Το λεγόμενο σχέδιο B'' που αφορά το Brexit αναμένεται να παρουσιάσει σήμερα η Βρετανίδα πρωθυπουργός Τερέζα Μέι ενώπιον των βουλευτών, σε μια νέα προσπάθεια να εξασφαλίσει συναίνεση για την συμφωνία αποχώρησης μέσα από τις διακομματικές συνομιλίες.
Χθες είχε τηλεδιάσκεψη με τα μέλη του υπουργικού της Συμβουλίου από την κατοικία της στο Τσέκερς, που διήρκεσε περίπου 90 λεπτά, κατά την οποία έκανε γνωστό ότι θα προσπαθήσει εκ νέου να βρει αποδεκτές αλλαγές όσον αφορά τη διευθέτηση του backstop, χωρίς να επεκταθεί αναλυτικά σε λεπτομέρειες. Πάντως, όπως αναφέρουν κυβερνητικές πηγές, το ευρύτερο σκεπτικό είναι να φέρει σε συμφωνία τους βουλευτές του κόμματος της - και να προσπαθήσει να κρατήσει την συνοχή των Τόρις - αλλά και το μικρό βορειο-ιρλανδικό κόμμα DUP, που στηρίζει τους Συντηρητικούς στο κοινοβούλιο. Επίσης, κατηγόρησε τον ηγέτη του μεγαλύτερου αντιπολιτευόμενου κόμματος Τζέρεμι Κόρμπιν για την αποτυχία των διακομματικών συνομιλιών, επειδή αρνήθηκε να συμμετάσχει σε αυτές.
Από τότε η Μέι άρχισε διεργασίες με την αντιπολίτευση σε μια προσπάθεια επίτευξης μιας συναίνεσης για μια νέα συμφωνία, αλλά αυτές δείχνουν να οδηγούνται σε αδιέξοδο.
Η ίδια φέρεται να προτίθεται να συνάψει ένα διμερές σύμφωνο με την ιρλανδική κυβέρνηση, ώστε να αφαιρέσει από τη συμφωνία Λονδίνου – Βρυξελλών για το Brexit το επίμαχο σημείο του backstop, του μηχανισμού ασφαλείας που αφορά τα σύνορα της Βόρειας Ιρλανδίας και της Δημοκρατίας της Ιρλανδίας.
Σύμφωνα με τους Sunday Times, στελέχη της Μέι εκτιμούν ότι μια συμφωνία με την Ιρλανδία θα αμβλύνει την αντίθετη στάση απέναντι στο σχέδιο της που τηρεί το Δημοκρατικό Ενωτικό Κόμμα (DUP), το οποίο στηρίζει την κυβέρνηση μειοψηφίας, αλλά απορρίπτει τη συμφωνία της, αλλά και από βουλευτές του Συντηρητικού της κόμματος.
Ο υπουργός Εξωτερικού Εμπορίου Λιαμ Φοξ προειδοποίησε χθες, μιλώντας στην εφημερίδα The Sunday Telegraph, για τον κίνδυνο ενός «πολιτικού τσουνάμι» αν οι βουλευτές δεν καταφέρουν να σεβαστούν το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος του 2016 που ζητούσε αποχώρηση από την Ε.Ε.
Στο μεταξύ, μεγάλες αυτοκινητοβιομηχανίες (Toyota, Honda, Bentley) ανησυχούν για τις πολιτικές εξελίξεις και αναζητούν νέες ρυθμίσεις στην Ε.Ε, μετά την καταψήφιση της συμφωνίας αποχώρησης από το κοινοβούλιο. Σύμφωνα με δημοσίευμα του Guardian, η Vauxhall και η BMW έχουν μπει στην λίστα των μεγάλων κατασκευαστών που άρχισαν να δημιουργούν αποθέματα προκειμένου να καλύψουν τουλάχιστον το πρώτο διάστημα αναστολής της ομαλής λειτουργίας στα σύνορα, μετά την αποχώρηση στις 29 Μαρτίου. Η εφημερίδα γράφει επίσης ότι όλα τα νέα μοντέλα αυτοκινήτων που πωλήθηκαν στην Βρετανία και την ΕΕ θα πρέπει να αποκτήσουν «έγκριση τύπου» από τις ρυθμιστικές αρχές, καθώς σύμφωνα με προειδοποίηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προς τις αυτοκινητοβιομηχανίες, η σημερινή έγκριση που παρέχει η βρετανική Υπηρεσία Πιστοποίησης Οχημάτων θα πάψει να ισχύει μετά το Brexit.
Mε πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ