Με εφαλτήριο το Ισλάμ και την στρατιωτική συνεργασία, η Τουρκία επιχειρεί να διεισδύσει στην Αλβανία, καλύπτοντας ενθουσιωδώς το χώρο που της ανοίγει ο Έντι Ράμα, γεγονός που επιβεβαιώθηκε κατά την προ ημερών επίσκεψη του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στα Τίρανα. Ωστόσο, παρά τον πανηγυρικό χαρακτήρα που προσέδωσαν και οι δύο πλευρές στην επίσκεψη, δεν κρύβονταν σκιές στις σχέσεις τους, αν και η Άγκυρα από ό,τι φαίνεται προτιμά να βλέπει την μεγάλη εικόνα των Βαλκανίων, με πρωταρχικό στόχο να εκμεταλλευτεί τον αλβανικό παράγοντα που διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην περιοχή, και να μην δίνει έκταση σε «δευτερεύοντα» θέματα.
Το γεγονός που κατά την επίσκεψη Ερντογάν επισφράγισε σημειολογικά την παρουσία της Τουρκίας στα Βαλκάνια μέσω της οθωμανικής κληρονομιάς και ως προστάτιδας των μουσουλμάνων, ήταν τα εγκαίνια του μεγάλου τεμένους Ναμαζγκιάχ, στην καρδιά των Τιράνων -το μεγαλύτερο τζαμί στα Βαλκάνια, του οποίου η κατασκευή χρηματοδοτήθηκε από την Άγκυρα. Οι σουνίτες μουσουλμάνοι αποτελούν περίπου το 45% του αλβανικού πληθυσμού.
Το τζαμί είναι χτισμένο σε μία έκταση 10 στρεμμάτων, μπορεί να εξυπηρετεί 8.000 προσκυνητές και γύρω του υπάρχουν εγκαταστάσεις που θα λειτουργούν ως πολιτιστικό κέντρο, βιβλιοθήκη, εκθεσιακός χώρος, αίθουσα συνεδρίων, «μουσείο συνύπαρξης» και κορανικό σχολείο. Τη διαχείρισή του θα έχουν από κοινού η Μουσουλμανική Κοινότητα Αλβανίας και η Τουρκία, με επικεφαλής τον μουφτή Τιράνων Μπιλιάλ Γκαζμέντ Τεκία, ενώ ο ιμάμης του έχει σταλεί από την Τουρκία. Στην ομιλία του κατά τα εγκαίνια, ο Ερντογάν είπε ότι «το μεγαλύτερο τζαμί της Βαλκανικής θα πάρει τη θέση του στη μνήμη ως το νεότερο σύμβολο των έξι αιώνων κοινής ιστορίας και αδελφοσύνης» και πως σχεδιάστηκε «με τρόπο που συνδυάζει τη σύγχρονη τεχνολογία με την κλασική οθωμανική αρχιτεκτονική που κυριαρχεί στα Βαλκάνια».
Πέραν του «ισλαμικού χαρτιού», προνομιούχο πεδίο συνεργασίας για την Τουρκία στην Αλβανία, χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ και οι δύο, είναι ο στρατιωτικός τομέας. Έντι Ράμα και Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έδωσαν στις από κοινού δηλώσεις τους ιδιαίτερη βαρύτητα στην αμυντική συνεργασία, όπου σύμφωνα με τον Ερντογάν, η Άγκυρα αναλαμβάνει την εκπλήρωση αναγκών των αλβανικών ενόπλων δυνάμεων σε εξοπλισμό και εκπαίδευση. Ο Αλβανός πρωθυπουργός είπε από την πλευρά του ότι πρόκειται για συγκεκριμένες επενδύσεις για την ανάπτυξη της αμυντικής βιομηχανίας στη χώρα.
Πριν από οκτώ μήνες, όταν ο Έντι Ράμα επισκέφθηκε την Άγκυρα, μεταξύ των έξι συμφωνιών που υπέγραψε με τον Ερντογάν ξεχώρισε εκείνη της στρατιωτικής συνεργασίας -«της πιο συγκεκριμένης εκδήλωσης της βούλησης για στενή συνεργασία στην αμυντική βιομηχανία και τον στρατιωτικό τομέα» όπως είχε πει ο Τούρκος πρόεδρος.
Αυτή τη φορά, με εμφανή ικανοποίηση ο Ράμα γνωστοποίησε ότι η Τουρκία θα δωρήσει «σημαντικό αριθμό» καμικάζι drones στην Αλβανία, λέγοντας ότι «πρόκειται για ένα δώρο που έρχεται ως ισχυρό μήνυμα από τη Δημοκρατία της Τουρκίας ότι η Αλβανία είναι άτρωτη», χωρίς να διευκρινίζει πάντως τον αριθμό ή τον τύπο των drones που θα παραχωρήσει η Άγκυρα. Έσπευσε ταυτόχρονα να δηλώσει ότι η απόκτηση των τουρκικών καμικάζι drones δεν σημαίνει ότι «η Αλβανία θα επιτεθεί σε κανέναν», αλλά ότι «η Αλβανία δεν μπορεί να χτυπηθεί από κανέναν». Το οπλοστάσιο των Τιράνων περιλαμβάνει επίσης τουρκικά μη επανδρωμένα αεροσκάφη Bayraktar TB2, ενώ η Τουρκία διατηρεί ναυτική βάση στον Αυλώνα.
Πηγή φωτογραφίας: AP Photo/Vlasov Sulaj
Παράλληλα, ο Ράμα ευχαρίστησε πολλαπλώς τον Ερντογάν για την επίσκεψή του στα Τίρανα, με την οποία ενδυναμώθηκε η περαιτέρω στρατηγική συνεργασία μεταξύ των δυο χώρων, όπως ανέφερε, και προσέθεσε ότι συζητήθηκαν λεπτομέρειες σχετικά με τις υπογραφείσες συμφωνίες στους τομείς της αγροτικής ανάπτυξης, της εκπαίδευσης καθώς και της επικοινωνίας και μέσων ενημέρωσης. Σημαντική κρίνεται εκείνη που αφορά στην ίδρυση παραρτήματος του Τεχνικού Πανεπιστήμιου (Πολυτεχνείου) της Κωνσταντινούπολης στα Τίρανα.
Στην Αλβανία δραστηριοποιούνται πάνω από 600 τουρκικές εταιρείες με επενδύσεις που ανέρχονται στα 3,5 δισ. δολάρια. Οι δύο πλευρές έχουν θέσει στόχο τον διπλασιασμό του ετήσιου όγκου εμπορικών συναλλαγών από το 1 δισ. δολάρια σήμερα, στα 2 δισ. δολάρια. Σημαντική είναι επίσης η παρουσία του Οργανισμού Συνεργασίας και Ανάπτυξης της Τουρκίας (TIKA) σε διαφορά αναπτυξιακά έργα της Αλβανίας.
Σε διπλωματικό επίπεδο, συνδετικός κρίκος της Άγκυρας με την Αλβανία είναι και το Κόσοβο. Η Τουρκία ήταν η πρώτη χώρα που αναγνώρισε την ανεξαρτησία του Κοσόβου, κάτι που ο Ράμα δεν παρέλειψε να υπενθυμίσει στις δηλώσεις του με τη φράση «η Τουρκία είναι ο διαχρονικά αδιαμφισβήτητος φίλος μας».
Χαμάς, Γκιουλέν, κράτος Μπεκτασήδων
Ωστόσο σε δύο βασικά κεφάλαια, ιδιαίτερα σημαντικά για τον Ερντογάν, ο Έντι Ράμα φάνηκε να μην ανταποκρίνεται πλήρως στις απαιτήσεις του.
Το πρώτο αφορά τον πόλεμο στη Μέση Ανατολή, με τον Αλβανό πρωθυπουργό να υιοθετεί μία ισορροπημένη στάση έναντι του Ισραήλ και να είναι ιδιαίτερα προσεκτικός στο να μην αποκλίνει από την πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών. Ενώ ο Ερντογάν επανέλαβε ως συνήθως τα περί ενότητας των μουσουλμάνων και τη ρητορική κατά του Ισραήλ, ο Ράμα χαρακτήρισε την Χαμάς τρομοκρατική οργάνωση. «Είμαστε υπέρ της κατάπαυσης του πυρός και της απελευθέρωσης των ομήρων, αλλά για εμάς η Χαμάς και οποιαδήποτε πηγή τρομοκρατίας δεν έχει θέση στο ειρηνικό μέλλον που πρέπει να υπάρξει επί δύο κυρίαρχων κρατών» ανέφερε. Για τον Ερντογάν η Χαμάς είναι αποκλειστικά «αντιστασιακή οργάνωση».
Ένα άλλο σημείο στο οποίο οι τουρκικές πιέσεις φαίνεται να μην ικανοποιούνται, τουλάχιστον με τον ρυθμό και την έκταση που θα ήθελε ο Ερντογάν, είναι η παρουσία στην Αλβανία πυρήνων των υποστηρικτών του ιεροκήρυκα Φετχουλάχ Γκιουλέν (FETO), ο οποίος κατηγορείται από την Άγκυρα ως ο ιθύνων νους της απόπειρας στρατιωτικού πραξικοπήματος του 2016. Ο ίδιος ο Ερντογάν επιβεβαίωσε στους δημοσιογράφους ότι κατά τη διάρκεια των συνομιλιών του στην Αλβανία, επανέλαβε την αποφασιστικότητα της Τουρκίας «να καταπολεμήσουμε από κοινού τις τρομοκρατικές οργανώσεις, ιδίως τη FETΟ». Το δίκτυο των γκιουλενιστών είχε στο παρελθόν σημαντική διείσδυση στη χώρα, κυρίως στον χώρο της εκπαίδευσης και στους κόλπους της μουσουλμανικής κοινότητας.
Στην εκπαίδευση, εξακολουθούν να υπάρχουν στην Αλβανία δύο πανεπιστήμια και αριθμός σχολείων που, σύμφωνα με πληροφορίες κυρίως της τουρκικής πλευράς, συνδέονται με τους γκιουλενιστές. Τα τελευταία χρόνια η απάντηση της Άγκυρας έρχεται με αυξημένη παρουσία του τουρκικού ιδρύματος Maarif.
Το «ζήτημα Γκιουλέν» έριξε εμμέσως τη σκιά του και στα εγκαίνια του νέου τζαμιού των Τιράνων. Ο πρώην μουφτής των Τιράνων Ίλι Γκούρα κατηγόρησε τους υποστηρικτές του Γκιουλέν ότι ευθύνονται για την καθυστέρηση της ολοκλήρωσης του έργου -«αίτημα δεκαετιών των Αλβανών μουσουλμάνων» όπως είπε- ισχυριζόμενοι ότι ένα τζαμί τέτοιων διαστάσεων στα Τίρανα θα προσέδιδε στην Αλβανία το χαρακτηρισμό ισλαμικού κράτους. Από την άλλη, σύμφωνα με τον αλβανικό Τύπο, ο πρώην πρόεδρος της Μουσουλμανικής Κοινότητας, Σκεντέρ Μπρουτσάι, κατηγόρησε τον Ερντογάν για πολιτικές πιέσεις σε βάρος της Μουσουλμανικής Κοινότητας και για διάσπαση των Αλβανών μουσουλμάνων. Στην τελετή εγκαινίων του νέου τεμένους πρωταγωνιστικό ρόλο είχε ο μουφτής των Τιράνων και όχι ο πρόεδρος της Μουσουλμανικής Κοινότητας, κάτι που δεν πέρασε απαρατήρητο και σχολιάστηκε.
Ένα θέμα, τέλος, που τελευταία προκάλεσε (τουλάχιστον) αμηχανία στην Άγκυρα ήταν και η πρόθεση του Έντι Ράμα, την οποία αποκάλυψαν οι New York Times, να ιδρύσει εντός της επικράτειας της Αλβανίας ένα μικροσκοπικό κυρίαρχο μουσουλμανικό κράτος Μπεκτασήδων, στο πρότυπο του Βατικανού. Η Αλβανία θεωρείται παγκόσμιο κέντρο της μουσουλμανικής σέκτας των Μπεκτασήδων σούφι. Η κίνηση του Ράμα, επισκιάζει ουσιαστικά τη φιλοδοξία του Ερντογάν για ηγετικό ρόλο μεταξύ των μουσουλμάνων των Βαλκανίων, με τη δημιουργία ενός νέου κέντρου ισλαμικής καθοδήγησης, σε έναν χώρο όπου η διδασκαλία των Μπεκτασήδων έχει σημαντική απήχηση. Το σχέδιο αυτό μάλιστα προκάλεσε την αντίδραση εκπροσώπων της κοινότητας των Μπεκτασήδων στην Τουρκία, όπου βρίσκεται και το μαυσωλείο του ιδρυτή της σέκτας και ο αριθμός των ακολούθων του είναι κατά πολύ μεγαλύτερος από εκείνον της Αλβανίας.