit, ενισχύοντας τον σκληρό δεξιό πυρήνα του Συντηρητικού Κόμματος – τα μέλη του οποίου ασφαλώς θα θεωρήσουν το αποτέλεσμα ως εντολή για σκληρό Brexit.