To συντηρητικό της προφίλ όσο και ο ξύλινός της λόγος δεν παραπέμπουν ιδιαίτερα σε μία πολιτικό διατεθειμένη να φέρει την επανάσταση στις οικονομικές πρακτικές. Πόσο μάλλον εν μέσω παγκόσμιας κρίσης που δείχνει να έχει πάρει ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Ωστόσο, το φαβορί της κούρσας για το πρωθυπουργικό χρίσμα τον ερχόμενο μήνα, η Λιζ Τρας, επιμένει στην ανορθόδοξη για τα δεδομένα των Συντηρητικών Υπουργών Οικονομικών άποψή της, ότι η μείωση των φόρων, εν μέσω αυξανόμενου δημόσιου χρέους και πληθωρισμού, είναι η συνταγή της επιτυχίας. Ο βρετανικός Τύπος «βάφτισε» αυτήν την οικονομική προσέγγιση Trussonomics τα οποία συγκρίνει με κάθε ευκαιρία με τα Rishinomics, τις οικονομικές προτάσεις του βασικού αντιπάλου της για το αξίωμα και παραιτηθέντα Υπουργό Οικονομικών της κυβέρνησης Τζόνσον, Ρίσι Σουνάκ ο οποίος είναι υπέρ πιο χειρουργικών παρεμβάσεων για την στήριξη μόνο των οικονομικά αδύναμων νοικοκυριών.
Με αέρα νικήτριας αλλά και υπερασπίστριας του πορτοφολιού των πολιτών, η Τρας υποσχέθηκε την Τρίτη ότι «από την πρώτη μέρα, οι πολίτες θα έχουν χαμηλότερους φόρους», δήλωσε χαρακτηριστικά την Τρίτη, προσθέτοντας ότι θα καταργήσει και τον πράσινο φόρο, κίνηση που θα μειώσει τους λογαριασμούς ρεύματος κάτι λιγότερο από 8%. Οι επικριτές της, ωστόσο τονίζουν ότι κάτι τέτοιο θα ωφελούσε τους πλούσιους και όχι αυτούς που έχουν πληγεί και θα πληγούν περισσότερο από την κρίση.
Σε κάποια άλλη δήλωσή της επέμενε ότι «είναι σημαντικό ο κόσμος να κρατάει περισσότερα από τα χρήματά του και να αναπτύξουμε την οικονομία».
Επιμένει δε ότι όσα αναφέρει είναι σύμφωνα με τις αρχές των Συντηρητικών. Ωστόσο, αυτά που λέει σίγουρα διαφοροποιούνται από το βασικό modus operandi των Συντηρητικών Υπουργών οικονομικών ειδικά σε περιόδους κρίσης. Ενδεικτικά, η φιλοσοφία του πρώην συντηρητικού πρωθυπουργού Ντέιβιντ Κάμερον και του υπουργού Οικονομικών του, Τζορτζ Όσμπορν, που κυριάρχησαν στη βρετανική πολιτική σκηνή στην τελευταία οικονομική κρίση που πέρασε η χώρα το 2000, ήταν ότι ο δανεισμός αποτελεί ανεύθυνη στάση και ότι πάνω απ’ όλα η Βρετανία θα πρέπει να ζει με όσα μέσα διαθέτει.
Το 2007 μάλιστα σε ομιλία του ως σκιώδης τότε υπουργός Οικονομικών, ο Όσμπορν είχε τονίσει ότι οι φόροι δεν θα έπρεπε ποτέ να κοπούν αν, για να συμβεί αυτό, θα κινδύνευαν τα χαμηλά επιτόκια και ο χαμηλός πληθωρισμός. Με τις ίδιες αρχές πορεύτηκαν και οι άλλοι υπουργοί Οικονομικών των Tories. Ο Ρίσι Σουνάκ, από αυτό το πόστο στην κυβέρνηση Τζόνσον, αν και αναγκάστηκε να λοξοδρομήσει εξαιτίας της πανδημίας κάνοντας σημαντικές παρεμβάσεις για να διασωθούν θέσεις εργασίας και επιχειρήσεις, φρόντιζε πάντα να επαναλαμβάνει ότι θα έπαιρνε πιο σκληρές αποφάσεις για τους φόρους και τα έξοδα μετά τη λήξη της κρίσης της πανδημίας.
Στις τωρινές εξαγγελίες για την οικονομική πολιτική λοιπόν έχουμε από τη μία πλευρά τα Trussonomics με υποσχέσεις για άμεσες περικοπές φόρων ύψους 34 δισεκατομμυρίων λιρών και από την άλλη τα Rishinomics που προτάσσουν τη μάχη κατά του πληθωρισμού και εντάσσουν στην κατηγορία των παραμυθιών τις υποσχέσεις για περικοπές φόρων σε αυτές τις συνθήκες.
Διαχωριστική γραμμή
Ο Σουνάκ γενικά πιστεύει πολύ στη φορολογία. Στη διάρκεια της θητείας του ανέβασε τους φόρους στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων δεκαετιών και διεθνείς οργανισμοί, όπως το OECD, είχαν προειδοποιήσει ότι αυτό θα είχε ως συνέπεια τη συρρίκνωση της βρετανικής οικονομίας ενώ πρότειναν την επιβράδυνση της φορολογικής παγίωσης για τη στήριξη της ανάπτυξης.
Όπως επισημαίνει σε σχετικό ρεπορτάζ της η Daily Telegraph, με τις προειδοποιήσεις για ύφεση να γίνονται όλο και πιο δραματικές, τα Rishinomics δέχονται πυρά ως «λίγα» απέναντι στην αποστολή που θα χρειαστεί να φέρουν εις πέρας, δηλαδή την εξασφάλιση της ανάπτυξης και την ανακούφιση των πολιτών από την κρίση του κόστους διαβίωσης.
Ο Πωλ Τζόνσον, διευθυντής του ινστιτούτου Φορολογικών Σπουδών, συμφωνεί ότι η διαχείριση των φόρων αποτελεί τη βασική διαχωριστική γραμμή μεταξύ των δύο υποψηφίων μέχρι στιγμής.
«Σε επίπεδο ρητορικής τουλάχιστον, ο Ρίσι Σουνάκ έχει δίκιο να εστιάζει στον πληθωρισμό ως βασικό ζήτημα. Είναι κάτι που προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι η Λιζ Τρας δεν έχει μιλήσει ακόμα αρκετά γι’ αυτό», δηλώνει στο Politico.
Πάντως ούτε τα Trussonomics ούτε τα Rishinomics φαίνεται να απαντούν σε κάτι πολύ κομβικό για τη βρετανική οικονομία: Πώς θα αντιδράσουν στον υψηλότερο πληθωρισμό με τον οποίο είναι αντιμέτωπες οι δημόσιες υπηρεσίες.
«Υπάρχουν μεγάλες προκλήσεις σε αυτόν τον τομέα επειδή οι εκτιμήσεις για τα έξοδα πριν ένα χρόνο είχε βασιστεί σε σενάριο σύμφωνα με το οποίο ο πληθωρισμός θα ήταν στο 3% και είναι 13%. Έχουν λιγότερα χρήματα απ' ό,τι περίμεναν», τονίζει ο Τζόνσον.