Η Βουλή των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ ψήφισε την Πέμπτη υπέρ της επιβολής κυρώσεων στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την έκδοση ενταλμάτων σύλληψης του Ισραηλινού πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου και του πρώην υπουργού Άμυνας του για την εκστρατεία του Ισραήλ στη Γάζα.
Με ψήφους 243 υπέρ έναντι 140 κατά του «Νόμου για την αντιμετώπιση του παράνομου δικαστηρίου», ο οποίος θα επιβάλλει κυρώσεις σε κάθε ξένο που ερευνά, συλλαμβάνει, κρατά ή διώκει πολίτες των ΗΠΑ ή συμμαχικών χωρών, συμπεριλαμβανομένου του Ισραήλ, οι οποίοι δεν είναι μέλη του δικαστηρίου.
Συνολικά 45 Δημοκρατικοί μαζί με 198 Ρεπουμπλικανούς υποστήριξαν το νομοσχέδιο. Κανένας Ρεπουμπλικάνος δεν το καταψήφισε.
«Η Αμερική ψηφίζει αυτόν τον νόμο επειδή ένα δικαστήριο "καγκουρό" επιδιώκει να συλλάβει τον πρωθυπουργό του μεγάλου μας συμμάχου, του Ισραήλ», δήλωσε ο Ρεπουμπλικάνος πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής των Αντιπροσώπων, Μπράιαν Μαστ σε ομιλία του στο Σώμα πριν από την ψηφοφορία.
Η ψηφοφορία στη Βουλή των Αντιπροσώπων, μία από τις πρώτες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του νέου Κογκρέσου την περασμένη εβδομάδα, υπογραμμίζει την ισχυρή υποστήριξη των Ρεπουμπλικανών συναδέλφων του εκλεγμένου προέδρου Ντόναλντ Τραμπ προς την κυβέρνηση του Ισραήλ, τώρα που ελέγχουν και τα δύο σώματα του Κογκρέσου.
Ο Τραμπ θα ορκιστεί στις 20 Ιανουαρίου για δεύτερη θητεία ως πρόεδρος.
Ο νεοδιορισθείς ηγέτης της ρεπουμπλικανικής πλειοψηφίας στη Γερουσία, ο Τζον Θουν, υποσχέθηκε την ταχεία εξέταση του νόμου, ώστε ο Τραμπ να μπορέσει να τον υπογράψει αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων του.
Οι Ρεπουμπλικάνοι του Κογκρέσου καταγγέλλουν το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο από τότε που εξέδωσε εντάλματα σύλληψης για τον Νετανιάχου και τον πρώην Υπουργό Άμυνας Ιωάβ Γκάλαντ, κατηγορώντας τους για εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας στη 15μηνη σύγκρουση στη Γάζα. Το Ισραήλ απορρίπτει τους ισχυρισμούς του Δικαστηρίου.
Η υπό ρεπουμπλικανική ηγεσία, Βουλή των Αντιπροσώπων, ψήφισε τον νόμο που επιδιώκει την επιβολή κυρώσεων στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο τον Ιούνιο, αλλά το μέτρο δεν ελήφθη ποτέ από τη Γερουσία, η οποία εκείνη την περίοδο ελεγχόταν από τη δημοκρατική πλειοψηφία.