Λίγο πριν συμπληρωθεί ένας χρόνος από τον μεγάλο καταστροφικό σεισμό στην Τουρκία, μπαίνει στην τελική ευθεία η διαδικασία για τη λειτουργία του πυρηνικού σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στο Ακούγιου, στη Μεσογειακή ακτή της Τουρκίας, μετά την έγκριση που έδωσε η κυβέρνηση για να τεθεί σε λειτουργία η πρώτη μονάδα του σταθμού.
Η άδεια σύμφωνα με τα τουρκικά ΜΜΕ, δόθηκε μετά την ολοκλήρωση των διαδικασιών ελέγχου ασφαλείας της μονάδας η οποία βρίσκεται στην περιοχή Γκιουλνάρ της Μερσίνας και στην πλήρη λειτουργία των τεσσάρων συνολικά μονάδων θα έχει δυνατότητα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας 35 δισ. κιλοβατώρων.
Τώρα απομένει η απόκτηση άδειας λειτουργίας του Σταθμού όπως ανακοίνωσε η εκπρόσωπος της ρωσικής Rosatom η οποία έχει και την ευθύνη κατασκευής του Σταθμού. Μόλις δοθεί η άδεια αυτή τότε θα αρχίσει ο εφοδιασμός της μονάδας με πυρηνικό καύσιμο στον αντιδραστήρα και θα ξεκινήσουν τους τελικούς ελέγχους πριν αρχίσει η σχάση για την παραγωγή ενέργειας
Σύμφωνα με τη διακυβερνητική συμφωνία μεταξύ της Τουρκίας και της Ρωσίας, η πρώτη μονάδα αναμένεται να ξεκινήσει την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας το 2025.
Η Τουρκία που καθίσταται μια ακόμη πυρηνική δύναμη για ειρηνικούς σκοπούς στην ευρύτερη περιοχή φιλοδοξεί να καλύψει ένα μεγάλο μέρος των ενεργειακών αναγκών της με τον πυρηνικό σταθμό του Ακούγιου, ενώ επίσης δρομολογεί την κατασκευή ενός ακόμη σταθμού στη Μαύρη Θάλασσα στη Σινώπη.
Η εξέλιξη αυτή είναι αποτέλεσμα της επιλογής του προέδρου Ερντογάν να στραφεί προς τη Μόσχα η οποία έχει αναλάβει την κατασκευή του σταθμού στο Ακούγιου με την εταιρεία Rosatom, κάτι που έχει και ευρύτερες γεωπολιτικές διαστάσεις.
Η Τουρκία η οποία είναι εξαρτημένη από το ρωσικό φυσικό αέριο, πλέον διευρύνει την ενεργειακή εξάρτηση της από τη Ρωσία σε μια περίοδο που η Δύση και το ΝΑΤΟ του οποίου είναι μέλος είναι σε ευθεία στρατηγική αντιπαράθεση με τη Ρωσία.
Όμως η μεγάλη ανησυχία για τον σταθμό πυρηνικής ενέργειας στο Ακούγιου είναι λόγοι ασφαλείας όχι μόνο λόγω των ενστάσεων που υπάρχουν για τη ρωσική πυρηνική τεχνολογία, αλλά κυρίως λόγω της σεισμογενούς περιοχής στην οποία θα λειτουργεί, όπως αποδείχθηκε και από τους σεισμούς του περασμένου Φεβρουαρίου.
Παρά το γεγονός ότι τόσο η Ρωσία όσο και η Τουρκία διαβεβαιώνουν για υψηλά μέτρα ασφαλείας, ένας μεγάλος σεισμός από αυτούς που δίνει η περιοχή, θα μπορούσε να έχει καταστροφικές συνέπειες για ολόκληρη την περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και για τις γειτονικές χώρες.
Ο Ν. Δένδιας ως υπουργός εξωτερικών, είχε βάλει ψηλά στην ατζέντα το θέμα της ασφάλειας του Ακούγιου.
Σύμφωνα με δημοσιεύματα τον Φεβρουάριο του 2021 είχε θίξει το ζήτημα αυτό και των κινδύνων που δημιουργεί για την ευρύτερη περιοχή στην τηλεφωνική επικοινωνία που είχε με τον Αμερικανό ομόλογο του Α. Μπλίνκεν, προειδοποιώντας ότι το Ακούγιου «μπορεί να γίνει το Τσέρνομπιλ της Ανατολικής Μεσογείου».
Και από το βήμα της βουλής πέρυσι ο Ν. Δένδιας, ο οποίος είχε συναντηθεί και με τον πρόεδρο της ΙΑΕΑ, απαντώντας σε ερώτηση είχε δηλώσει ότι η Ελλάδα έχει εκφράσει τους προβληματισμούς της για τον πυρηνικό σταθμό Ακούγιου, δεδομένης και της πρόσφατης σεισμικής δραστηριότητας στην Τουρκία, και μάλιστα είχε αποκαλύψει ότι η Ελλάδα συμμετέχει ενεργά σε κάθε περιοδική συνάντηση του Διεθνούς Οργανισμού Ατομικής Ενέργειας (ΙΑΕΑ), αξιοποιώντας έτσι τη δυνατότητα σε συνεργασία και με άλλες ενδιαφερόμενες χώρες, να ελέγχει την Τουρκία αλλά και να της υποβάλλει τυχόν συστάσεις σχετικά με το Ακούγιου.
Η Ελλάδα σύμφωνα με τον τότε ΥΠΕΞ εφιστά στους εταίρους της την προσοχή, ως προς τους κινδύνους που ελλοχεύουν σε περιβαλλοντικό επίπεδο από τη λειτουργία του πυρηνικού συμπλέγματος Ακούγιου, λόγω της αυξημένης σεισμικότητας της περιοχής όπου έχει αναγερθεί.
Μπορεί η «γενναιόδωρη» πρόταση του Τ. Ερντογάν κατά την αναχώρηση του από την Ελλάδα για προσφορά ηλεκτρικής ενέργειας από το νέο πυρηνικό σταθμό που φιλοδοξεί να εγκαταστήσει στη Σινώπη να ακούγεται δελεαστική, αλλά αυτό δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να διασκεδάσει τις πραγματικές ανησυχίες που προκαλεί η μετατροπή της Τουρκίας σε πυρηνική δύναμη με Σταθμούς σε σεισμογενείς περιοχές, ούτε να ατονήσει τη διαρκή προσπάθεια της Ελλάδας ώστε το έργο αυτό να παρακολουθείται από τους αρμόδιους εθνικούς και διεθνείς οργανισμούς, ώστε να περιορισθούν κατά το δυνατόν οι απειλές ασφάλειας για ολόκληρη την περιοχή.