Εν αναμονή της χερσαίας επιχείρησης των Ισραηλινών Αμυντικών Δυνάμεων, υπάρχουν τρία τουλάχιστον μείζονα ερωτήματα που πρέπει να προσπαθήσει κανείς/μία να απαντήσει για να αντιληφθεί πως διαμορφώνονται πλέον οι συνθήκες στη διένεξη Ισραήλ-Παλαιστινίων και τις πιθανές επιπτώσεις έξω από τη στενή Λωρίδα της Γάζας.
Πρώτον, τι σημαίνει η επίθεση της Χαμάς για το Ισραήλ;
Η θηριωδία της 7ης Οκτωβρίου τραυμάτισε κάποιες από τις πιο θεμελιώδεις παραδοχές της ισραηλινής ασφάλειας. Η αντίδραση του Ισραήλ είναι και θα συνεχίσει να είναι υψηλότατης έντασης, τέτοιας που δεν έχει υπάρξει εδώ και δεκαετίες. Για ένα 24ωρο, όμως, κατέρρευσε το αποτρεπτικό οικοδόμημα της ισραηλινής στρατηγικής και πληγώθηκε θανάσιμα η αντίληψη των πανίσχυρων υπηρεσιών ασφάλειας της χώρας. Η αποτυχία του συστήματος ασφάλειας ήταν εκκωφαντική.
Επίσης, και ίσως πιο σημαντικό, αναδύθηκε με σφοδρότητα το ερώτημα της αντιμετώπισης της Χαμάς που πολλές και πολλοί στο Ισραήλ πίστευαν ότι είχε απαντηθεί. Μέχρι και το περασμένο Σάββατο, το Ισραήλ πίστευε ότι η χαμηλής έντασης τρομοκρατικές επιθέσεις μπορούν να απαντώνται στο διηνεκές με χειρουργικές επιχειρήσεις. Ένα modus vivendi που επέτρεπε και στους δύο να «συνυπάρχουν» και κυρίως κρατούσε την απειλή από την Χαμάς σε ανεκτά επίπεδα.
Τώρα δεν υπάρχει η επιλογή της επιστροφής στο status quo ante. Το Ισραήλ είναι υποχρεωμένο να αλλάξει τα δεδομένα στην Γάζα. Η Χαμάς πρέπει να συντριβεί και παράλληλα να εξουδετερωθεί και ο πολιτικός και ο κοινωνικός έλεγχος των τρομοκρατών στην Λωρίδα. Κάτι τέτοιο είναι απαραίτητο, αλλά θα έχει ως αποτέλεσμα την ανάγκη την επόμενη μέρα το Ισραήλ να αλλάξει άρδην και την τακτική του απέναντι στους Παλαιστινίους στην Δυτική Όχθη.
Το άλλοθι των τρομοκρατών στο οποίο ο Μπέντζαμιν Νετανιάχου στήριξε την αδιαλλαξία του δεν θα υπάρχει, αν και η προοπτική μιας νέας προσπάθειας για επανέναρξη της ειρηνευτικής διαδικασίας είναι πολύ μακριά και πάντως όχι πριν το Ισραήλ πετύχει τον στρατηγικό στόχο εξάλειψης της τρομοκρατικής απειλής στη Γάζα (και όχι μόνο).
Δεύτερον, πώς ενδεχομένως επηρεάζεται η ευρύτερη Μέση Ανατολή.
Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι η μαζική δολοφονία αμάχων από τη Χαμάς δεν μπορεί να μεταφραστεί παρά ως βούληση για ολοκληρωτικό πόλεμο με το Ισραήλ. Η ηγεσία της ήξερε ότι μια τέτοια κτηνωδία δεν θα άφηνε κανένα περιθώριο στο Ισραήλ παρά να αντιδράσει με τον τρόπο που βλέπουμε. Η πρόθεση και ο σχεδιασμός της Χαμάς είναι να βυθίσει τη Μέση Ανατολή στο χάος.
Η «επιτυχία» της τρομοκρατικής επίθεσης χαιρετίστηκε από την ηγεσία της Χαμάς και συνοδεύτηκε από υποσχέσεις για επέκταση της σύγκρουσης στη Δυτική Όχθη και αλλού εντός του Ισραήλ. Το μήνυμα που θέλει να στείλει είναι διττό. Από την μία να καταγγείλει τις ηττοπαθείς ηγεσίες στη Μέση Ανατολή που συμβιβάζονται με το Ισραήλ (βλ. Συμφωνίες του Αβραάμ) και από την άλλη να ενθαρρύνει άλλους να ακολουθήσουν το παράδειγμά της δείχνοντας ότι το Ισραήλ δεν είναι άτρωτο.
Πιθανότατα η στρατηγική στόχευση της Χαμάς θα αποτύχει. Η ερμηνεία που θα επικρατήσει όχι μόνο βραχυπρόθεσμα είναι το ακριβώς αντίθετο. Περιφερειακοί παράγοντες, όπως η Σαουδική Αραβία, τα ΗΑΕ, η Αίγυπτος κ.ά. το πιθανότερο είναι να «τρομάξουν» και να συνεργαστούν ακόμη πιο στενά στην αντίθετη κατεύθυνση. Δηλαδή να εξουδετερώσουν τα δίκτυα των τρομοκρατών και τους παραστρατιωτικούς του ελεγχόμενους από το Ιράν και τους συμμάχους του: Χαμάς, Χεζμπολά, οι Χούτι στην Υεμένη και οι Σιιτικές πολιτοφυλακές στο Ιράκ και αλλού. Το μάθημα για όλους τους παίκτες (με την εξαίρεση του Ιράν) δεν είναι η Χαμάς και η σφαγή αθώων αλλά το Ιράν και οι «αντιπρόσωποί» του ευρύτερα.
Τέλος, πώς επηρεάζεται η παγκόσμια πολιτική σε μια περίοδο γεωπολιτικής σύγκρουσης μεταξύ Δύσης και Ρωσίας με την Κίνα να προσπαθεί να ισορροπήσει μεταξύ της παρόρμησής της να σταθεί απέναντι στις ΗΠΑ και της ανάγκης να μην αποσταθεροποιηθεί περαιτέρω το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα. Εδώ ο ρόλος των ΗΠΑ είναι κομβικός.
Καμία άλλη δύναμη δεν έχει τις δυνατότητες αλλά και το «στομάχι» να εμπλακεί έξω από τη διπλωματική αρένα στη σύγκρουση. Ο πόλεμος ξαναφέρνει στη Μέση Ανατολή τις ΗΠΑ. Ο συνδυασμός των αμερικανικών στρατηγικών ικανοτήτων, οικονομικών, διπλωματικών και πάνω από όλα στρατιωτικών δεν μπορούν να συγκριθούν. Η παρουσία του αμερικανικού πολεμικού ναυτικού στέλνει ένα μήνυμα αποτροπής και αποφασιστικότητας να εμπλακεί στρατιωτικά αν χρειαστεί.
Το μόνο που μπορεί να υπονομεύσει την αμερικανική στρατηγική είναι η εσωτερική πολιτική αποδιοργάνωση και κοινωνική πόλωση. Είναι αυτή η εσωτερική έλλειψη ενότητας που δημιουργεί την εντύπωση σε άλλες χώρες ότι οι ΗΠΑ δεν μπορούν να αντιδράσουν συνεκτικά. Αυτό θα είναι ένα θεμελιώδες λάθος και αν το κάνουν κάποιοι, τότε ο κίνδυνος κλιμάκωσης της σύγκρουσης σε περιφερειακό επίπεδο δεν είναι θεωρητικός.
*Ο Κώστας Υφαντής είναι καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και Διευθυντής του ΙΔΙΣ (www.idis.gr), στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.