«Ισχυρή εξωτερική πολιτική και στο τραπέζι και στο πεδίο της μάχης.
Αυτό είναι το βασικό στοιχείο της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας σήμερα»
Μεβλούτ Τσαβούσογλου, Υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας
Του Παναγιώτη Μπαλακτάρη*
Πώς συμπεριφέρεσαι όταν ο αντίπαλός σου σε ενημερώνει για το συντριπτικό πλήγμα που θα σου επιφέρει προτού ακόμη προχωρήσει σε αυτό; Το εκλαμβάνεις ως πραγματική απειλή και ψάχνεις ικανούς τρόπους αποτελεσματικής αντίδρασης ή πείθεις τον εαυτό σου πως δεν θα λάβει σάρκα και οστά η εξαγγελθείσα απειλή; Ενισχύεις την άμυνά σου για να αποτρέψεις το κακό ή στρουθοκαμηλίζεις, διότι δεν αντέχει ο ευαίσθητος ψυχισμός σου την αναμέτρηση; Αντιδράς δεόντως ή παραλύεις από τον φόβο; Από τις σοβαρές απαντήσεις σε αυτές τις φαινομενικά απλές ερωτήσεις κρίνεται η εθνική επιβίωση της Ελλάδος.
Η Τουρκία εδώ και δεκαετίες κοιτάζει κατάματα τη χώρα μας και προαναγγέλλει δεινά. Είτε με τη μορφή της στρατιωτικής εισβολής στην Κύπρο είτε με το προανάκρουσμα προληπτικού πολεμικού χτυπήματος κατά της Ελλάδος σε περίπτωση επέκτασης των χωρικών μας υδάτων από τα 6 στα 12 ναυτικά μίλια. Έχει γραφεί ότι ο Αδόλφος Χίτλερ χρησιμοποιούσε ως μέσο επιβολής το «τεστ του βλέμματος». Κοιτούσε επίμονα τον συνομιλητή του χωρίς να ανοιγοκλείνει τα σχεδόν ανύπαρκτα βλέφαρά του, με αποτέλεσμα να εμπνέει αρχικώς τον φόβο και εν συνεχεία να επιβάλλεται. Μάλιστα, ο Άλμπερτ Σπέερ, Υπουργός εξοπλισμών του Τρίτου Ράιχ, σε μια δεξίωση αποτέλεσε το εκλεκτό θύμα του Χίτλερ. Όπως αναφέρει ο ίδιος ο Σπέερ, απέφυγε την ολοκληρωτική ήττα στο τεστ, επειδή διέκοψε το ζωώδες παιχνίδι τους η παρακαθήμενη του Χίτλερ κυρία με την ερώτηση που υπέβαλε στον δικτάτορα. Ομοίως συμπεριφέρεται και η τουρκική ηγεσία. Αποπειράται να εκφοβίσει την εξερχόμενη από μείζονα οικονομική κρίση Ελλάδα για να προωθήσει τα συμφέροντά της, τα οποία αντίκεινται σε κάθε έννοια δικαίου.
Ουδείς πιστεύει, πλέον, ότι η Τουρκία ενδιαφέρεται για τις επιταγές του διεθνούς δικαίου. Πολλώ δε μάλλον δεν συμμορφώνεται με τα κελεύσματά του. Η επιτυχής εξωτερική πολιτική της Ελλάδος, να κραδαίνει το ευρωπαϊκό μαστίγιο με σκοπό την επαναφορά της Τουρκίας στη διεθνή νομιμότητα, εκμέτρησε το ζην.
Η Τουρκία επί Ερντογάν έχει απομακρυνθεί από τη φιλοδυτική τροχιά, η οποία αποτελούσε σε μεγάλο βαθμό και τρόπο χειρισμού της, και έχει υποκύψει στη διαλυτική δύναμη της εντροπίας. Έχει ανατρέψει την περιφερειακή ισορροπία και ή θα αναδειχθεί νικήτρια ή θα καταρρεύσει. Παρατηρούμε το ριψοκίνδυνο τουρκικό γεωπολιτικό άλμα. Συγχρόνως, ο μετασχηματισμός της Τουρκίας εγκυμονεί ζωτικούς κινδύνους για την Ελλάδα. Η μετατροπή της Τουρκίας σε περιφερειακή και πυρηνική δύναμη της ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής σημαίνει αυτομάτως, και μεταξύ άλλων, τη μετατροπή της Ελλάδος σε χώρα όμηρο. Η προσπάθεια δε υλοποίησης των μεγαλομανών σχεδιασμών της Τουρκίας στην ξηρά, τη θάλασσα και τον αέρα του Αιγαίου, της Θράκης, της ανατολικής Μεσογείου και της Κύπρου πιέζει ανάλογα την Ελλάδα και την Κύπρο. Τυχόν επιτυχία της προσπάθειάς της θα έπεται του θανατηφόρου ακρωτηριασμού της ελληνικής κυριαρχίας. Όσο μεγαλύτερη η τουρκική ΑΟΖ τόσο μικρότερη η ελληνική. Όσο μεγαλύτερη η τουρκική ισχύς τόσο πιο βέβαιη η ελληνική αιχμαλωσία ή και υποταγή.
Έχουν, συνεπώς, νόημα οι εκ μέρους της ελληνικής κυβέρνησης συνεχείς επικλήσεις του διεθνούς δικαίου και της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως φοβήτρου; Η απάντηση, δυστυχώς, είναι αρνητική. Πέρα από την υποχρεωτική τήρηση του διπλωματικού πρωτοκόλλου ουδεμία ανάγκη εξυπηρετούν. Για να το θέσουμε όσο πιο απλά γίνεται, η Τουρκία δεν ενδιαφέρεται καθόλου για το διεθνές δίκαιο και τη στάση της Ευρώπης. Ίσως να της ασκούν κάποια πίεση οι οικονομικές κυρώσεις από τη Γηραιά Ήπειρο, αλλά δεν την καθηλώνουν. Απόδειξη αυτού είναι η τουρκική πειρατική ενέργεια στο τεμάχιο 3 της κυπριακής ΑΟΖ, από την οποίαν εξεδίωξε την ιταλική ΕΝΙ. Η μόνη χώρα που έχει τη δυνατότητα να φρενάρει την Τουρκία είναι η Αμερική. Όμως, αφενός μεν, ούτε οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν συμβληθεί στη Σύμβαση του Δικαίου της Θάλασσας και αφετέρου δε, φαίνεται να υπάρχει άλλου είδους προσωπική επαφή μεταξύ του Τραμπ και του Ερντογάν, η οποία εξ αντικειμένου υποβιβάζει τη χρησιμότητα του διεθνούς δικαίου. Ο νικητής του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου Ουίνστον Τσώρτσιλ έχει πει ότι «ολόκληρη η Ιστορία του κόσμου συνοψίζεται στο γεγονός, ότι όταν τα έθνη είναι ισχυρά, δεν είναι πάντοτε δίκαια και όταν επιθυμούν να είναι δίκαια, δεν είναι πια ισχυρά». Ενσάρκωση της ρήσης του αποτελεί η Τουρκία σήμερα και, φευ, ίσως και η χώρα μας αν συνεχίσει την πολιτική του επιζήμιου κατευνασμού.
Πρέπει να είμαστε δίκαιοι και ισχυροί. Οφείλουμε στην ηρωική μας ιστορία και στους νεκρούς μας να αυξήσουμε την πολεμική μας ισχύ για να διατηρήσουμε ακέραιη την ελληνική επικράτεια. Η διασφάλιση της ειρήνης απαιτεί πολλές θυσίες και εμείς δεν κάνουμε καμία. Σα να μην έφτανε αυτό, επιτρέπουμε τη διάρρηξη της κοινωνικής συνοχής με επείσακτα προβλήματα όπως το μεταναστευτικό. Για πόσο θα αντέξει η Ελλάδα στις υψηλές πιέσεις; Ως πότε θα διατηρείται το ηθικό των στελεχών των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων ακμαιότατο, εάν η κυβέρνηση της χώρας συστηματικά υποχωρεί; Ποιο πλαίσιο χειρισμού των τουρκικών απειλών θα επέχει θέση προτύπου για τους πολιτικούς και τους πολίτες; Επιβλαβής κατευνασμός ή αποτελεσματική αποτροπή; Κατάποση λίγο – λίγο του δηλητηρίου των δειλών ή σθεναρή αντίσταση στην υπό διαμόρφωση πραγματικότητα;
Η τραγική οικονομική κρίση, που μάστισε την Ελλάδα επί μια δεκαετία, άφησε πίσω της δυσαναπλήρωτα κενά στους εξοπλισμούς. Η Ελλάδα έχει άμεση ανάγκη προμήθειας συγκεκριμένου στρατιωτικού υλικού και η προτροπή του Πρωθυπουργού στο υπουργικό συμβούλιο για «συντήρηση και αναβάθμιση του υπάρχοντος υλικού και ύστερα προμήθεια νέου» μπορεί να είναι εναρμονισμένη με την τήρηση της δημοσιονομικής τάξης, αλλά εν τέλει αποδυναμώνει την εθνική αμυντική προσπάθεια. Η απόδοση των απαραίτητων για μεγάλη μερίδα του πληθυσμού επιδομάτων δεν αποκλείει την έμπρακτη θωράκιση της εθνικής άμυνας. Εξάλλου, υπάρχει η δυνατότητα ενσωμάτωσης έξυπνων αμυντικών συστημάτων αρκούντως αποτελεσματικών έναντι του επιτιθέμενου. Πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας, ότι, όπως κατηγορηματικά ισχυρίζεται ο τετράστερος Στρατηγός και πρώην Υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ Τζέιμς Μάττις, δεν μπορείς να διαθέτεις ισχυρή άμυνα εάν δεν διατηρείς τη δημοσιονομική σου κατάσταση εν τάξει. Κι εμείς τώρα βγαίνουμε από τη σήραγγα των καταστροφικών ελλειμμάτων. Ωστόσο, απαιτείται αγώνας ταχύτητας, διότι δεν έχουμε το περιθώριο να ηττηθούμε στον ελληνοτουρκικό ψυχρό πόλεμο. Ήττα στην εποχή της ταχύτητας, της τεχνολογίας και της ισχύος θα ισοδυναμεί με εθνική εξαφάνιση.
Η Τουρκία ενεργεί με προβλέψιμο τρόπο. Πρώτα εξαγγέλλει τα επόμενα βήματά της και ύστερα τα κάνει. Και βαδίζει ένα βήμα τη φορά. Άρχισε να αμφισβητεί την ελληνική υφαλοκρηπίδα από το 1976 και προϊόντος των ετών έφτασε στο σημείο να διεκδικεί όλη την περιοχή από τον 28ο έως τον 32ο μεσημβρινό, εξαφανίζοντας το Καστελόριζο με την άπληστη τακτική της σαν ένα λαίμαργο θηρίο. Κάθε πράξη της Τουρκίας εκλαμβάνεται από τις ελληνικές κυβερνήσεις ως μεμονωμένη πολιτική στόχευση. Η ανάλυση αυτή είναι εσφαλμένη και οδηγεί σε λάθη και στην αντιμετώπιση. Κάθε πράξη της Τουρκίας εντάσσεται σε μια προσεκτικά καλοσχεδιασμένη στρατηγική, η οποία υλοποιείται σταδιακά αμβλύνοντας έτσι την ελληνική άμυνα. Εάν η Τουρκία πήγαινε απευθείας από την πρώτη αμφισβήτηση, εν έτει 1976, στο πρόσφατο Μνημόνιο με τη Λιβύη και άρα την αποκοπή της ΑΟΖ της Κρήτης, της Κάσου, της Καρπάθου, της Ρόδου και του Καστελορίζου από την κυπριακή ΑΟΖ, το πιθανότερο είναι ότι θα είχε εξαναγκάσει την Ελλάδα να καταφύγει σε πολεμική αναμέτρηση για να διατηρήσει το status quo. Η προοδευτική, όμως, πραγματοποίηση των μεγαλομανών της σχεδιασμών εις βάρος της Ελλάδος είναι σαν την καθημερινή ενστάλαξη δηλητηρίου στον Μιθριδάτη και την ανοσία τελικώς του οργανισμού του σε αυτό. Με τη διαφορά ότι αυτός ο γεωπολιτικός μιθριδατισμός της Ελλάδος είναι εθνοκτόνος.
Οι Τούρκοι διοικούντες έχουν βάλει στο τραπέζι όλα τους τα όπλα. Με αυτά ασκούν τρομερές πιέσεις πρώτα και κύρια στην Κυπριακή Δημοκρατία. Σύμφωνα με την έγκυρη άποψη του Καθηγητή Διεθνούς Δικαίου και Βουλευτή Άγγελου Συρίγου, η Τουρκία επιδιώκει να αποκτήσει κατοχή σε κοιτάσματα στο τεμάχιο 3 της κυπριακής ΑΟΖ ώστε να δύναται να προσέλθει στις διαπραγματεύσεις στο Κυπριακό ως ίσος προς ίσο εξ επόψεως ωφελιμιστικής. Η τουρκική εξωτερική πολιτική περιλαμβάνει τρία συστατικά: ισχύ, ισχύ και ισχύ. Και από αυτά μόνο καταλαβαίνει. Είτε θα αντιδράσει η Ελλάδα άμεσα είτε θα καταστεί δορυφόρος της Τουρκίας. Μια χώρα όμηρος. Τα συμφέροντα της Ελλάδος και της Τουρκίας στο Αιγαίο και την ανατολική Μεσόγειο είναι ευθέως δυσανάλογα. Εδώ δεν μπορούν να κερδίσουν αμφότερες. Το τέλος του τεράστιου παιγνίου που εξελίσσεται στις περιοχές μας μπορεί να παρομοιαστεί με ένα νόμισμα. Εάν στη μία του όψη έχει την τουρκική «Γαλάζια Πατρίδα» τότε στην άλλην θα έχει τον σύγχρονο ελληνικό ακρωτηριασμό. Εξέλιξη που ούτε ως ενδεχόμενη δεν μπορούμε να επιτρέψουμε να θεωρηθεί.
*Ο κ. Παναγιώτης Μπαλακτάρης είναι Δικηγόρος