Ποιο είναι το πρόβλημα με το ρωσικό και το κινεζικό εμβόλιο κατά του Covid-19;

Ποιο είναι το πρόβλημα με το ρωσικό και το κινεζικό εμβόλιο κατά του Covid-19;

Τα πολυσυζητημένα εμβόλια κατά του Covid-19 που ανέπτυξαν η Ρωσία και η Κίνα έχουν ένα κοινό πιθανό μειονέκτημα. Βασίζονται σε έναν ιό του κοινού κρυολογήματος στον οποίο έχουν εκτεθεί πάρα πολλοί άνθρωποι, πράγμα που πιθανώς μειώνει την αποτελεσματικότητά τους, σύμφωνα με κάποιους ειδικούς.

Το εμβόλιο της CanSino Biologics, που έλαβε έγκριση για χρήση από τον στρατό στην Κίνα, είναι μια παραλλαγμένη μορφή του αδενοϊού τύπου 5 ή Ad5. Η εταιρεία βρίσκεται σε συνομιλίες με αρκετές χώρες για να πετύχει έγκριση εκτάκτου ανάγκης προτού να ολοκληρωθούν οι κλινικές δοκιμές μεγάλης κλίμακας, ανέφερε την προηγούμενη εβδομάδα η εφημερίδα Wall Street Journal.

Το εμβόλιο που έχει αναπτύξει το Ινστιτούτο Gamaleya της Μόσχας και έλαβε έγκριση στη Ρωσία νωρίτερα αυτόν τον μήνα παρά τις περιορισμένες δοκιμές, βασίζεται στον Ad5 και έναν δεύτερο, λιγότερο συνηθισμένο, αδενοϊό.

«Ο Ad5 μου προκαλεί ανησυχία, απλώς και μόνο επειδή πολλοί άνθρωποι έχουν ανοσία σ’ αυτόν» δηλώνει στο πρακτορείο Reuters η Άννα Ντάρμπιν, ερευνήτρια εμβολίων στο πανεπιστήμιο Τζονς Χόπκινς. «Δεν είμαι σίγουρη για την στρατηγική τους… ίσως να μην έχει αποτελεσματικότητα 70%. Μπορεί να έχει 40%, κι αυτό θα είναι καλύτερο από το τίποτα, τουλάχιστον μέχρι να υπάρξει κάτι άλλο».

Τα εμβόλια θεωρούνται απαραίτητα για να μπει τέλος στην πανδημία που έχει κοστίσει τη ζωή σε πάνω από 845.000 ανθρώπους παγκοσμίως. Η Gamaleya δηλώνει ότι η προσέγγισή της, με δύο ιούς, αντιμετωπίζει το θέμα της ανοσίας στον Ad5.

Και οι δύο εταιρείες διαθέτουν μακρόχρονη εμπειρία και εγκεκριμένα εμβόλια κατά του έμπολα που βασίζονται στον Ad5.

Οι ερευνητές έχουν πειραματιστεί με εμβόλια που βασίζονται στον Ad5 για την καταπολέμηση διαφόρων λοιμώξεων εδώ και δεκαετίες, αλλά κανένα δεν χρησιμοποιείται ευρέως. Τα εμβόλια αυτά επιστρατεύουν ακίνδυνους ιούς ως «οχήματα» για να μεταφέρουν γονίδια του ιού-στόχου – στη συγκεκριμένη περίπτωση του νέου κορονοϊού – στα ανθρώπινα κύτταρα, προκαλώντας αντίδραση του ανοσοποιητικού συστήματος.

Ωστόσο πολλοί άνθρωποι έχουν αντισώματα στον Ad5, πράγμα που σημαίνει ότι το ανοσοποιητικό σύστημα είναι πιθανό να επιτεθεί στο όχημα και όχι στον κορονοϊό, καθιστώντας αυτά τα εμβόλια λιγότερο αποτελεσματικά.

Αρκετοί ερευνητές έχουν επιλέξει διαφορετικούς αδενοϊούς ή μηχανισμούς μεταφοράς.

Ο Δρ. Ζου Σινγκ, από το πανεπιστήμιο McMaster του Καναδά ανησυχεί ότι οι υψηλές δόσεις του Ad5 στο εμβόλιο της CanSino μπορεί να προκαλέσουν πυρετό, τροφοδοτώντας τον σκεπτικισμό εναντίον των εμβολίων.

Στην Κίνα και στις ΗΠΑ, περίπου το 40% του πληθυσμού έχει υψηλά ποσοστά αντισωμάτων από προηγούμενη έκθεση στον Ad5, ενώ στην Αφρική το ποσοστό μπορεί να αγγίζει και το 80%, σύμφωνα με τους ειδικούς.

Κίνδυνος HIV

Κάποιοι επιστήμονες ανησυχούν επίσης ότι ένα εμβόλιο που βασίζεται στον Ad5 ενδέχεται να αυξάνει τις πιθανότητες να κολλήσει κανείς HIV.

Σε κλινικές δοκιμές του εμβολίου κατά του HIV που βασιζόταν στον Ad5 της εταιρείας Merck το 2004, διαπιστώθηκε ότι άτομα που είχαν ήδη αντισώματα γίνονταν περισσότερο, και όχι λιγότερο, ευάλωτα στον HIV, τον ιό που προκαλεί το AIDS.

Ερευνητές, μεταξύ των οποίων και ο κορυφαίος λοιμωξιολόγος των ΗΠΑ, Άντονι Φάουτσι, ανέφεραν σε ανακοίνωση του 2015 ότι αυτή η παρενέργεια περιορίζεται μάλλον στα εμβόλια κατά του HIV. Προειδοποίησαν ωστόσο ότι είναι κάτι που θα πρέπει να εξετάζεται σε όλες τις κλινικές δοκιμές εμβολίων που βασίζονται στον Ad5.

Το εμβόλιο της Gamaleya θα χορηγείται σε δύο δόσεις: η πρώτη βασίζεται στον αδενοϊό Ad26, όπως και το πιθανό εμβόλιο της Johnson & Johnson, και η δεύτερη στον Ad5.

Σύμφωνα με τον διευθυντή του Ινστιτούτου, ο συνδυασμός δύο οχημάτων αντιμετωπίζει το θέμα της ανοσίας.

Πολλοί ειδικοί αντιμετωπίζουν με σκεπτικισμό την ανακοίνωση της ρωσικής κυβέρνησης ότι θα προχωρήσει σε εμβολιασμό ευπαθών ομάδων τον Οκτώβριο, χωρίς να έχει δεδομένα από κλινικές δοκιμές μεγάλης κλίμακας.

«Είναι πολύ σημαντικό να αποδειχθεί η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα ενός εμβολίου», δήλωσε ο Δρ. Νταν Μπαρούχ, ερευνητής εμβολίων στο Χάρβαρντ, που εργάστηκε στην ανάπτυξη του εμβολίου της Johnson & Johnson. Πολύ συχνά, τονίζει, οι κλινικές δοκιμές μεγάλης κλίμακας «δεν δίνουν τα αναμενόμενα ή τα απαιτούμενα αποτελέσματα».