του Γιώργου Παυλόπουλου
Η αλήθεια είναι ότι τα τελευταία χρόνια οι Πορτογάλοι τα έχουν πάει αξιοσημείωτα καλά, τόσο στο εξωτερικό όσο και στο εσωτερικό. Τουλάχιστον φαινομενικά. Αδιαμφισβήτητη απόδειξη είναι το γεγονός ότι ένας συμπατριώτης τους, ο Αντόνιο Γκουτέρες, είναι σήμερα ο γενικός γραμματέας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, ενώ ένας άλλος, ο Μάριο Σεντένο, κατέχει μια επίσης πολύ σημαντική θέση, αφού προεδρεύει της ισχυρής ομάδας των υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης, του γνωστότερου ως Eurogroup.
Την ίδια στιγμή, εντός συνόρων, η περίοδος του μνημονίου μοιάζει να είναι μια ανάμνηση – σίγουρα δε πολύ πιο μακρινή σε σύγκριση με άλλες χώρες οι οποίες πέρασαν την ίδια δοκιμασία. Και την Κυριακή, καθώς οι πολίτες προσέρχονται στις κάλπες, αναμένεται σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, να αποδώσουν τα εύσημα στην απερχόμενη κυβέρνηση, που διαχείρίστηκε την έξοδο απο το τούνελ χωρίς σοβαρές πληγές και αποφεύγοντας τις μεγάλες κοινωνικές εκρήξεις και τις επικίνδυνες πολιτικές αναταράξεις.
Όλες οι δημοσκοπήσεις, δίνουν ως απόλυτο φαβορί για την αναμέτρηση τους Σοσιαλιστές του Αντόνιο Κόστα, οι οποίοι οδεύουν για την πρωτιά – σε αντίθεση με τις εκλογές του 2015, όταν είχαν έρθει δεύτεροι πίσω από τον κεντροδεξιό συνασπισμό, αλλά κατάφεραν τελικώς να σχηματίσουν κυβέρνηση καθώς οι αντίπαλοί τους δεν συγκέντρωσαν κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Δύο προκλήσεις
Αναμφίβολα, πάντως, το πρώτο στοίχημα για τον Κόστα – έναν ικανότατο πολιτικό διαπραγματευτή, ειδικά στα παρασκήνια, σύμφωνα με φίλους και εχθρούς – είναι να διασφαλίσει μια σημαντική διαφορά από τους δεύτερους Σοσιαλδημοκράτες, έτσι ώστε να μην τεθεί ζήτημα ποιος θα ηγηθεί της νέας κυβέρνησης. Εδώ, ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί ότι ενώ μέχρι πριν δέκα ημέρες αυτό θεωρούνταν περίπου δεδομένο, ένα σκάνδαλο της τελευταίας στιγμής που εμπλέκει τον πρώην υπουργό Άμυνας σε μια υπόθεση κλοπής όπλων, μοιάζει να έχει κλείσει απότομα την ψαλίδα, φέρνοντας τη διαφορά σε μονοψήφιο επίπεδο.
Η επόμενη πρόκληση – εάν όλα πάνε όπως τα σχεδιάζει με το αποτέλεσμα – θα είναι να βρει τους εταίρους του, κάτι που πλέον μοιάζει αναπόφευκτο. Κι αυτό διότι, όπως προαναφέραμε, το δίλημμα «ή αυτοδυναμία ή ακυβερνησία», το οποία προσπάθησε να επιβάλει ο Κόστα στους ψηφοφόρους (μιμούμενος, προφανώς, τον ομογάλακτό του ιδεολογικά και γείτονά του, Ισπανό Πέδρο Σάντσεθ, ο οποίος πάει σε εκλογές στις 10 Νοεμβρίου) μοιάζει να έχει πλέον ακυρωθεί στην πράξη.
Θα στραφεί, άραγε, για μια ακόμη φορά προς τα δύο κόμματα της Αριστεράς – Αριστερό Μπλοκ και Ενωμένη Δημοκρατική Συμμαχία, που έχει ως κύρια δύναμη το (κατά τα άλλα σκληροπυρηνικό) ΚΚ Πορτογαλίας – τα οποία τον στήριξαν την περασμένη τετραετία, όπως μοιάζει να είναι το πιο λογικό και αναμενόμενο σενάριο; Αν το κάνει, όμως, μήπως βρεθεί αντιμέτωπος με προπαπαιτούμενα όπως αυτά τα οποία έθεσαν οι Unidas Podemos στον Σάντσεθ, καθιστώντας ανέφικτη την κυβερνητική τους συνεργασία;
Και αν αυτό το τελευταίο συμβεί, πώς θα αντιδράσει – οδηγώντας τη χώρα εκ νέου στις κάλπες ή κάνοντας στροφή προς την Κεντροδεξιά και επιχειρώντας να συγκροτήσει ένα μεγάλο συνασπισμό, κατά τα πρότυπα αρκετών βορειοευρωπαϊκών χωρών;
Το φάντασμα της ύφεσης
Η επιλογή δεν θα είναι εύκολη για τον Κόστα, ούτε οι χειρισμοί τους οποίους θα είναι υποχρεωμένος να κάνει. Εκτός των άλλων, επειδή η επόμενη διετία κάθε άλλο παρά ρόδινη προδιαγράφεται για την οικονομία της ευρωζώνης, κάτι που σημαίνει ότι τα περιθώριά του για ελιγμούς και παροχές θα είναι πιο περιορισμένα – εφόσον, όπως έχει δηλώσει ο ίδιος επανειλημμένως, θελήσει να παραμείνει πιστός στους όρους και τα όρια που θέτουν οι Βρυξέλλες.
Σε κάθε περίπτωση, αυτή την περίοδο, η Ιβηρική είναι ίσως η μοναδική όαση επί ευρωπαϊκού εδάφους για την πολιτική ομάδα των Σοσιαλιστών, τα μέλη της οποίας γνωρίζουν τη μία ήττα μετά την άλλη στις εκλογικές αναμετρήσεις.
AP Photo/Armando Franca