Η οικοδόμηση συναίνεσης σε κάθε κοινοβουλευτικό βήμα είναι η αποστολή και το στοίχημα του Λουίς Μοντενέγκρο, ο οποίος πιστός στις δημοκρατικές αξίες και τις προεκλογικές του διαβεβαιώσεις επέλεξε να ηγηθεί της πιο αδύναμης κοινοβουλευτικά κυβέρνησης στην Πορτογαλία μετά την πτώση της δικτατορίας του Σαλαζάρ, αρνούμενος να συμπράξει με την Άκρα Δεξιά.
«Το όχι είναι όχι», ήταν η απάντηση του επικεφαλής του κεντροδεξιού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (PSD) όταν μετά το κλείσιμο της κάλπης της 10ης Μαρτίου κατέστη σαφές πως ο μόνος δρόμος για την κοινοβουλευτική πλειοψηφία περνούσε μέσα από τη συνεργασία με το ακροδεξιό Chega (Αρκετά) του Αντρές Βεντούρα.
Η εκλογική νίκη της Δημοκρατικής Συμμαχίας (AD), υπό το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (PSD), έναντι των απερχόμενων Σοσιαλιστών (PS) ήταν οριακή στις πρόωρες εκλογές που διεξήχθησαν μετά την αιφνιδιαστική παραίτηση του Αντόνιο Κόστα. Μια ανάσα από τις ευρωεκλογές, η Πορτογαλία του Νότου έπαψε να αποτελεί εξαίρεση όσον αφορά την τάση ανόδου των δυνάμεων της Ακροδεξιάς, με το ποσοστό του Chega να εκτινάσσεται στο 18,1% από 7,3% το 2022 και να αναδεικνύεται τρίτη κοινοβουλευτική δύναμη.
Στο πλέον κατακερματισμένο πολιτικό τοπίο εδώ και πέντε δεκαετίες, η ορκωμοσία του Λουίς Μοντενέγκρο στην πρωθυπουργία ήλθε εν μέσω αμφιβολιών κατά πόσο η κυβέρνηση θα μπορέσει όχι να εξαντλήσει την τετραετία, αλλά να επιβιώσει πέραν του 2024. Στη Βουλή των 240 εδρών η κυβέρνηση διαθέτει μόλις 80, οι Σοσιαλιστές 78 και η Ακροδεξιά 50. Το Chega απαίτησε κυβερνητικό ρόλο ή μακροπρόθεσμη συμφωνία για ψήφο ανοχής, και σε αντίθεση με τα δεδομένα σε άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, βρήκε την πόρτα κλειστή.
H κυβέρνηση μειοψηφίας του Λουίς Μοντενέγκρο χρειάζεται το Σοσιαλιστικό Κόμμα για να παράξει νομοθετικό έργο και το εγχείρημα που έχει μπροστά της είναι εξαιρετικά δύσκολο. Συμφωνίες κατά περίπτωση μεταξύ των δύο μεγαλύτερων κομμάτων που εναλλάσσονται στην εξουσία επί δεκαετίες είναι εφικτές, αλλά κρύβουν και παγίδες. Η πρώτη πραγματική δοκιμασία θα είναι πιθανότατα η έγκριση του σχεδίου Προϋπολογισμού για το 2025, το οποίο θα έλθει προς συζήτηση το φθινόπωρο.
Μία ικανή πρόγευση των όσων έπονται ήταν η απόπειρα της Ακροδεξιάς να μπλοκάρει τον κεντροδεξιό υποψήφιο για την προεδρία της Βουλής, με αποτέλεσμα ο Λουίς Μοντενέγκρο να καταφύγει σε συμβιβαστική συμφωνία με τους Σοσιαλιστές βάσει της οποίας ο υποψήφιος του κάθε κόμματος θα εκτελέσει καθήκοντα προέδρου για δύο χρόνια. Τη διαπραγματευτική οδό με την κεντροαριστερά θα πρέπει να ακολουθήσει για το σύνολο της πολιτικής ατζέντας του.
Ο αρχηγός των Σοσιαλδημοκρατών έχει υποσχεθεί μειώσεις φόρων για οικογένειες και επιχειρήσεις, υψηλότερες συντάξεις και αυξήσεις μισθών για τους αστυνομικούς, τους εκπαιδευτικούς και τους γιατρούς. Μπορεί να περάσει κάποια από αυτά τα μέτρα από το Κοινοβούλιο με την υποστήριξη της κεντροαριστεράς, όμως μία μακροπρόθεσμη συνεργασία φαίνεται απίθανη, και πέραν αυτού ενέχει τον κίνδυνο εκμετάλλευσης από την Ακροδεξιά ώστε να παρουσιαστεί ως μόνη αντιπολίτευση.
Ο επικεφαλής των Σοσιαλιστών, Πέντρο Νούνο Σάντος, έχει δηλώσει πως το κόμμα του θα αποτελέσει μία σταθερή και υπεύθυνη αντιπολίτευση, αλλά έχει παράλληλα καταστήσει σαφές ότι δεν έχει καμία πρόθεση να χρησιμεύσει ως δεκανίκι του Λουίς Μοντενέγκρο. Όσον αφορά τη «μητέρα των μαχών», που θα είναι ο Προϋπολογισμός του 2025, η αριστερή πτέρυγα του Σοσιαλιστικού Κόμματος θεωρείται απίθανο να παράσχει την υποστήριξή της στην πρόταση προϋπολογισμού της κεντροδεξιάς.
Η καταψήφιση του προϋπολογισμού που είχε καταθέσει η κυβέρνηση Κόστα το 2022 οδήγησε στη διάλυση του Κοινοβουλίου και την προκήρυξη πρόωρων εκλογών από τον πρόεδρο Μαρτσέλο Ρεμπέλο ντε Σόουζα. Στο σημερινό πολιτικό τοπίο, εκτιμάται ωστόσο ότι ο Ντε Σόουζα πιθανότατα θα ασκήσει έντονη πίεση στα κεντρώα κόμματα ώστε να αποφευχθεί μία πρόωρη κάλπη και ένα εκλογικό σενάριο περαιτέρω ενίσχυσης της Ακροδεξιάς.
Οι πιθανότητες είναι εναντίον της πολιτικής σταθερότητας, καθώς η κυβέρνηση έχει μια από τις μικρότερες σχετικές πλειοψηφίες και έχει απέναντί της μία ισχυρή Ακροδεξιά, εκτιμά ο Αντρέ Φρερ, πολιτικός επιστήμονας στο Ερευνητικό Πανεπιστήμιο της Λισαβόνας. «Πολλά θα εξαρτηθούν από τη μαεστρία και την ικανότητα στις διαπραγματεύσεις, αλλά δεν ξέρω αν θα είναι αρκετό για να εγκριθεί ο προϋπολογισμός του 2025», επισημαίνει μιλώντας στο πρακτορείο Reuters, και τονίζει πως οποιαδήποτε προφανής συμμαχία μεταξύ κεντροδεξιάς και Σοσιαλιστών θα μπορούσε να ενισχύσει την εκλογική δύναμη του Chega σε επόμενες εκλογές ως μοναδικού πόλου της αντιπολίτευσης.
Κατά την ορκωμοσία της κυβέρνησης, ο Λουίς Μοντενέγκρο δήλωσε ότι η κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να εξαντλήσει τη θητεία της και δεσμεύθηκε να ενεργήσει με «ταπεινότητα, πατριωτικό πνεύμα και ικανότητα για διάλογο», ενώ το ίδιο ζήτησε και από την αντιπολίτευση. Έριξε το γάντι στο Σοσιαλιστικό Κόμμα, λέγοντας ότι πρέπει να αποφασίσει εάν θα συνεργαστεί για να περάσει νομοθεσία που θα ωφελήσει το ευρύ κοινό ή εάν θα ψηφίσει με την ακροδεξιά για να απορρίψει τις προτάσεις του. «Πρέπει να ξεκαθαρίσετε αν θέλετε να είστε μέρος της δημοκρατικής αντιπολίτευσης ή αν θέλετε να βοηθήσετε στην παρεμπόδιση της δημοκρατίας», ανέφερε ο Πορτογάλος πρωθυπουργός.
Τέσσερις από τους 17 υπουργούς της νέας κυβέρνησης έχουν υπηρετήσει στο Ευρωκοινοβούλιο, περιλαμβανομένου του αντιπροέδρου του ΕΛΚ Πάουλο Ρανγκέλ που ανέλαβε υπουργός Εξωτερικών και του Νούνο Μέλο, ο οποίος είναι ο νέος υπουργός Άμυνας της Πορτογαλίας. Ο προσωπάρχης του Μοντενέγκρο, διπλωμάτης Πέντρο Περεστρέλο Πίντο, είναι επίσης βετεράνος των Βρυξελλών, ο οποίος στο παρελθόν υπηρέτησε στη Μόνιμη Αντιπροσωπεία της Πορτογαλίας στην ΕΕ. Η επιλογή ερμηνεύτηκε ως ένδειξη ότι ο νέος πρωθυπουργός θέλει να υπογραμμίσει τις φιλοευρωπαϊκές θέσεις της Πορτογαλίας και να ενισχύσει περαιτέρω τη σχέση της Λισαβόνας με τις Βρυξέλλες, επισημαίνει το Politico.
Τα περισσότερα από τα νέα 17 μέλη του υπουργικού συμβουλίου διαθέτουν ισχυρό πολιτικό προφίλ, αλλά στερούνται εμπειρίας σε ανώτατους κυβερνητικούς θώκους. Επικεφαλής του υπουργείου Οικονομικών είναι ο πρώην κοινοβουλευτικός ηγέτης του PSD Χοακίμ Μιράντα Σαρμέντο, καθηγητής Πανεπιστημίου, ο οποίος είχε διατελέσει οικονομικός σύμβουλος του πρώην προέδρου Ανιμπάλ Καβάκο Σίλβα. Το χαρτοφυλάκιο της Οικονομίας έχει ανατεθεί στον Πέντρο Ρέις, στέλεχος επιχειρήσεων με μακρά καριέρα στον ιδιωτικό τομέα, ο οποίος ήταν επίσης επικεφαλής της υπηρεσίας προώθησης του εμπορίου και των επενδύσεων της Πορτογαλίας μεταξύ 2011 και 2014. Ο ίδιος ο Μοντενέγκρο δεν έχει προηγούμενη κυβερνητική εμπειρία.