Πολλοί αξιωματούχοι από κράτη της πρώην σοβιετικής ένωσης στην κεντρική Ασία και τον Καύκασο αναφέρουν πως ο πόλεμος έχει ωθήσει τις κυβερνήσεις τους να αναζητούν τρόπους, ώστε να μειώσουν την εξάρτηση από τη Μόσχα. Οι χώρες της περιοχής στρέφονται σε αντίπαλες δυνάμεις, όπως η Τουρκία, η Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη της μέσης Ανατολής.
Βέβαια, οι δηλώσεις αυτές γίνονται «κάτω από τα ραντάρ», και όλοι διατηρούν την ανωνυμία τους, ώστε να αποφύγουν να βγουν μπροστά απέναντι στο Κρεμλίνο. Σε κάθε περίπτωση, η Μόσχα αντιδρά σε αυτές τις προσπάθειες των κρατών του μετασοβιετικού χώρου με νευρικότητα ή και απότομα αρκετές φορές, καθώς το Κρεμλίνο θεωρεί ότι χάνει τον έλεγχο σε μία περιοχή που τη θεωρούσε ως πίσω αυλή του.
Η εισβολή στην Ουκρανία έχει ωθήσει ακόμα και παραδοσιακούς φίλους της, όπως το Καζακστάν και την Αρμενία να αναπτύξουν δεσμούς με δυνάμεις που η Μόσχα προσπαθούσε να κρατήσει μακριά από την περιοχή. Παρά τις καλές σχέσεις που διατηρεί ο Πούτιν με τον Ερντογάν, η Άγκυρα για παράδειγμα δεν χάνει την ευκαιρία να προσπαθεί να καλύψει αυτό το κενό.
Το Καζακστάν είναι μία χαρακτηριστική περίπτωση για αυτή την εξέλιξη που παρατηρείται στην περιοχή. Την περίοδο ο Βλαντιμίρ Πούτιν ανακοίνωνε την εισβολή των ρωσικών δυνάμεων στην Ουκρανία, ο Ρώσος πρόεδρος παρουσίαζε τους δεσμούς με το Καζακστάν ως μοντέλο, για το είδος της σχέσης που θα ήθελε η Ρωσία να έχει με τα κράτη του μετασοβιετικού χώρου. Τότε είχε αποστείλει αλεξιπτωτιστές για να βοηθήσουν τον επικεφαλής του καζακικού καθεστώτος Τοκάγεφ, να καταστείλει τις διαδηλώσεις που είχαν ξεσπάσει στη χώρα.
Ωστόσο, πλέον το Καζακστάν αρχίζει να εμφανίζει τάσεις απομάκρυνσης από τη Μόσχα. Σε μία κίνηση που έχει προκαλέσει τον εκνευρισμό της Μόσχας, έχει επιτρέψει σε χιλιάδες Ρώσους να καταφύγουν στο Καζακστάν, ενώ το Κρεμλίνο λάμβανε μέτρα για αποτρέψει τη φυγή τους. Ειδικά μετά την επιστράτευση που κήρυξε ο Πούτιν τον Σεπτέμβριο, ακόμα και προσωπικότητες που είχε επικηρύξει το Κρεμλίνο, βρήκαν καταφύγιο στο Καζακστάν.
Η Ρωσία έχει αφήσει να φανεί η δική της δυσαρέσκεια με το Καζακστάν, διακόπτοντας επανειλημμένα τις ροές ενέργειας, με πρόφαση τεχνικά η διοικητικά ζητήματα. Αυτό βέβαια δεν επιτρέπει στο καζακικό καθεστώς να εξάγει πετρέλαιο προς τους πελάτες του. Αυτό ωστόσο δεν σταματάει την προσπάθεια των Καζάκων για απεξάρτηση από τη Ρωσία. Ο Τοκάγεφ από τη μεριά τους συνεχίζει να ενισχύει τους αμυντικούς δεσμούς του με την Τουρκία, ενώ επισκέφτηκε στη Μέση Ανατολή για να βρει κονδύλια, που σε άλλη περίπτωση θα μπορούσε να του παράσχει η Μόσχα.
Παράλληλα, το γειτονικό Ουζμπεκιστάν παρουσιάζει μία αντίστοιχη πορεία. Πριν από την έναρξη του πολέμου ήταν αρκετά εξαρτημένο από την Ρωσία, όσον αφορά τις εμπορικές συναλλαγές του. Ωστόσο πλέον προσπαθεί να βρει άλλες πηγές προορισμούς για να εξάγει τα προϊόντα του, αλλά να προμηθευθεί ότι χρειάζεται. Η Ευρωπαϊκή Ένωση φαντάζει ως ένα πιο επιθυμητός εταίρος.
Ακόμα και η Αρμενία που παραδοσιακά βάσιζε τη στρατηγική της στις σχέσεις με τη Ρωσία, έχει αλλάξει στάση. Η συμπεριφορά της Μόσχας σε ένα ζωτικό θέμα για το Γιερεβάν, όπως η κατάληξη σχετικά με το Ναγκόρνο-Καραμπάχ έχει σημάνει την αγανάκτηση της Αρμενία, με τη Μόσχα. Βλέποντας ότι το Κρεμλίνο δεν μπορεί να λειτουργήσει ως μεσολαβητής με το Αζερμπαϊτζάν, εξέφρασε δημόσια τις ανησυχίες της, κοιτώντας αλλού και προσπαθώντας να προσεταιριστεί ακόμα και την Άγκυρα.
Το Αζερμπαϊτζάν επίσης προσπαθεί να βρεθεί πιο κοντά στις Βρυξέλλες, καθώς πρόσφατα υπέγραψε μία συμφωνία για να διπλασιάσει τις εξαγωγές φυσικού αερίου, στο πλαίσιο της προσπάθειας απεξάρτησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, από το ρωσικό αέριο μετά από τις κυρώσεις σχετικά με την εισβολή στην Ουκρανία.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση από την πλευρά της ανταποκρίνεται σε αυτές τις κινήσεις, δηλώνοντας πως θα συνεισφέρει χρηματοδοτικά στην κατασκευή μίας απευθείας γραμμής ενέργειας με το Αζερμπαϊτζάν και τη γειτονική Γεωργία. Βλέπουμε δηλαδή ότι τα κράτη του μετασοβιετικού χώρου δεν ακολουθούν το Κρεμλίνο στο βηματισμό του απέναντι στη Δύση, αλλά αντίθετα προσπαθούν να εκμεταλλευτούν την οπισθοχώρηση του στην τρέχουσα συγκυρία.