«Στον πόλεμο κάποιος ελπίζει ότι είναι καλύτερος από τον άλλο και θα κερδίσει, μετά ότι ο άλλος (ο εχθρός) θα είναι χειρότερος και έτσι θα… χάσει, στο τέλος έρχεται η έκπληξη και η διαπίστωση ότι και οι δύο χάνουν και θα είναι χειρότερα από πριν». Αυτά που περιέγραψε πολύ εύστοχα πριν από έναν περίπου αιώνα ο Αυστριακός συγγραφέας Καρλ Κράους, τολμώ να πω ότι αντικατοπτρίζουν αναλογικά αυτό που συμβαίνει σήμερα στην Ουκρανία στις 266 ημέρες ακήρυκτου και καταστροφικού πολέμου, ενός πολέμου για τον οποίο ο γράφων πιστεύει ακράδαντα ότι θα μπορούσε να αποφευχθεί.
Και δυστυχώς έπρεπε να φθάσουμε εδώ που φθάσαμε για να αρχίσει η διεθνής κοινότητα αλλά και οι άμεσα εμπλεκόμενοι να μιλούν δειλά – δειλά για διαπραγματεύσεις και για την αναγκαιότητα να διαμορφωθεί ένα ειρηνικό τέλος έστω και αν αυτό επί του
παρόντος φαίνεται ακόμα πολύ μακριά. Ένα άλλο όμως σοβαρό κίνητρο για την αναζήτηση εξόδου από αυτόν τον πόλεμο είναι ότι η επιμήκυνση του πέρα από τις καταστροφές στην ίδια την Ουκρανία και τις δευτερογενείς επιπτώσεις στις οικονομίες και στις κοινωνίες μας, αυξάνει τον κίνδυνο οριζόντιας κλιμάκωσης και γενικότερης εμπλοκής με απροσδιόριστες συνέπειες.
Πηγή: ΑΡ
Η προχθεσινή πρόσπτωση πυραύλου σε πολωνικό χωρίο πολύ κοντά στα σύνορα, όπως όλα δείχνουν μέχρι τώρα της ουκρανικής αεράμυνας και οι αρχικές φωνές που μιλούσαν για σκόπιμη ρωσική ενέργεια, αποδεικνύει ότι ακόμα και από ένα ατύχημα
μπορούμε να οδηγηθούμε σε ανεπιθύμητη κλιμάκωση. Η γραμμή που διαχωρίζει το μονοπάτι για ένα ειρηνικό τέλος του πολέμου με το μονοπάτι της γενίκευσης αυτού και την πρόκληση ακόμα μεγαλύτερης καταστροφής είναι πολύ λεπτή. Το θετικό στοιχείο είναι ότι η στάση της Ουάσιγκτον εξ αρχής ήταν ψύχραιμη και συγκρατημένη, από την αρχική δήλωση του εκπροσώπου τύπου του Αμερικανικού Πενταγώνου μέχρι και τις τελευταίες του Αμερικανού Προέδρου κάτι που χαιρετίστηκε και από την Μόσχα.
Μετά την συνάντηση της Δευτέρας 14 Νοεμβρίου στην Άγκυρα αντιπροσωπιών των ΗΠΑ και της Ρωσίας με επικεφαλής τον Διευθυντή της CIA Γουίλιαμ Μπερνς (πρώην πρέσβη στην Μόσχα) και τον Αρχηγό της Υπηρεσίας Εξωτερικών Πληροφοριών της Ρωσίας Σεργκέι Ναρίσκιν εκτιμάται ότι έστω και μουδιασμένα αναζητείται η διαμόρφωση ενός πλαισίου εξόδου. Οι Αμερικανοί αναφέρουν ως λόγο της συνάντηση να συζητήσουν για τους …κρατούμενους πολίτες των ΗΠΑ και τους …πυρηνικούς κινδύνους.
Πέρα από τις διαρροές που γίνονται στον αμερικανικό τύπο με επιστέγασμα αυτήν σχετικά με την θέση του Αμερικανού ΓΕΕΘΑ Μαρκ Μίλλευ ότι δημιουργείται πλέον στο επιχειρησιακό επίπεδο τέλμα και αδιέξοδο και πρέπει να αναζητηθεί διπλωματική λύση
είχαμε και την προ δεκαημέρου επίσκεψη του Αμερικανού Συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας Τζέικ Σάλιβαν στο Κίεβο. Μετά από αυτήν ο Πρόεδρος Ζελένσκι δήλωσε πως η Ουκρανία δεν έχει κλείσει την πόρτα στο διάλογο, αρκεί βέβαια να τις επιστρέψουν όλα τα εδάφη, να πληρωθούν πολεμικές αποζημιώσεις και να υπάρξουν διώξεις και καταδίκες για εγκλήματα πολέμου αλλά αυτήν την φορά είχε αφαιρεθεί ο όρος της εκδίωξης του Ρώσου Προέδρου. Βέβαια η γνωστή μας Ζαχάροβα έσπευσε να δηλώσει ότι και η χώρα της δεν είναι αρνητική για διαπραγματεύσεις αρκεί να ληφθεί υπόψη η νέα πραγματικότητα στο έδαφος.
Στην Χερσώνα ενώ αναμενόταν να διεξαχθεί η «μητέρα όλων των μαχών» αν οι Ρώσοι αποφάσιζαν να αμυνθούν σε έναν προγεφύρωμα του οποίου η στρατιωτική σημασία ήταν μικρότερη από την καθαρά πολιτική, διεξήχθη η απαγκίστρωση των στρατευμάτων δυτικά του ποταμού Δνείπερου χωρίς ουσιαστικά να υπάρξει καμία πίεση από πλευράς Ουκρανών! Αυτό επέτρεψε την ασφαλή ανάπτυξη 20 χιλιάδων περίπου Ρώσων Στρατιωτών στην ανατολική όχθη του ποταμού αφήνοντας μεταξύ τους ένα μεγάλο φυσικό εμπόδιο ως γραμμή διαχωρισμού.
Πηγή: ΑΡ
Ένα άλλο χαρακτηριστικό στοιχείο που κρίνεται σκόπιμο να αναφερθεί. Ο συνήθως λαλίστατος Ζελένσκι ήταν μέχρι και χθες συγκρατημένος στις αντιδράσεις του για την σημαντική επιτυχία της ανάκτησης της Χερσώνας και μιλούσε για ανάγκη ειρήνευσης
δίνοντας μάλιστα στην δημοσιότητα ένα «ειρηνευτικό σχέδιο» 10 σημείων με βασικούς όρους, πολύ σωστά, την παύση των εχθροπραξιών και την αποχώρηση των ρωσικών δυνάμεων από τα ουκρανικά εδάφη που κατέχουν.
Μιλώντας όμως μέσω τηλεδιάσκεψης στην σύνοδο κορυφής της G20 ο τρόπος (όχι η ουσία) που προέβαλε την θέση της Ουκρανίας η πρόταση του παρουσιάστηκε ως απαίτηση να παραδοθεί ο Πούτιν. Η Μόσχα ενώ είχε σταματήσει εδώ και πολλές ημέρες εξαπέλυσε δύο ώρες μετά, ίσως την μεγαλύτερη πυραυλική επίθεση του πολέμου εναντίον ενεργειακών υποδομών σε 12 πόλεις, με έμφαση στο Κίεβο βυθίζοντας τις στο σκοτάδι και προκαλώντας πρόσθετες σημαντικές ζημιές. Ίσως με αυτό τον αδιαμφισβήτητα βάρβαρο τρόπο ο Πούτιν έστειλε μήνυμα στον Ουκρανό ομόλογο και συνονόματό του για το πως θα
είναι η συνέχιση του πολέμου αν επιλέξει αυτόν.
Η Μόσχα η οποία απέτυχε να διεξάγει έναν νικηφόρο σύντομο και με μικρό κόστος πόλεμο, δεν μπόρεσε να πετύχει μία αποφασιστική νίκη για να επιβάλει την θέληση στο Κίεβο, εφαρμόζει όπως αναλύσαμε με σχετικό άρθρο μας την 4 Νοεμβρίου μία νέα Στρατηγική («Η νέα στρατηγική της Μόσχας στην Ουκρανία»). Με σύμμαχο τον καιρό και την κατάσταση τους εδάφους επιβραδύνει τις επιχειρήσεις και προσπαθεί να σταθεροποιήσει τα εδαφικά της κέρδη (κατέχει περίπου το 18-20 % της ουκρανικής επικράτειας) και ταυτόχρονα διεξάγει πόλεμο φθοράς και εξουθένωσης με την καταστροφή των ενεργειακών υποδομών της Ουκρανίας. Μέχρι τώρα έχει ήδη καταστρέψει το 40% αυτών. Όπως «ξαφνικά» σταμάτησε πριν δέκα ημέρες έτσι και… «ξαφνικά» άρχισε σφοδρότερα πάλι χθες.
Από την άλλη πλευρά οι στόχοι που θέτει η Ουκρανία για την ανακατάληψη όλων των εδαφών που έχουν καταλάβει τα ρωσικά στρατεύματα είναι απολύτως ηθικά και νομικά δικαιολογημένοι. Εκτιμάται όμως ότι τώρα είναι εξαιρετικά δυσχερές να επιτευχθούν! Αν δεν υπήρχε η στρατιωτική και η οικονομική βοήθεια της Δύσης, δεν θα υπήρχε σήμερα Ουκρανία. Όμως κάθε μέρα η χώρα καταστρέφεται όλο και περισσότερο. Υπάρχει μέχρι τώρα απώλεια στο ΑΕΠ που φθάνει το 40%, ενώ οι ζημιές στις ενεργειακές υποδομές ξεπερνούν τα 126 δις δολάρια. Ο αγροτικός τομέας έχει πληγεί σοβαρά και πάνω από τις μισές επιχειρήσεις της χώρας έχουν κλείσει ενώ για να λειτουργήσει ως κράτος απαιτούνται σύμφωνα με εκτιμήσεις του ΔΝΤ 1,5 δις δολάρια τον μήνα.
Επαναλαμβάνουμε ότι το «στηρίζουμε όσο χρειαστεί» όχι μόνον δεν μπορεί να συνιστά Στρατηγική αλλά εγκυμονεί πολλούς κινδύνους όπως έδειξε το μάθημα» που πήραμε όλοι μας με τον πύραυλο που έπεσε στην Πολωνία. Η συζήτηση για ανάγκη εξόδου έχει εντατικοποιηθεί. Φαίνονται ήδη οι πρώτες ρωγμές στο εύθραυστο μέτωπο της «Δύσης». Όπως επεσήμανε ο Καθηγητής του Πανεπιστημίου Τζορτζτάουν Τσαρλς Κούπαν, σε πρόσφατο άρθρο του στους NYT οι σοβαρές οικονομικές επιπτώσεις που προκλήθηκαν και συνεχίζουν να προκαλούνται από τον πόλεμο εντείνουν τις εσωτερικές απειλές για την
«δυτική δημοκρατία» και κλονίζουν το μέτωπο της αλληλεγγύη προς την Ουκρανία. Ο πληθωρισμός, η οικονομική δυσπραγία και η επικείμενη ύφεση μπορεί να έχουν και σοβαρές πολιτικές επιπτώσεις. Ήδη στην Γερμανία προετοιμάζονται για μέτρα εκτάκτων
αναγκών που πιθανώς να συμπεριλάβουν και capital controls («Γερμανία: Φόβοι ενεργειακού μπλακάουτ - Σχέδια έκτακτης ανάγκης»).
Ένας πόλεμος τείνει να τελειώσει είτε όταν η μία πλευρά επιτυγχάνει αποφασιστική νίκη και επιβάλει την θέληση της στην άλλη, είτε όταν και οι δύο αντιλαμβάνονται ότι η συνέχιση του έχει πολύ μεγαλύτερο κόστος από το κόστος των παραχωρήσεων και των
συμβιβασμών που πρέπει να κάνουν για να τον τελειώσουν. Κάπου εδώ στην δεύτερη περίπτωση λοιπόν βρισκόμαστε τώρα. Το κόστος είναι τεράστιο τόσο για την Ουκρανία όσο και την Ρωσία και φυσικά για την «Δυτική Συμμαχία» που καταβάλει μεγάλο τίμημα για την υποστήριξη αυτή. Και όσο περνάει ο χρόνος τόσο μεγαλύτερο θα είναι αυτό το τίμημα ενώ θα ελλοχεύει και ο κίνδυνος κλιμάκωσης.
Μπορεί το γεγονός ότι απλά και μόνον στην ρητορική των εμπλεκομένων έχουν εισαχθεί πλέον οι λέξεις «διαπραγμάτευση» και «ειρηνικός διακανονισμός» στέλνει μία αύρα αισιοδοξίας μέσα στο ζοφερό σκοτάδι του πολέμου αλλά από την άλλη πλευρά
βλέπουμε ότι είναι πολύ εύκολο αντί για να πάρουμε το μονοπάτι του ειρηνικού τέλους να πάρουμε το μονοπάτι της γενίκευσης του πολέμου και το σκοτάδι του να πέσει ακόμα πιο βαρύ.
Πιστεύουμε ανεπιφύλακτα ότι θα πρέπει φανερά ή μυστικά να ολοκληρωθεί το πρώτο βήμα εκτός της επικοινωνίας και να διερευνηθεί πρώτα απ’ όλα η δυνατότητα παύσης των εχθροπραξιών και εφαρμογής μίας ανακωχής τύπου Κορέας 1953 που θα
επιτρέψει σε δεύτερη φάση έναν ουσιαστικό διάλογο. Μέχρι τότε όμως και επιχειρήσεις και κάποιες πυραυλικές προσβολές θα γίνονται έστω μικρότερης έντασης και έκτασης.