Από τη στιγμή που η πολιτική των «ανοιχτών θυρών» στον εμφύλιο της Συρίας δεν εξελίχθηκε όπως ανέμενε, ο Ταγίπ Ερντογάν έπρεπε να διαχειριστεί ένα μεγάλο πλήθος μεταναστών που εισέρρευσαν στην Τουρκία. Από τότε έθεσε σε λειτουργία ένα σχέδιο εκμετάλλευσης τους για να πιέζει την Ευρώπη, μέσω της Ελλάδας, απειλώντας πως θα οδηγήσει εκεί τους ανθρώπους που ξεριζώθηκαν από τις εστίες τους. Όταν εκτυλίσσονταν η μεγάλη προσφυγική κρίση μετά το 2013-14, οι απειλές του για «άνοιγμα των πυλών» είχε ως άμεσο στόχο τις Βρυξέλλες.
Τα δημόσια ξεσπάσματά του έχουν εντυπωθεί στη συλλογική μνήμη των Ευρωπαίων. Ακόμα και η χυδαιότητα της εκμετάλλευσης του ανθρώπινου πόνου απωθούσε, ο Ερντογάν ικανοποιήθηκε το 2016 φτάνοντας σε συμφωνία με την Άνγκελα Μέρκελ να κατευθυνθεί ένας πολύ μεγάλος αριθμός κονδυλίων προς την Τουρκία ως αντιστάθμισμα για τη διαχείριση των μεταναστευτικών ροών.
Ωστόσο έκτοτε, η Άγκυρα συνεχίζει να επιζητά να αναγνωριστεί ο ρόλος της στο μεταναστευτικό ζήτημα που επηρεάζει άμεσα την Ευρώπη. Ταυτόχρονα, η επεκτατικότητα του Ερντογάν στο Αιγαίο και η σύγκρουση που επιζητά με την Ελλάδα τον έχει οδηγήσει στο να επιστρατεύει αυτή την πρακτική και στα ελληνοτουρκικά ζητήματα.
Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση του Έβρου τον Φεβρουάριου του 2020, όταν και η Άγκυρα άνοιξε μονομερώς τα σύνορα της προς την Ελλάδα για να περάσουν οι πρόσφυγες και μετανάστες που επιδιώκουν να φτάσουν στην Ευρώπη.
Τότε, το ερντογανικό καθεστώς με διάφορα μέσα οδήγησε απελπισμένους μετανάστες από την ενδοχώρα ή και τα παράλια προς τα σύνορα με την Ελλάδα, ώστε να στείλει ένα σαφές μήνυμα των διαθέσεων του. Βέβαια, ο υβριδικός πόλεμος που εξαπέλυσε στον πόλεμο του γύρισε μπούμερανγκ, καθώς η Ευρωπαϊκή Ένωση στήριξε την ελληνική πλευρά και βρέθηκε απέναντι στην εργαλειοποίηση των μεταναστών που επιχείρησε ο Ερντογάν.
Έκτοτε τις πρακτικές Ερντογάν έχουν αντιγράψει σε όλη την περιφέρεια της Ευρώπης, από το Μαρόκο μέχρι τον Λευκορώσο δικτάτορα Αλεξάντερ Λουκασένκο.
Το 2021, το Ραμπάτ οδήγησε 8 χιλιάδες στον ισπανικό θύλακο Μελίγια ως αντίποινα για τη στήριξη της Μαδρίτης σε αντικαθεστωτικούς, ενώ το Μινσκ οργάνωσε πτήσεις και εσωτερικές μετακινήσεις για να διευκολύνει τη διέλευση μεταναστών με προορισμό την ΕΕ, αρχικά στη Λιθουανία και στη συνέχεια στη Λετονία και την Πολωνία.
Μάλιστα, σε αυτή την εργαλειοποίηση των μεταναστών, η Πολωνία κατήγγειλε την κρατική αεροπορική εταιρεία των Τουρκικών Αερογραμμών ως υπεύθυνη για τη μεταφορά μεταναστών προς το Μινσκ, δείχνοντας την τουρκική εμπλοκή, σε μία πρακτική που η Άγκυρα εγκαινίασε στην περίμετρο της Ευρώπης.
Από τότε, έχει γίνει κατανοητό στους κύκλους της Ευρώπης πως οι απόπειρες των χωρών στην περίμετρο της ηπείρους να εργαλειοποιήσουν μετανάστες για πολιτικούς σκοπούς αποτελεί έναν σημαντικό κίνδυνο. Τώρα στην κορυφή της Γερμανίας δεν βρίσκεται πια η Μέρκελ που είχε χτίσει μία διαφορετική σχέση με τον Ταγίπ Ερντογάν, με επίκεντρο το μεταναστευτικό ζήτημα.
Στην καρδιά της Ευρώπης, έχει αρχίσει να γίνει κατανοητό πως η Τουρκία του Ερντογάν αποτελεί τον πρώτο διδάξαντα, ενώ η Ελλάδα είναι εκείνη που υφίσταται τις συνέπειες των τουρκικών ενεργειών. Παρά την πίεση από το εξωτερικό ωστόσο, τα σχέδια του Ερντογάν για εργαλειοποίηση των μεταναστών φαίνεται να μην έχουν μπει στο συρτάρι οριστικά.