Οι πρώτες εκτιμήσεις φαίνεται να επιβεβαιώνουν την ακραία πόλωση του πολιτικού σκηνικού στη Γαλλία και το ισχυρό προβάδισμα του ακροδεξιού κόμματος της Μαρίν Λεπέν και του εκλεκτού της, Ζορντάν Μπαρντελά. Ειδικότερα, σύμφωνα με τη βελγική Le Soir, εκτιμάται ότι η Εθνική Συσπείρωση θα μπορούσε να συγκεντρώσει 33,5% με 34,5% στον α' γύρο των βουλευτικών εκλογών, συγκεντρώνοντας 33,5% με 34,5%.
Η συμμαχία των αριστερών του Νέου Λαϊκού Μετώπου έρχεται δεύτερη, με ποσοστό μεταξύ 28,5% και 31,5% των ψήφων, με τη διαφορά να είναι μεγάλη σύμφωνα με τη Le Soir. Ακολουθεί η συμμαχία του Μακρόν, η οποία φαίνεται ότι μπορεί να συγκεντρώσει μεταξύ 19% και 23%. Στη συνέχεια, ακολουθούν οι Ρεπουμπλικανοί του Ερίκ Σιοτί (6,7% έως 10%).
Οι αρχικές αυτές εκτιμήσεις δεν έχουν ακόμη επιβεβαιωθεί από τα πρώτα αποτελέσματα., τα οποία θα ανακοινωθούν από στιγμή σε στιγμή.
Οι Γάλλοι προσήλθαν μαζικά στις κάλπες την Κυριακή, με τη συμμετοχή να φτάνει στο 59,39% στις 18:00 ώρα Ελλάδος, 20 μονάδες υψηλότερα από τον πρώτο γύρο του 2022, σύμφωνα με το Υπουργείο Εσωτερικών. Το τελικό ποσοστό συμμετοχής για τον πρώτο γύρο των βουλευτικών εκλογών αναμένεται να φτάσει κοντά στο 70% (69,5%), σύμφωνα με την εκτίμηση της Elabe μας για το BFMTV, το RMC και την La Tribune, 22 μονάδες υψηλότερο από ό,τι το 2022, όταν οι προηγούμενες εκλογές σημαδεύτηκαν από ένα ποσοστό ρεκόρ αποχής: τότε το ποσοστό ήταν μόλις 47,51%.
Στις 21:00 ώρα Ελλάδας η πρώτη εκτίμηση του τελικού αποτελέσματος
Η μετάδοση εκτίμησης ως προς τα τελικά αποτελέσματα της εκλογικής αναμέτρησης επιτρέπεται στη Γαλλία μόνο μετά το κλείσιμο και της τελευταίας κάλπης, δηλαδή στις 21.00 ώρα Ελλάδας. Είθισται ωστόσο, μέσα ενημέρωσης από γειτονικές χώρες, όπως για παράδειγμα το Βέλγιο, να μεταδίδουν από σχετικά νωρίς κάποιες πρόωρες εκτιμήσεις.
Οι σημερινές κάλπες και αυτές της επόμενης Κυριακής στη Γαλλία είναι από τις πιο σημαντικές των τελευταίων δεκαετιών, τόσο για τη χώρα όσο και για την υπόλοιπη Ευρώπη. Το βράδυ της 7ης Ιουλίου, η Γαλλία μπορεί να βρεθεί ξαφνικά αντιμέτωπη με μια ριζοσπαστική αριστερή ή μια ακροδεξιά κυβέρνηση και μια «συγκατοίκηση» με τον κεντρώο πρόεδρο που διέλυσε την Εθνοσυνέλευση και οδήγησε τη χώρα σε πρόωρες εκλογές, τον Εμανουέλ Μακρόν.
Η πολιτική «παράλυση» κρέμεται πάνω από το κεφάλι της Γαλλίας. Από την πλευρά τους, οι αγορές φοβούνται ακόμα και για οικονομική κρίση εάν τελικά μετακομίσει στο Ματινιόν ένας πρωθυπουργός προερχόμενος από κάποιο άκρο και υλοποιήσει κατά γράμμα το πρόγραμμά του.
Πώς λειτουργεί το εκλογικό σύστημα;
Η Εθνοσυνέλευση της Γαλλίας έχει 577 έδρες, μία για κάθε εκλογική περιφέρεια. Για την απόλυτη πλειοψηφία ένα κόμμα χρειάζεται 289 έδρες. Στην απερχόμενη κυβέρνηση, η συμμαχία του Μακρόν είχε μόνο 250 έδρες και έτσι χρειαζόταν την υποστήριξη άλλων κομμάτων για να περάσει νόμους.
Εάν ένας υποψήφιος κερδίσει την πλειοψηφία των ψήφων στον πρώτο γύρο σε ποσοστό συμμετοχής 25%, κερδίζει την έδρα. Αλλά οι περισσότερες εκλογικές αναμετρήσεις οδηγούνται σε δεύτερο γύρο. Μόνο όσοι κέρδισαν πάνω από το 12,5% των ψήφων των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων επιτρέπεται να θέσουν υποψηφιότητα στον δεύτερο γύρο, κάτι που σημαίνει ότι συχνά δίνεται μάχη μεταξύ δύο υποψηφίων, αλλά μερικές φορές τριών ή τεσσάρων. Σε αυτό το στάδιο, ορισμένοι υποψήφιοι μπορεί να αποχωρήσουν για να δώσουν σε συμμάχους περισσότερες πιθανότητες νίκης.
Ποιοι είναι οι ρόλοι του κοινοβουλίου και του προέδρου;
Η Εθνοσυνέλευση είναι υπεύθυνη για τη θέσπιση εσωτερικών νόμων - από τις συντάξεις και τη φορολογία έως τη μετανάστευση και την εκπαίδευση - ενώ ο πρόεδρος καθορίζει την εξωτερική, ευρωπαϊκή και αμυντική πολιτική της χώρας.
Όταν ο πρόεδρος και η πλειοψηφία του κοινοβουλίου ανήκουν στο ίδιο κόμμα, τα πράγματα κυλούν ομαλά. Σε αντίθετη περίπτωση, η κυβέρνηση μπορεί να παραλύσει. Με το κόμμα του Μακρόν να υπολείπεται στις δημοσκοπήσεις και με τρία χρόνια να απομένουν για την προεδρική του θητεία, ενδέχεται να χρειαστεί να διορίσει πρωθυπουργό από κόμμα της αντιπολίτευσης - τη λεγόμενη «συγκατοίκηση».
Οι υπόλοιποι υπουργοί της κυβέρνησης διορίζονται από τον πρόεδρο κατόπιν συμβουλής του πρωθυπουργού. Ενώ ο Μακρόν θα ήταν θεωρητικά ελεύθερος να διορίσει όποιον θέλει, στην πράξη θα ήταν υποχρεωμένος να διορίσει υπουργούς που θα αντανακλούν τη βούληση της πλειοψηφίας της Εθνοσυνέλευσης.