Του Γιάννη Μαντζίκου
Την ώρα που ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ετοιμάζεται να υποδεχτεί στον Λευκό Οίκο τον Ούγγρο πρωθυπουργό Βίκτορ Ορμπάν, τα επικριτικά δημοσιεύματα στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού δίνουν και παίρνουν τόσο για τον συμβολισμό της επίσκεψης όσο και την ουσία αυτής.
Σε δημοσίευμα τους, οι New York Times ανέφεραν χαρακτηριστικά «o Τζορτζ Μπους ο Νεότερος αρνήθηκε να τον συναντήσει όπως και ο Μπαράκ Ομπάμα, ο μόνος που συνάντησε τον Ορμπάν ήταν ο Μπιλ Κλίντον to 1998 (στην πρώτη του θητεία), όμως τότε θεωρούνταν, ακόμα, ένας κεντρώος φιλελεύθερος πολιτικός».
Η πρόσκληση λοιπόν του Ορμπάν στο Οβάλ Γραφείο, ενός πολιτικού που κατηγορείται -τουλάχιστον- για την υπονόμευση της δημοκρατίας στη χώρα του, την μισαλλοδοξία και τον λαϊκισμό, αποτελεί επιβεβαίωση για πολλούς ότι ο Αμερικανός πρόεδρος τον νομιμοποιεί. Αξίζει να σημειωθεί, ότι ο Ούγγρος πρωθυπουργός τα τελευταία εννέα χρόνια έχει αλλάξει τον καταστατικό χάρτη της χώρας, έχει παρέμβει στους δικαστικούς θεσμούς με τον πλέον ωμό τρόπο, έχει αποπέμψει το συμφερόντων Τζόρτζ Σόρος, Central European University, έχει χαρακτηρίσει τις ΜΚΟ «εγκληματικές οργανώσεις».
Για τους λόγους αυτούς, τον περασμένο Σεπτέμβριο, το Ευρωκοινοβούλιο μετά από ενδελεχή έρευνα των αρμόδιων αρχών της ΕΕ οι οποίες διαπίστωσαν την «ύπαρξη σαφούς κινδύνου κατάφωρης παραβίασης των αξιών επί των οποίων ιδρύθηκε η ΕΕ», υπερψήφισε την επιβολή των προβλεπόμενων από το άρθρο 7 κυρώσεων εναντίον της Ουγγαρίας.
Αντίστοιχα πολλές είναι οι κατηγορίες των Ευρωπαίων όσο και Αμερικανών αξιωματούχων και πολιτικών για τις ενέργειες του Ορμπάν εναντίον αυτού που ονομάζεται «Διατλαντική Συμμαχία». Ο Ούγγρος πρωθυπουργός έχει απειλήσει κατ'' επανάληψη ότι θα θέσει βέτο στην εισδοχή της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, αρνήθηκε να εκδώσει στις ΗΠΑ δυο Ρώσους βαρόνους όπλων οι οποίοι βρίσκονταν στην λίστα κυρώσεων του Αμερικανικού Υπουργείου Οικονομίας, ενώ έχει υποστηρίξει πολλάκις την προσάρτηση της Κριμαίας από την Ρωσία. Πέραν των στενών δεσμών της Βουδαπέστης με το Κρεμλίνο, υπάρχει και ο παράγοντας που λέγεται Κίνα.
Τον περασμένο Φεβρουάριο κατά την επίσκεψη του, ο Υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάικ Πομπέο, έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου στις Ουγγρικές αρχές για αυξανόμενη παρουσία της κινεζικής Huawei στον κλάδο των επικοινωνιών.
Αμερικανοί αξιωματούχοι προειδοποιούν εδώ και καιρό συμμάχους τους ότι οι κινεζικές μυστικές υπηρεσίες ενδέχεται να διαθέτουν πρόσβαση «από την πίσω πόρτα» στα συστήματα της Huawei που χρησιμοποιούνται στα δίκτυα τηλεπικοινωνιών, κάτι που σημαίνει ότι είναι σε θέση να υποκλέπτουν τηλεφωνικές κλήσεις και άλλες επικοινωνίες.
Για τους λόγους αυτούς, Αμερικανοί Γερουσιαστές με επικεφαλής τον Τζέιμς Ρις πρόεδρο της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων έγραψαν επιστολή προς τον Ντόναλντ Τραμπ στην οποία επεσήμαναν «τον κίνδυνο που αποτελεί η Ουγγαρία για τα αμερικανικά συμφέροντα στην Κεντρική Ευρώπη».
Τέλος, ορισμένοι αναλυτές κάνουν λόγο ότι η επίσκεψη αποτελεί μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία για τον Τραμπ να θέσει «κανόνες» στον Ούγγρο πρωθυπουργό κυρίως στο πεδίο του στρατιωτικού εξοπλισμού, των κρισίμων τεχνολογικών υποδομών (5G) και της ενέργειας.
Σημειώνεται η Αμερικανό-Ουγγρική αμυντική συνθήκη έχει μεν υπογραφεί από τον Ορμπάν αλλά η βουλή της χώρας (την οποία φυσικά) ελέγχει, καθυστερεί την κύρωση της. Χαρακτηριστικά το περιοδικό Foreign Policy έγραφε «αν δεν πιέσει τον Ορμπάν, ο Τραμπ του οποίου η χώρα αποτελεί τον δεύτερο μεγαλύτερο -δυτικό- χρηματοδότη της Βουδαπέστης, μετά την Γερμανία, τότε ποιος θα το κάνει;»