Τον κώδωνα του κινδύνου για την επιδείνωση της επισιτιστικής κρίσης, που τροφοδοτείται από την κλιματική αλλαγή, αλλά και το αυξημένο κόστος ζωής , καθώς και από την αύξηση των τιμών λιπασμάτων, λόγω του συνεχιζόμενου πολέμου στην Ουκρανία κρούουν αξιωματικοί και ειδικοί του ΟΗΕ και Οργανισμών.
Σύμφωνα με δημοσίευμα του Politico ειδική ομάδα κρίσεων του ΟΗΕ παρακολουθεί περισσότερες από 60 χώρες που δυσκολεύονται να πληρώσουν για τις εισαγωγές τροφίμων και σημειώνεται ότι οι υψηλές τιμές ενέργειας και η αστάθεια στις αγορές τροφίμων έχουν ασκήσει πρόσθετη πίεση στις αναπτυσσόμενες χώρες, ενώ οι ανθρωπιστικές υπηρεσίες προσπαθούν να προετοιμαστούν για ακόμη πιο κρίσιμα επίπεδα πείνας, καθώς αντιμετωπίζουν ετήσιο κενό 14 δισ. ευρώ στις δαπάνες για την επισιτιστική ασφάλεια, σύμφωνα με έκθεση του 2020 της Ceres 2030
«Δουλεύω σε αυτόν τον τομέα για περισσότερα από 15 χρόνια και αυτή για εμένα είναι η χειρότερη κρίση που έχουμε δει», δήλωσε στο διεθνές ειδησεογραφικό μέσο η εκτελεστική διευθύντρια του Shamba Centre, δεξαμενής σκέψης που εργάζεται για τον τερματισμό της πείνας παγκοσμίως, Καρίν Σμόλερ.
Όπως τονίζεται στο δημοσίευμα μια συμφωνία με τη μεσολάβηση του ΟΗΕ για το άνοιγμα εκ νέου της Μαύρης Θάλασσας για πλοία τροφίμων μπορεί να μην είναι αρκετή για να ανακουφίσει τα εκατομμύρια των ανθρώπων που αγωνίζονται να φάνε σε όλη την Αφρική, την Ασία και τη Μέση Ανατολή.
Σύμφωνα με το Παγκόσμιο Επισιτιστικό Πρόγραμμα, 49 εκατομμυρίων ανθρώπων σε 46 χώρες θα μπορούσε να πέσουν σε λιμό ή «συνθήκες που μοιάζουν με λιμό» εν μέσω της επισιτιστικής κρίσης
Επισημαίνεται ακόμα πως με αυτά τα δεδομένα, ο στόχος του ΟΗΕ για εξάλειψη της πείνας μέχρι το τέλος της δεκαετίας φαίνεται να απομακρύνεται, ενώ αξιωματούχος του Οργανισμού, τον οποίο επικαλείται το Politico, προειδοποίησε ότι η κρίση είναι «τεράστια». Η τιμή των λιπασμάτων ήταν ήδη υψηλή πριν εισβάλει η Ρωσία στην Ουκρανία, αλλά λόγω της εξάρτησης της βιομηχανίας από το φυσικό αέριο, έχει αυξηθεί ακόμη περισσότερο.