Του Νίκου Μελέτη
Το χτίσιμο της στρατηγικής συνεργασίας μιας μικρής χώρας σε βαθιά, πολύπλευρη κρίση, όπως η Ελλάδα, με μια παγκόσμια ηγέτιδα δύναμη, όπως οι ΗΠΑ, απαιτεί κόπο, χρόνο, σοβαρότητα, σχεδιασμό, συνέπεια και αξιοπιστία και θα πρέπει να είναι κατά το δυνατόν αμφίδρομη, ώστε να μην εκφυλισθεί σε σχέση αφέντη και υποτελούς.
Τα όσα συνέβησαν τις τελευταίες ημέρες με αφορμή τις δηλώσεις του κ. Καμμένου, που βρέθηκε ως υπουργός Εθνικής Άμυνας για συνομιλίες στο Αμερικανικό Πεντάγωνο, δυστυχώς κάθε άλλο παρά ακολούθησαν τον κανόνα αυτόν. Τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τη σοβαρότητα και την αξιοπιστία με την οποία η χώρα μας θα έπρεπε, σε μια αρκετά περίπλοκη και κατ'' αρχήν ευνοϊκή συγκυρία, να διαπραγματεύεται το περιεχόμενο αυτής της στρατηγικής σχέσης με τις ΗΠΑ.
Η συγκυρία είναι ευνοϊκή λόγω των εξελίξεων που μετατρέπουν τα Δυτικά Βαλκάνια αλλά και την Ανατολική Μεσόγειο σε ένα νέο πεδίο αντιπαράθεσης της Δύσης και κυρίως των ΗΠΑ με τη Ρωσία, και λόγω της επιδίωξης των ΗΠΑ για διασφάλιση νέων, μη ρωσικών, πηγών και οδών μεταφοράς ενέργειας προς την Ευρώπη.
Όμως ακόμη πιο σημαντική είναι η προοπτική αναζήτησης στον ελληνικό χώρο από τους Αμερικανούς των αναγκαίων «υποστυλωμάτων» για τη διάσωση ενός άξονα ασφάλειας και σταθερότητας, ανάχωμα σε συμβατικές και ασύμμετρες απειλές, σε περίπτωση που η Τουρκία, ύστερα από σχεδόν μία εικοσαετία στα χέρια του Ερντογάν, περάσει στην άλλη πλευρά του «ποταμού».
Η προοπτική αυτή δεν είναι εξαιρετικά πιθανή, καθώς ο απρόβλεπτος, ανεξέλεγκτος Ερντογάν έχει, όπως έδειξε και η υπόθεση Μπράνσον, το στοιχειώδες ένστικτο αυτοσυντήρησης. Ομως η πρόκληση της διαχείρισης του φαινομένου Ερντογάν είναι διαρκής, το αποτέλεσμα απρόβλεπτο και υποχρεώνει τους Αμερικανούς να εξετάζουν εναλλακτικές επιλογές...
Το εισιτήριο για τον Λευκό Οίκο
Η ελληνική κυβέρνηση ήταν από τις πρώτες που έσπευσαν και μέσω του ίδιου του πρωθυπουργού να εξάρουν το ηγετικό προφίλ του Ντ. Τραμπ, χρησιμοποιώντας μάλιστα ως εισιτήριο για την επίσκεψη στον Λευκό Οίκο μια συμφωνία αναβάθμισης των F-16 και την προσφορά της διαθεσιμότητας της χώρας για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων των ΗΠΑ στην περιοχή. Η «προσφορά», όπως ακούσθηκε και πάλι από τον κ. Καμμένο στην Ουάσινγκτον, έγινε αρκετά άκομψα και ίσως όχι με την όση αξιοπρέπεια έπρεπε. Ομως ο κ. Καμμένος, απαντώντας στην κριτική που δέχθηκε για την άνεση με την οποία προσέφερε πόλεις της περιφέρειας ως υποψήφιες να δεχθούν αμερικανικές στρατιωτικές βάσεις, υπαινίχθηκε ότι οι βάσεις αυτές σε Λάρισα, Βόλο, Αλεξανδρούπολη ήδη λειτουργούν.
Πέραν της προχειρότητας μιας τέτοιας αναφοράς, καθώς η ύπαρξη βάσης, που όπως την ονειρεύονται κάποιοι θα αντικαθιστούσε το... Ιντσιρλίκ, απαιτεί νομοθετική ρύθμιση που θα επικυρώσει τη συμφωνία η οποία θα υπογραφεί μεταξύ των δυο χωρών. Κάτι τέτοιο όμως δεν έχει συμβεί.
Σε ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον ρεπορτάζ (του Β. Νέδου στην «Καθημερινή», 13 Οκτωβρίου) επιχειρείται να αποτυπωθεί η αμερικανική στρατιωτική παρουσία στη χώρα μας. Με την εξαίρεση της Ναυτικής Βάσης της Σούδας, που έχει ιδιαίτερη σημασία για τις ΗΠΑ, η περιγραφή των άλλων «βάσεων» προκαλεί προβληματισμό.
Στη Λάρισα, στην 110 Πτέρυγα Μάχης, σταθμεύουν τα αμερικανικά drones MQ-9 Reaper, καθώς η μόνιμη βάση τους στην Αφρική ανακαινίζεται, στάθμευσαν και δύο αεροσκάφη F-22 Raptor και ίσως στο μέλλον η βάση χρησιμοποιηθεί για τη «μεταστάθμευση και άλλων αμερικανικών αεροσκαφών». Στο Στεφανοβίκειο Μαγνησίας θα σταθμεύσουν περίπου 40 αμερικανικά ελικόπτερα για να συμμετάσχουν σε άσκηση στους πρόποδες του Ολύμπου.
Στην Αλεξανδρούπολη, το λιμάνι έχει χρησιμοποιηθεί μία φορά για τη διεκπεραίωση ελικοπτέρων της 10ης Ταξιαρχίας της Αμερικανικής Αεροπορίας Στρατού προς την Ανατολική Ευρώπη και δεν αποκλείεται να ξαναχρησιμοποιηθεί. Όσο για την Κάρπαθο, μάλλον προτείνεται να χρησιμοποιείται για την ανάπαυση πληρωμάτων αμερικανικών πολεμικών πλοίων...
Το δημοσίευμα αυτό αποκαλύπτει τις πραγματικές διαστάσεις του τι είναι σε θέση να προσφέρουν ο κ. Καμμένος και η κυβέρνηση στους Αμερικανούς, και από το μέγεθος αυτό βεβαίως θα πρέπει να υπολογισθεί και το αντάλλαγμα που είναι διατεθειμένοι εκείνοι να προσφέρουν.
Ο αναθεωρητισμός της Άγκυρας
Αυτό που συγχέεται όμως είναι το εάν πράγματι η στρατηγική σχέση με τις ΗΠΑ μπορεί να θωρακίσει την Ελλάδα απέναντι στη σημαντικότερη απειλή που αντιμετωπίζει και η οποία προέρχεται από τον αναθεωρητισμό της Τουρκίας.
Καθώς οι προσδοκίες που υπήρχαν για την παροχή δωρεάν στρατιωτικής βοήθειας δεν επιβεβαιώνονται, το ενδιαφέρον στρέφεται στο εάν μια ακόμη στρατιωτική βάση στην Αλεξανδρούπολη, τη Λάρισα ή το Βόλο, θα αποτρέψει μια επιθετική ενέργεια της Τουρκίας ή θα διευκολύνει την Ελλάδα να αψηφήσει τις απειλές της Τουρκίας για την άσκηση κυριαρχικών δικαιωμάτων της σε ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα.
Όσο η Τουρκία παραμένει, έστω και προβληματικό, μέλος του ΝΑΤΟ, η πολιτική των ΗΠΑ στα ελληνοτουρκικά δεν πρόκειται να αλλάξει και θα κυριαρχείται πάντοτε από το πνεύμα Κίσινγκερ ή, στην καλύτερη περίπτωση, από την πολιτική ίσων αποστάσεων και πρακτικά στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ θα εφαρμόζεται το Δόγμα Λουνς.
Η επιδίωξη βελτίωσης και εμβάθυνσης των ελληνοαμερικανικών σχέσεων είναι ζωτικής σημασίας για τη χώρα μας. Χωρίς όμως υπερβολές και μεγιστοποίηση των υποτιθέμενων προσφορών που κάνουμε στην Ουάσινγκτον, αλλά και των «μαγικών λύσεων» που θα μας προσφέρει αυτή η στρατηγική σχέση, για την ασφάλεια της χώρας.
Γιατί, χωρίς αυτή την ισορροπία, η αξιοπιστία της χώρας, αλλά και ο πολυδιάστατος χαρακτήρας της εξωτερικής πολιτικής της ακυρώνονται και τελικά αυτή η κυβέρνηση θα κινδυνεύσει να δεχθεί τη ρετσινιά ότι μετατρέπει την Ελλάδα σε 51η Πολιτεία των ΗΠΑ, χωρίς να έχει εξασφαλίσει τίποτε. «Χωρίς κέρδος κέρατα...».
*Το άρθρο δημοσιεύτηκε στον Φιλελεύθερο στις 15 Οκτωβρίου.