Το πρωί στη δικαστική αίθουσα, το βράδυ στην προεκλογική εκστρατεία… Η πρώτη στα χρονικά ποινική δίκη πρώην ή νυν προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών βρίσκεται σε εξέλιξη στο Μανχάταν της Νέας Υόρκης, με τον Ντόναλντ Τραμπ στο εδώλιο του κατηγορουμένου μόλις έξι μήνες πριν τις προεδρικές εκλογές που θα μπορούσαν να σημάνουν την επιστροφή του στον Λευκό Οίκο.
Η υπόθεση ανάγεται στην περίοδο πριν τις προεδρικές εκλογές του 2016, όταν ο επιχειρηματίας Τραμπ εφόρμησε στην πολιτική σκηνή και κέρδισε την προεδρία για να ακολουθήσει μία ταραχώδης θητεία που τερματίστηκε με την αμερικανική Δημοκρατία βαθιά τραυματισμένη. Για την εισβολή στο Καπιτώλιο και την απόπειρα ανατροπής της εκλογικής έκβασης του 2020 ο Ντόναλντ Τραμπ επίσης θα λογοδοτήσει, και επιχειρεί πάση θυσία να καθυστερήσει διά της νομικής οδού αυτές τις δίκες για μετά τις εκλογές.
Δωδεκαμελές σώμα ενόρκων, που επελέγη μετά δυσκολίας καθώς η αμεροληψία όταν αφορά τον Ντόναλντ Τραμπ δεν είναι καθόλου εγγυημένη, καλείται να κρίνει εάν ο 45ος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών θα καταδικαστεί για παραποίηση επιχειρηματικών εγγράφων με στόχο να αποκρύψει χρήματα που φέρεται να κατέβαλε για την εξαγορά της σιωπής της πρώην πορνοστάρ Στόρμι Ντάνιελς.
Καθ’ οδόν προς τις προεδρικές εκλογές του 2016, ο πρώην δικηγόρος και εξ απορρήτων του Τραμπ, Μάικλ Κόεν, φέρεται να κατέβαλε στην Στόρμι Ντάνιελς το ποσό των 130.000 δολαρίων προκειμένου εκείνη να μην μιλήσει στα μέσα ενημέρωσης για την ερωτική σχέση που ισχυρίζεται ότι είχε με τον Τραμπ μία δεκαετία νωρίτερα -αποκαλύψεις που θεωρήθηκε ότι θα ήταν επιζήμιες για την εκστρατεία του.
Ο Ντόναλντ Τραμπ αποζημίωσε στη συνέχεια τον Μάικλ Κόεν και εμφάνισε το ποσό των 130.000 δολαρίων ως «νομικά έξοδα», εξ που και το κατηγορητήριο για παραποίηση εγγράφων που φέρει την «υπογραφή» του γενικού εισαγγελέα της Νέας Υόρκης Άλβιν Μπραγκ. O τέως πρόεδρος, που έχει «κλειδώσει» το ρεπουμπλικανικό χρίσμα για τις εκλογές του Νοεμβρίου, αντιμετωπίζει συνολικά 34 κατηγορίες για παραποίηση επιχειρηματικών εγγράφων, βάσει της ποινικής δίωξης που του ασκήθηκε την άνοιξη του 2023.
Ο Μάικλ Κόεν, ο οποίος δήλωσε ένοχος το 2018, αναμένεται να είναι ένας από τους βασικούς μάρτυρες κατηγορίες στη δίκη. Ο ίδιος ο Τραμπ έχει αρνηθεί ότι είχε σεξουαλική επαφή με την Στόρμι Ντάνιλες, και επιμένει ότι οι πληρωμένες προς τον πρώην δικηγόρο του επρόκειτο για νομικά έξοδα. Μόνιμη επωδός του είναι ότι όλες οι κατηγορίες -από την υπόθεση εξαγοράς της σιωπής της Στόρμι Ντάνιελς έως, και κυρίως, την απόπειρα ανατροπής της έκβασης της κάλπης του 2020, με όλα όσα ακολούθησαν- εντάσσονται σε ένα κυνήγι μαγισσών και ο ίδιος είναι θύμα πολιτικού διωγμού από τους Δημοκρατικούς και το δικαστικό σύστημα.
Η δίκη στο Μανχάταν επανέφερε τα ερωτήματα για το τι θα μπορούσε να σημάνει για την υποψηφιότητα Τραμπ μία πιθανή καταδίκη. Εάν κριθεί ένοχος, αυτό δεν συνεπάγεται αυτομάτως αποκλεισμό από την προεδρική κούρσα. Θα μπορούσε όμως να διαταράξει την υποψηφιότητά του, καθώς το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα θα «έτρεχε» στις προεδρικές με έναν καταδικασμένο για κακούργημα υποψήφιο.
«Στην περίπτωση που καταδικαστεί για 34 κατηγορίες, αυτό θα έχει αντίκτυπο ακόμη και σε κάποιον σαν τον Ντόναλντ Τραμπ, έναν υποψήφιο από ‘τεφλόν’», δηλώνει στην ηλεκτρονική επιθεώρηση The Hill ο Στίβεν Σάλτζμπουργκ, καθηγητής Νομικής στο Πανεπιστήμιο Τζορτζ Ουάσινγκτον και διαμεσολαβητής στο Εφετείο των Ηνωμένων Πολιτειών της Περιφέρειας της Κολούμπια.
Ο Τραμπ, όμως, έχει αποδείξει πως έχει χτίσει μία εκλογική βάση που τον ακολουθεί με κλειστά τα μάτια και πιστεύει το λόγο του και μόνο. Καθώς, παρουσιάζει κάθε υπόθεση εναντίον του ως πολιτικά υποκινούμενη, η συγκεκριμένη δίκη και η τελική ετυμηγορία δεν είναι πιθανό να… ταράξουν το κίνημα MAGA. Είναι ο μόνος πολιτικός στις Ηνωμένες Πολιτείες που θα μπορούσε πιθανώς να καταδικαστεί σε τέσσερις διαφορετικές υποθέσεις και να βλέπει τη δημοτικότητά του στη βάση του να ενισχύεται, επειδή η βάση είναι ήδη πεπεισμένη ότι στοχοποιείται, επισημαίνει ο Σάλτζμπουργκ.
Παρόλα αυτά, μια καταδίκη θα μπορούσε να απωθήσει σημαντικές εκλογικές ομάδες, συμπεριλαμβανομένων των ανεξάρτητων και ορισμένων Ρεπουμπλικανών που τάσσονται υπέρ του νόμου και της τάξης.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η ποινή φυλάκισης είναι μία απομακρυσμένη προοπτική εφόσον το σώμα των ενόρκων κρίνει ένοχο τον Ντόναλντ Τραμπ. Αλλά ακόμη και εάν συνέβαινε κάτι τέτοιο, δεν θα έφραζε αυτόματα το δρόμο του προς τις κάλπες του 2024, αν και σαφώς θα δυσχέραινε την προοπτική επιστροφής στο Λευκό Οίκο.
Πρόσφατη δημοσκόπηση του ινστιτούτου YouGov για λογαριασμό του Yahoo News κατέδειξε ότι ένα αυξανόμενο ποσοστό στη δεξαμενή των ανεξάρτητων ψηφοφόρων πιστεύει ότι η υπόθεση Ντάνιελς αφορά σε ένα «σοβαρό έγκλημα». Το 51% του συνόλου των ψηφοφόρων που συμμετείχαν στη δημοσκόπηση δήλωσε ότι δεν θα πρέπει να επιτραπεί στον Τραμπ να υπηρετήσει ξανά εάν καταδικαστεί, ποσοστό στο οποίο περιλαμβάνεται το 16% των Ρεπουμπλικανών.
Μέτρηση που είχε δημοσιευτεί νωρίτερα φέτος από το Bloomberg και το Morning Consult διαπίστωνε επίσης ότι το 53% των ψηφοφόρων στις αμφίρροπες πολιτείες θα αρνούνταν να ψηφίσουν τον Ντόναλντ Τραμπ εάν καταδικαζόταν για κάποιο έγκλημα. Το ποσοστό ανέβαινε στο 55% σε ενδεχόμενη καταδίκη του σε ποινή φυλάκισης.
Πέραν της δίκης στο Μανχάταν, εντός της εβδομάδας, και συγκεκριμένα την Πέμπτη, το Ανώτατο Δικαστήριο των Ηνωμένων Πολιτειών θα ακούσει τα επιχειρήματα της υπερασπιστικής ομάδας Τραμπ ότι χαίρει ασυλίας από ποινική δίωξη διότι οι εις βάρος του κατηγορίες για συνωμοσία, προκειμένου να ανατρέψει την ετυμηγορία των Αμερικανών πολιτών στις κάλπες του 2020, συνδέονται με ενέργειές του όσο διατελούσε πρόεδρος.
Είναι ο πρόεδρος υπεράνω του νόμου; Αυτό υποστηρίζει ουσιαστικά ο Τραμπ ενώπιον του Ανώτατου Δικαστηρίου, σε μία προσφυγή που ουσιαστικά οι δικηγόροι του δεν περιμένουν να κερδίσουν, όμως εξυπηρετεί τη στόχευση του να καθυστερήσουν όσο το δυνατόν και με κάθε τρόπο τις επόμενες, και «βαρύτερες» δίκες.