Η εκλογή ενός προέδρου που βρίσκεται αντιμέτωπος με ποινική δίωξη «θα δημιουργούσε μία άνευ προηγουμένου συνταγματική κρίση» και «θα ‘ακρωτηρίαζε’ τη λειτουργία της κυβέρνησης» των Ηνωμένων Πολιτειών. Η δήλωση ανήκει στον Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος φυσικά δεν μιλούσε για τον εαυτό του, ούτε και βγήκε από τα χείλη του τώρα που ο ίδιος βρίσκεται αντιμέτωπος με την πρώτη στα χρονικά απαγγελία κατηγοριών εις βάρος πρώην προέδρου για ομοσπονδιακά εγκλήματα.
Η προειδοποίηση του νυν επικρατέστερου υποψηφίου για το ρεπουμπλικανικό χρίσμα χρονολογείται στην προεκλογική εκστρατεία του 2016 και είχε «στόχο» την αντίπαλό του, υποψήφια των Δημοκρατικών, Χίλαρι Κλίντον, με φόντο τον περιβόητο «φάκελο» των e-mail της πρώην υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ.
Είναι μία δήλωση που ο ίδιος επιλεκτικά ξεχνά, αλλά όχι και τα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης.
Το CNN «επανέφερε» την επίμαχη δήλωση Τραμπ της 3ης Νοεμβρίου 2016, κατά τη διάρκεια προεκλογικής συγκέντρωσης στη Βόρεια Καρολίνα. «Είναι πιθανό [σ.σ. η Χίλαρι Κλίντον] να βρίσκεται υπό έρευνα για πολλά χρόνια», έλεγε ο Τραμπ: «Και επίσης πιθανότατα [σ.σ. η υπόθεση] θα καταλήξει, κατά τη γνώμη μου, σε ποινική δίκη. Δηλαδή, δείτε τι γίνεται... Ποιος ξέρει; Αλλά σίγουρα έτσι φαίνεται»…
Μιλώντας δύο ημέρες αργότερα στη Βόρεια Καρολίνα, ο Τραμπ συμπλήρωνε ότι η Χίλαρι Κλίντον δεν έχει δικαίωμα να είναι υποψήφια για την προεδρία. «Το γνωρίζετε αυτό. Δεν έχει δικαίωμα», επέμενε. Στο ζήτημα επανήλθε λίγο αργότερα και από τη Νεβάδα: «Θα μπορούσαμε κάλλιστα να έχουμε μία εν ενεργεία πρόεδρο υπό έρευνα για κακούργημα και τελικά μια ποινική δίκη. Και αυτό θα παρέλυε την κυβέρνηση». Μιλώντας σε υποστηρικτές του στο Ντένβερ του Κολοράντο προσέθετε ότι επειδή η Χίλαρι Κλίντον «είναι η βασική ύποπτος σε εκτεταμένη ποινική έρευνα, θα ήταν πρακτικό αδύνατο να κυβερνήσει».
Η Χίλαρι Κλίντον ουδέποτε ήλθε αντιμέτωπη με κατηγορίες για τη χρήση ιδιωτικού διακομιστή email ενώ διατελούσε επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας επί προεδρίας του Μπαράκ Ομπάμα. Ωστόσο, η σχετική έρευνα του FBI αποδείχθηκε πολιτικά επιζήμια, και η υπόθεση εργαλειοποιήθηκε στο έπακρο από την πλευρά Τραμπ, ο οποίος και κατέκτησε την προεδρία.
Επτά χρόνια αργότερα, ο ίδιος ο Ντόναλντ Τραμπ έγινε ο πρώτος πρώην πρόεδρος στα χρονικά των Ηνωμένων Πολιτειών ο οποίος έχει αντιμετωπίσει ποινική δίωξη -και, μάλιστα, όχι μία άλλα δύο. Προς το παρόν... Το φαβορί στη ρεπουμπλικανική κούρσα για το χρίσμα αντιμετωπίζει ήδη συνολικά 71 κατηγορίες από την πολιτειακή Δικαιοσύνη της Νέας Υόρκης καθώς και σε ομοσπονδιακό επίπεδο, όπως έρχεται να επισημάνει ο Guardian, θυμίζοντας με τη σειρά τις δηλώσεις Τραμπ του 2016.
Εν έτει 2023, ο Ντόναλντ Τραμπ έχει ξεχάσει τους… προβληματισμούς του, και η εκστρατεία του για το ρεπουμπλικανικό χρίσμα όχι μόνο συνεχίζεται κανονικά, αλλά παραμένει καθαρά μπροστά στις δημοσκοπήσεις, με προβάδισμα έως και 30 ποσοστιαίων μονάδων έναντι του κύριου αντιπάλου του, κυβέρνησή της Φλόριντα Ρον Ντε Σάντις.
Η 13η Ιουνίου 2023 έχει «περάσει» στην αμερικανική Ιστορία ως η ημέρα που για πρώτη φορά στα χρονικά πρώην πρόεδρος προσήχθη ενώπιον της ομοσπονδιακής Δικαιοσύνης για την απαγγελία ενός βαρύτατου κατηγορητηρίου που αφορά στην υπονόμευση της εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ μέσω της διατήρησης διαβαθμισμένων στρατιωτικών εγγράφων. Ο Τραμπ δήλωσε ενώπιον ομοσπονδιακού δικαστηρίου του Μαϊάμι αθώος για το σύνολο των 37 κατηγοριών που απαγγέλθηκαν εις βάρος του για τους απόρρητους φακέλους που κρατούσε παράνομα στο Μαρ-α-Λάγκο, παρεμποδίζοντας τις Αρχές να τους ανακτήσουν, αποδίδοντας σταθερά όλες τις κατηγορίες εις βάρος του σε «κυνήγι μαγισσών».
Η ποινική δίωξη για την υπόθεση της κατοχής των απόρρητων εγγράφων δεν σηματοδοτεί μόνο την πρώτη φορά που πρώην πρόεδρος αντιμετωπίζει κατηγορίες σε ομοσπονδιακό επίπεδο, αλλά οδηγεί και μία ολόκληρη προεκλογική εκστρατεία σε αχαρτογράφητα νερά δεδομένου ότι ο Ντόναλντ Τραμπ διεκδικεί παράλληλα το «εισιτήριο» για να αντιπαρατεθεί (ξανά) στις κάλπες με τον νυν πρόεδρο Τζο Μπάιντεν, η κυβέρνηση του οποίου επί της ουσίας τον οδηγεί σε δίκη.
Πρόκειται για τη δεύτερη ποινική δίωξη που ασκήθηκε σε βάρος του Ντόναλντ Τραμπ. Όμως, σε αντίθεση με την ποινική δίωξη του Απριλίου, που φέρει την «υπογραφή» του γενικού εισαγγελέα της Νέας Υόρκης Άλβιν Μπραγκ, και αφορά στην παραποίηση επιχειρηματικών αρχείων προς συγκάλυψη πληρωμών στην Στόρμι Ντάνιελς για την εξαγορά της σιωπής της πριν τις προεδρικές εκλογές του 2016, το νέο κατηγορητήριο, πέραν του ότι έχει πολύ μεγαλύτερη βαρύτητα, έχει συνταχθεί από τον διορισθέντα από το υπουργείο Δικαιοσύνης ομοσπονδιακό εισαγγελέα Τζακ Σμιθ.
Πάντως, πιθανότατα έπεται και συνέχεια. Σε ομοσπονδιακό επίπεδο, «τρέχει» στο υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ και η έρευνα κατά του Ντόναλντ Τραμπ αναφορικά με ανάμειξη στην προεδρική αναμέτρηση του 2020 και υποκίνηση της εισβολής στο Καπιτώλιο, ενώ ενδέχεται να βρεθεί αντιμέτωπος και με τη Δικαιοσύνη της πολιτείας της Τζόρτζια, όπου βρίσκεται στο στάδιο της ολοκλήρωσης η έρευνα των εισαγγελικών αρχών για απόπειρα ανατροπής της εκλογικής έκβασης της 3ης Νοεμβρίου 2020.
Για την ιστορία, η Χίλαρι Κλίντον είχε χρησιμοποιήσει μία προσωπική διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ενώ υπηρετούσε ως υπουργός Εξωτερικών από το 2009 έως το 2013 υπό τον Μπαράκ Ομπάμα. Αυτό σήμαινε ότι υπήρχε πρόσβαση σε κάποιο απόρρητο υλικό από τον διακομιστή της στο σπίτι, γεγονός που δεν ήταν ασφαλές.
Η χρήση ιδιωτικού email από την Χίλαρι Κλίντον ήρθε για πρώτη φορά στο «φως» τον Μάρτιο του 2016 αφού είχε παραιτηθεί από υπουργός Εξωτερικών για να διεκδικήσει την προεδρία των ΗΠΑ. Η ομάδα της παρέδωσε σχεδόν 60.000 σελίδες email, αλλά διέγραψε επίσης χιλιάδες email που θεωρούσαν ότι ήταν προσωπικής φύσης.
Το FBI χαρακτήρισε τις ενέργειες τις ενέργειες της Χίλαρι Κλίντον «απερίσκεπτες», αλλά επισήμανε ότι δεν υπάρχει βάση για οποιονδήποτε «λογικό εισαγγελέα» να ασκήσει δίωξη. Την εποχή εκείνη, αναφέρθηκε ότι υπήρχαν 113 email που περιείχαν απόρρητες πληροφορίες, αλλά δεν γνωστοποιήθηκε η φύση τους. Ο διευθυντής του FBI, Τζέιμς Κόμεϊ, απεφάνθη κατόπιν της έρευνας ότι η Κλίντον ήταν «απρόσεκτη» στη χρήση ενός ιδιωτικού διακομιστή, αλλά δεν επρόκειτο για σκόπιμη ενέργεια.
Η ίδια είχε καταθέσει στο Κογκρέσο σχετικά με το «φάκελο» των email, τον οποίο είχε αναγάγει ο Τραμπ σε κεντρικό άξονα των επιθέσεών τους σε βάρος της κατά την προεκλογική εκστρατεία του 2016. Η Χίλαρι Κλίντον ανέφερε ότι συμμορφώθηκε πλήρως με την έρευνα και παρέδωσε όλα τα email που σχετίζονταν με την εργασία της, αφού η ομάδα της είχε περάσει από μια «ενδελεχή διαδικασία». Το ίδιο δεν συνέβη στην περίπτωση Τραμπ και τα απόρρητα έγγραφα του Μαρ-α-Λάγκο...
Διαβάστε επίσης
ΗΠΑ: Σπέρνει διαίρεση ο Τραμπ για να σώσει τον εαυτό του
Τραμπ, Μπάιντεν και Χίλαρι Κλίντον: Οι φάκελοι των απόρρητων εγγράφων