Έχοντας αποκρούσει τη ρωσική χειμερινή επίθεση ακολουθώντας στρατηγική «εξάντλησης του εχθρού» σε άγριες, αλλά κυρίως στατικές μάχες, οι ουκρανικές δυνάμεις ετοιμάζονται να εξαπολύσουν εντός των επόμενων εβδομάδων την προαναγγελθείσα εαρινή αντεπίθεση που θα έλθει να σηματοδοτήσει ένα νέο, κρίσιμο κεφάλαιο του πολέμου. Από την έκβασή του ίσως εξαρτηθεί η περαιτέρω αποφασιστική στρατιωτική στήριξη και χρηματοδότηση του Κιέβου από τη Δύση, αλλά και τα επόμενα βήματα αναφορικά με την προσαρτημένη χερσόνησο της Κριμαίας.
Καθώς οι καιρικές συνθήκες βελτιώνονται και αρχίζει σταδιακά να υποχωρεί η μαύρη λάσπη που καλύπτει τις ουκρανικές πεδιάδες όταν τα χιόνια λιώνουν, οι ουκρανικές δυνάμεις ετοιμάζονται να ρίξουν στο πεδίο της μάχης για την ανακατάληψη εδαφών τα όπλα της Δύσης, ανάμεσά τους βρετανικά άρματα μάχης Challenger και γερμανικής κατασκευής Leopard 2, καθώς και αμερικανικά οχήματα διάσπασης ναρκοπεδίων, μαζί με 40.000 νεοσύλλεκτους που έχουν εκπαιδευτεί για τις νέες επιθετικές μονάδες μάχης.
Η ουκρανική στρατιωτική διοίκηση έχει κρατήσει επίλεκτους στρατιώτες μακριά από τις σφοδρότερες μάχες στα ανατολικά, εντός και γύρω από το Μπαχμούτ, προκειμένου να βρεθούν στην πρώτη γραμμή της επικείμενης αντεπίθεσης. H εκπαίδευση Ουκρανών στη χρήση αντιαεροπορικών συστημάτων Patriot έχει ήδη ολοκληρωθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες· η αποστολή των αμερικανικών βαρέων αρμάτων μάχης Abrams επισπεύδεται και η Γαλλία στέλνει επίσης ελαφριά άρματα μάχης δυτικού τύπου. Συστήματα HIMARS, howitzer, αντιαρματικά όπλα και ένα εκατομμύριο πυρομαχικά πυροβολικού ενισχύουν τον ουκρανικό στρατό κόντρα στη ρωσική πολεμική μηχανή.
Στρατιωτικοί αναλυτές αναφέρουν ότι στην αντεπίθεσή τους οι Ουκρανοί θα επιχειρήσουν να διαπεράσουν τον χερσαίο διάδρομο προς την προσαρτημένη χερσόνησο της Κριμαίας, κινούμενοι από τη Ζαπορίζια προς τη Μελιτόπολη και την Αζοφική Θάλασσα. Εφόσον το επιτύχουν, «θα διασπάσουν τα ρωσικά στρατεύματα και θα κόψουν τις γραμμές ανεφοδιασμού στις μονάδες που βρίσκονται στα δυτικά, προς την κατεύθυνση της Κριμαίας», λέει ο Ουκρανός στρατιωτικός αναλυτής Όλεχ Ζντάνοφ.
Το εδρεύων στην Ουάσινγκτον Ινστιτούτο για τη Μελέτη του Πολέμου (ISW) εκτιμά ότι η Ουκρανία θα πρέπει να ξεκινήσει μια σειρά αντεπιθέσεων από αρκετές και όχι μία κατεύθυνση για να αποκτήσει υπεροχή. Οι επιχειρήσεις θα είχαν «το διπλό στόχο να πείσουν τον Πούτιν να αποδεχθεί έναν συμβιβασμό μέσω διαπραγματεύσεων ή να δημιουργήσουν στρατιωτικές πραγματικότητες αρκετά ευνοϊκές για την Ουκρανία, ώστε το Κίεβο και οι δυτικοί σύμμαχοί του να μπορούν στη συνέχεια να ‘παγώσουν’ τη σύγκρουση μόνοι τους, ανεξάρτητα από τις αποφάσεις του Πούτιν», επισημαίνει το ISW.
Έχοντας λάβει οπλικά συστήματα αξίας δισεκατομμυρίων δολαρίων, και με τους στρατιώτες της να έχουν λάβει εκπαίδευση σε πολλές συμμαχικές της χώρες, η Ουκρανία γνωρίζει ότι «πρέπει» να δείξει αποτελέσματα επί του πεδίου για να διατηρήσει τη στήριξη της Δύσης. Ο βαθμός επιτυχίας της στις επικείμενες μάχες για την ανάκτηση ρωσοκρατούμενων εδαφών στα νοτιοανατολικά θα καταδείκνυε τη φθίνουσα στρατιωτική δύναμη της Ρωσίας, θα άμβλυνε τις ανησυχίες ότι ο πόλεμος έχει οδηγηθεί σε τέλμα, και πιθανότατα θα ενθάρρυνε τους συμμάχους της να την εξοπλίσουν και χρηματοδοτήσουν περαιτέρω.
«Το σημείο-κλειδί στα μάτια των ελίτ της Ουάσιγκτον -και οι ελίτ της Ουάσιγκτον είναι [και] ο δικαστής και οι ένορκοι- είναι ότι η Ουκρανία πρέπει να θεωρηθεί ότι έχει κερδίσει σημαντικό έδαφος στην επερχόμενη επίθεση», επισημαίνει ο Κλιφ Κάπτσαν, επικεφαλής του Eurasia Group, κορυφαίου think-tank πολιτικής και γεωπολιτικής ανάλυσης και αξιολόγησης κινδύνων. Το 2024, οι Ηνωμένες Πολιτείες εισέρχονται σε τροχιά προεδρικών εκλογών με όλους τους περισπασμούς που μπορεί αυτό να επιφέρει -κάτι το οποίο δεν «διαφεύγει» από τη Μόσχα καθώς επιχειρεί να σύρει χρονικά τη σύγκρουση. Μία ατελέσφορη και αιματηρή προσπάθεια ανάκτησης εδαφών θα μπορούσε να προβληματίσει βασικούς υποστηρικτές της Ουκρανίας στη Δύση ωθώντας τους να ενθαρρύνουν το Κίεβο να στραφεί προς διαπραγμάτευση με τη Μόσχα, σημειώνουν οι New York Times.
Η Ουκρανία είχε έναν τακτικό στρατό περίπου 260.000 ανδρών πριν από την εισβολή της Ρωσίας πέρυσι, και γρήγορα αυξήθηκε σε περίπου ένα εκατομμύριο άτομα από διάφορους κλάδους των υπηρεσιών ασφαλείας και του στρατού. Κατά τη διάρκεια του περασμένου έτους, περίπου 100.000 Ουκρανοί στρατιώτες σκοτώθηκαν ή τραυματίστηκαν, σύμφωνα με δυτικούς υπολογισμούς. Η Ουκρανία δεν έχει αποκαλύψει πόσο μεγάλη δύναμη θα δεσμεύσει στην αντεπίθεση.
Ο υποστράτηγος Κιρίλο Μπουντανόφ, επικεφαλής της Υπηρεσίας Αμυντικών Πληροφοριών της Ουκρανίας, είχε δηλώσει σε συνέντευξή του τον περασμένο μήνα ότι η χώρα του και η Ρωσία θα δώσουν «μια αποφασιστική μάχη αυτή την άνοιξη και αυτή η μάχη θα είναι η τελευταία πριν τελειώσει αυτός ο πόλεμος», θυμίζει το CNN, ενώ το Associated Press στέκεται στην ακόλουθη δήλωση του Τζέιμς Νίξι, διευθυντή του προγράμματος Ρωσίας και Ευρασίας στο εδρεύων στο Λονδίνο think-tank Ghatham House: «Το διακύβευμα είναι υψηλό: Μία ήττα της Ουκρανίας θα είχε παγκόσμιες προεκτάσεις και δεν θα υφίστατο πια η έννοια της ευρωπαϊκής ασφάλειας όπως έως σήμερα την αντιλαμβανόμαστε».
Αντεπίθεση και Κριμαία
Με το χρόνο να μετρά αντίστροφα για το άνοιγμα του νέου κρίσιμου κεφαλαίου ένα έτος και πλέον μετά τη ρωσική εισβολή, το Κίεβο εμφανίστηκε να δίνει «σήμα» ότι προτίθεται να προσέλθει σε συνομιλίες για το μέλλον της προσαρτημένης χερσονήσου της Κριμαίας, εφόσον η αντεπίθεση είναι επιτυχής. Τη σχετική δήλωση έκανε μιλώντας στους Financial Times o Άντρι Σίμπιχα, σύμβουλος του Ουκρανού προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι, με την εφημερίδα να την ερμηνεύει ως την πιο ρητή εκδήλωση ενδιαφέροντος του Κιέβου για πιθανή διαπραγμάτευση αφότου διακόπηκαν οι ειρηνευτικές συνομιλίες με το Κρεμλίνο πέρυσι τον Ιούλιο.
«Εάν καταφέρουμε να επιτύχουμε τους στρατηγικούς μας στόχους στο πεδίο της μάχης και όταν θα φθάσουμε στα διοικητικά σύνορα με την Κριμαία, είμαστε έτοιμοι να ανοίξουμε [μια] διπλωματική σελίδα για να συζητήσουμε αυτό το ζήτημα», δήλωσε ο Άντρι Σίμπιχα αναφερόμενος στην επικείμενη αντεπίθεση, υπογραμμίζοντας ταυτόχρονα πως αυτό δεν σημαίνει ότι το Κίεβο «αποκλείει την απελευθέρωση της Κριμαίας από το στρατό του».
Η δήλωση του συμβούλου Ζελένσκι μπορεί να έλθει ως ανακούφιση για τους Δυτικούς αξιωματούχους που δυσπιστούν για την δυνατότητα της Ουκρανίας να ανακτήσει τη χερσόνησο και φοβούνται ότι οποιαδήποτε απόπειρα να το πράξει με στρατιωτικά μέσα θα μπορούσε να οδηγήσει τον Ρώσο πρόεδρο, Βλαντιμίρ Πούτιν, σε κλιμάκωση, ίσως ακόμη και με τη χρήση τακτικών πυρηνικών όπλων.
Η ειδική επιτετραμμένη του Ουκρανού προέδρου για την Κριμαία, Ταμίλα Τασέβα, έσπευσε πάντως να υπογραμμίσει -σε συνέχεια των δηλώσεων Σίμπιχα- ότι τίποτα δεν έχει αλλάξει ως προς τη στόχευση του Κιέβου. «Η Ουκρανία θα επιλέξει τον τόπο να επαναφέρει την Κριμαία, χρησιμοποιώντας πολιτικά και στρατιωτικά μέσα», είπε μιλώντας στο Politico, προσθέτοντας: «Για να ελαχιστοποιήσει τις στρατιωτικές απώλειες και τις απειλές για τους αμάχους που ζουν στα κατεχόμενα εδάφη, η Ουκρανία σχεδιάζει να δώσει στη Ρωσία τη δυνατότητα να εγκαταλείψει την Κριμαία. Εάν δεν συμφωνήσουν να φύγουν οικειοθελώς, η Ουκρανία θα συνεχίσει να απελευθερώνει τα εδάφη της με στρατιωτικά μέσα».
Κατά τις πρώτες ημέρες της ρωσικής εισβολής στο έδαφός της, η Ουκρανία ήταν πρόθυμη να διαπραγματευτεί με τη Μόσχα για το μέλλον της Κριμαίας αντί να επιμείνει στην ανάκτησή της στρατιωτικά με κάθε κόστος. Ωστόσο, μετά τη σφαγή της Μπούτσα οι ειρηνευτικές συνομιλίες διακόπηκαν και ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι απέκλεισε το ενδεχόμενο επανέναρξής τους έως ότου οι ρωσικές δυνάμεις αποσυρθούν από όλα τα κατεχόμενα εδάφη, συμπεριλαμβανομένης της Κριμαίας.
Ο ίδιος έχει διακηρύξει κατ’ επανάληψη πως τελικός στόχος του είναι η επιστροφή όλων των εδαφών, και της Κριμαίας, υπό ουκρανικό έλεγχο. Ωστόσο, το Μάιο του 2022 άφησε να εννοηθεί πως θα μπορούσε να εξετάσει μία ειρηνευτική συμφωνία εφόσον οι ρωσικές δυνάμεις επέστρεφαν στις θέσεις τους προ της εισβολής της 24ης Φεβρουρίου, και το ζήτημα της Κριμαίας θα μπορούσε να λυθεί αργότερα διά της διπλωματικής οδού.
Εκπρόσωπος του γραφείου του Ουκρανού προέδρου δεν ανταποκρίθηκε σε αίτημα των FT για σχολιασμό της δήλωσης του Άντρι Σίμπιχα, ο οποίος είναι βετεράνος διπλωμάτης και έχει βρεθεί στο πλευρό του Ζελένσκι σε σημαντικές στιγμές του πολέμου.
Η Κριμαία βρίσκεται υπό ρωσική κατοχή από τον Φεβρουάριο του 2014 και προσαρτήθηκε από τη Μόσχα τον επόμενο μήνα εν μέσω διεθνούς καταδίκης. Για τον Βλαντιμίρ Πούτιν το καθεστώς της είναι αδιαπραγμάτευτο.
Για το ζήτημα της Κριμαίας, και κατά πόσο οι Ηνωμένες Πολιτείες θα υποστήριζαν το Κίεβο εάν ήθελε να κινηθεί στρατιωτικά προς ανάκτηση της χερσονήσου, ρωτήθηκε από την γαλλική εφημερίδα Quest-France ο επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας, Άντονι Μπλίνκεν, απαντώντας πως η ευθύνη για μία τέτοια απόφαση ανήκει στην Ουκρανία.