Σχεδόν ένας χρόνος έχει περάσει αφότου δύο στρατηγοί, εγκληματίες πολέμου ήδη, έριξαν ξανά το Σουδάν στην άβυσσο. Χιλιάδες νεκροί, ο υψηλότερος αριθμός εκτοπισμένων παγκοσμίως και μία χώρα στα πρόθυρα λιμού. Πάνω από 25 εκατομμύρια άνθρωποι, άνω του ήμισυ του πληθυσμού του Σουδάν, βιώνουν έναν από τους χειρότερους ανθρωπιστικούς εφιάλτες στην πρόσφατη Ιστορία. Και στο Νταρφούρ έχει επιστρέψει το φάντασμα της εθνοκάθαρσης.
Από τις 15 Απριλίου του 2023, όταν τινάχθηκε στον αέρα μία εύθραυστη διαδικασία μετάβασης σε πολιτική διακυβέρνηση, έχουν καταγραφεί 13.900 θάνατοι και πιθανότατα είναι πολλοί περισσότεροι, ενώ οι εσωτερικά εκτοπισμένοι ανέρχονται κατά τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία σε 8,1 εκατομμύρια. Σχεδόν 2 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν καταφύγει σε γειτονικές χώρες για να γλιτώσουν από την αιματοχυσία, κυρίως στο Τσαντ και το Νότιο Σουδάν όπου επίσης εκατομμύρια άνθρωποι αντιμετωπίζουν οξεία επισιτιστική ανασφάλεια.
Περισσότεροι από 18 εκατομμύρια Σουδανοί αντιμετωπίζουν αυτή τη στιγμή οξεία επισιτιστική ανασφάλεια -10 εκατομμύρια περισσότεροι από πέρυσι την ίδια εποχή- ενώ 730.000 παιδιά στο Σουδάν πιστεύεται ότι υποφέρουν από οξύ υποσιτισμό, περιλαμβανομένων 240.000 στο Νταρφούρ. Τις επόμενες εβδομάδες και μήνες 222.000 παιδιά εκτιμάται ότι θα μπορούσαν να πεθάνουν από υποσιτισμό.
Προειδοποιώντας για την απειλή λιμού, οι αρμόδιες υπηρεσίες του ΟΗΕ στηλιτεύουν τη διεθνή αδράνεια και καλούν σε επείγουσα, συντονισμένη διπλωματία για να σιγήσουν τα όπλα προκειμένου να μην καταστραφεί μία ολόκληρη γενιά και να αποτραπεί ο κίνδυνος αποσταθεροποίησης της ευρύτερης περιοχής.
Στο Χαρτούμ, το Νταρφούρ και το Κορντοφάν δεν έχει υπάρξει ανάπαυλα από τις σφοδρές μάχες εδώ και 350 ημέρες. Έλλειψη τροφίμων, νερού και φαρμάκων, οικονομική παρακμή και κατάρρευση των υπηρεσιών υγείας, λεηλασίες και εκτεταμένες καταστροφές κρίσιμων υποδομών, αγρότες που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα χωράφια τους, αυξήσεις άνω του 83% στις τιμές για τα βασικά είδη διατροφής, και οι αντίπαλοι στρατοί που εμποδίζουν τη διανομή ανθρωπιστιστικής βοήθειας. Αυτή είναι η πραγματικότητα του Σουδάν.
Όπως και οι αναφορές για ομαδικούς τάφους, ομαδικούς βιασμούς, επιθέσεις αδιακρίτως σε πυκνοκατοικημένες περιοχές και πολλές ακόμη φρικαλεότητες που μπορεί να ισοδυναμούν με εγκλήματα πολέμου, σύμφωνα με Γραφείο του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (OHCHR).
Ανάλογες μαρτυρίες για σωματική και σεξουαλική βία, εθνοτική βία, εκτελέσεις, λεηλασίες και απόλυτη απελπισία συγκέντρωσαν δημοσιογράφοι του BBC που κατάφεραν να φθάσουν στην πρώτη γραμμή των μαχών κοντά στην πρωτεύουσα Χαρτούμ, ενώ συνομίλησαν και με πρόσφυγες που έχουν καταφύγει στο Τσαντ. Στο ρεπορτάζ του βρετανικού δικτύου αποτυπώνονται παράλληλα φόβοι ότι στο Νταρφούρ αναδύεται ξανά η απειλή εκστρατείας εθνοκάθαρσης. Το αιματοκύλισμα που είχε οδηγήσει στο θάνατο 300.000 ανθρώπων, στην πλειονότητά τους μέλη της μη αραβικής μειονότητας, τη δεκαετία του 2000 θεωρήθηκε ευρέως ως η πρώτη γενοκτονία του 21ου αιώνα.
Οι δύο αδίστακτοι στρατηγοί, πρώην σύμμαχοι που ερίζοντας για την εξουσία, έχουν παρασύρει σε εμφύλιο το Σουδάν ήταν αμφότεροι εμπλεκόμενοι στη γενοκτονία στο Νταρφούρ κατά «παραγγελία» του δικτάτορα Ομάρ αλ-Μπασίρ. O ντε φάκτο αρχηγός του κράτους και επικεφαλής του Μεταβατικού Στρατιωτικού Συμβουλίου, στρατηγός Αμπντέλ Φατάχ αλ-Μπουρχάν, και ο πρώην αναπληρωτής του και αρχηγός των παραστρατιωτικών Δυνάμεων Ταχείας Υποστήριξης (RSF), στρατηγός Μοχάμεντ Χαμντάν Νταγκάλο, γνωστός ευρέως ως Χεμέντι, υπηρέτησαν τον Μπασίρ συνθλίβοντας προ δύο δεκαετιών την εξέγερση στο Νταρφούρ για να στραφούν μία 20ετία μετά μαζί εναντίον του όταν οι Σουδανοί πολίτες βγήκαν μαζικά στους δρόμους με αίτημα και ελπίδα για Δημοκρατία.
Οι RSF -οι οποίοι έχουν τις «ρίζες» τους στη διαβόητη αραβική πολιτοφυλακή Τζαντζαουίντ που σφαγίασε τους αμάχους του Νταρφούρ- έχει θέσει υπό τον έλεγχό της περιοχές νότια της πρωτεύουσας Χαρτούμ, καθώς και μεγάλες εκτάσεις του Νταρφούρ. Γυναίκες που διέφυγαν από το Νταρφούρ στο γειτονικό Τσαντ έχουν δώσει στο BBC μαρτυρίες για βιασμούς από παραστρατιωτικούς. Άνδρες στους καταυλισμούς ανέφεραν ότι γλίτωσαν από εκτελέσεις και απαγωγές.
Στην ευρύτερη ζώνη του Χαρτούμ, η δημοσιογραφική αποστολή βρέθηκε στην πόλη Ομντουρμάν που επανήλθε πρόσφατα υπό τον έλεγχο του στρατού. Η κάποτε πολύβουη καρδιά της είναι γκρεμισμένη και σχεδόν άδεια. Στη θέση της παλιάς αγοράς του Ομντουρμάν, που κάποτε ήταν γεμάτη με ντόπιους και επισκέπτες, στέκονται ερείπια, με τα καταστήματα λεηλατημένα. Τα περισσότερα οχήματα στους δρόμους είναι στρατιωτικά.
Περισσότεροι από τρία εκατομμύρια άνθρωποι εγκατέλειψαν το Χαρτούμ τους τελευταίους 11 μήνες, αλλά ορισμένοι κάτοικοι του Ομντουρμάν αρνήθηκαν να φύγουν. Οι περισσότεροι ήταν ηλικιωμένοι. Μέρος της γραμμής του μετώπου εκτείνεται τώρα κατά μήκος του Νείλου, ο οποίος χωρίζει το Χαρτούμ στην ανατολική πλευρά από το Οντουρμάν, το οποίο βρίσκεται δυτικά του ποταμού. Στην πόλη έχουν αρχίσει να επιστρέφουν κάτοικοι, ωστόσο εξακολουθούν να κινδυνεύουν ανά πάσα στιγμή από εκρήξεις όλμων. Κάτοικοι δηλώνουν ότι θεωρούν και τις δύο πλευρές υπεύθυνες για την καταστροφή μέσα και γύρω από την πρωτεύουσα. Πολλοί όμως κατηγορούν τις RSF για λεηλασίες και επιθέσεις κατά την περίοδο που είχαν τον έλεγχο.
Στη σύγκρουση μεταξύ των Σουδανικών Ενόπλων Δυνάμεων (SAF) και των παραστρατιωτικών των Δυνάμεων Ταχείας Υποστήριξης (RSF) δεν διαφαίνεται λήξη, και έχει εδώ και καιρό προβάλλει ο κίνδυνος επανάληψης ενός σεναρίου τύπου Λιβύης όπου δύο αντίπαλες κυβερνήσεις διεκδικούν από το 2011 την εξουσία. Όσο ο εμφύλιος, αυτός ο «ξεχασμένος πόλεμος» παρατείνεται, το ενδεχόμενο διάσπασης της χώρας παραμένει ανοιχτό.